Στον όρθρο της Μεγάλης Πέμπτης στον Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του Αγ. Γεωργίου στο Φανάρι, ιερείς κρατούσαν ανά δύο ασημένιους αμφορείς, οι οποίοι περιείχαν το Αγιο Μύρο και οι αμφορείς τοποθετήθηκαν στη συνέχεια στο μυροφυλάκιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Μόλις είχε ολοκληρωθεί η τελετουργική διαδικασία της «έψησης», της παρασκευής δηλαδή του Αγίου Μύρου.

ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Απευθείας μετάδοση από τον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι.

Δημοσιεύτηκε από Ecumenical Patriarchate στις Πέμπτη, 21 Απριλίου 2022

Πρόκειται για διαδικασία η οποία γίνεται κάθε δέκα χρόνια αποκλειστικά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, κατά ιστορικό προνόμιο, και εσωκλείει παραδόσεις αιώνων, ενώ για την παρασκευή απαιτούνται συστατικά από ολόκληρο τον κόσμο, όλη την οικουμένη, στην οποία ακτινοβολεί και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Γνωστό και ως «έλαιον ευχαριστίας», «μυστικόν χρίσμα», «έλαιον χρίσεως» ή «χρίσμα ευχαριστίας», έχει ως βάση το ελαιόλαδο, το κόκκινο κρασί, το ροδόσταμο, το ανθόνερο και μια σειρά από σπάνια συστατικά, τα οποία στο σύνολό τους φτάνουν τα 57 και απαριθμούνται σε επίσημο κατάλογο, που βρίσκεται στο Φανάρι και βασίζεται στην περιγραφή του Μωυσή στο Βιβλίο της Εξόδου στην Παλαιά Διαθήκη.

Το Άγιο Μύρο είναι το καθαγιασμένο αρωματικό έλαιο, το οποίο στην Ορθόδοξη Εκκλησία και στην ορθόδοξη παράδοση χρησιμοποιείται κατά την τελετή του Μυστηρίου του χρίσματος των βαπτιζομένων. Το πρωί της Μεγάλης Δευτέρας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, μετά τη Θεία Λειτουργία, μετέβη στο κουβούκλιο παρασκευής του Αγίου Μύρου. Εκεί τον περίμεναν οι 10 μυρεψοί, ειδικοί που είναι επιφορτισμένοι με τις λεπτομέρειες της παρασκευής του Αγίου Μύρου και γνωρίζουν τα μυστικά της.

57 είναι τα συστατικά του, με το ελαιόλαδο, το κόκκινο κρασί, το ροδόσταμο και το ανθόνερο να αποτελούν τη βάση
 Οι μυρεψοί, όνομα που έλκει την καταγωγή του από τους βυζαντινούς χρόνους, όπως και η διαδικασία, απαρτίζουν το Σώμα των Κοσμητόρων και είναι φαρμακοποιοί και χημικοί, με τον διδάκτορα Φαρμακευτικής Γεώργιο Σάββιτς να κατέχει το οφίκιο του Αρχοντος Μυρεψού της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, το οποίο του απονεμήθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο το 2021.

Στο κουβούκλιο παρασκευής του Αγίου Μύρου, ο Πατριάρχης, παρουσία των αρχιερέων, της πατριαρχικής αυλής και πιστών, τέλεσε τον αγιασμό, με τον οποίο ράντισε και αγίασε τους λέβητες. Στη συνέχεια ανέγνωσε την ειδική ευχή για την έναρξη της διαδικασίας παρασκευής του μύρου και έριξε στους λέβητες ποσότητα ελαίου, οίνου, αρωμάτων και ανθέων. Ακολούθως, άναψε τη φωτιά για την έναρξη της παρασκευής. Μία ημέρα νωρίτερα, την Κυριακή των Βαΐων, ο κ.κ. Βαρθολομαίος απένειμε επίχρυσους σταυρούς διακονίας στους μυρεψούς και μεταξωτό Λέντιον στον κ. Σάββιτς.

10 είναι οι μυρεψοί, που απαρτίζουν το Σώμα των Κοσμητόρων και είναι επιφορτισμένοι με τις λεπτομέρειες της παρασκευής
Οι χάλκινοι λέβητες, κάτω από τους οποίους έκαιγε σταθερή φωτιά μέχρι τη Μεγάλη Τετάρτη, αποτελούν δωρεά του Σωματείου Αργυραμοιβών της Κωνσταντινούπολης από το 1807, δείγμα της ιστορικότητας της διαδικασίας. Στο ίδιο κουβούκλιο όλες τις ημέρες, μητροπολίτες και κληρικοί εναλλάσσονται στην ανάγνωση κεφαλαίων του Ευαγγελίου και περικοπών της Καινής Διαθήκης, ενώ το πρωί της Μεγάλης Τετάρτης, καθώς η φωτιά κάτω από τους λέβητες έχει σβήσει, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αφού τελέσει την προβλεπόμενη ιερή ακολουθία, ρίχνει στους χάλκινους λέβητες την τελευταία ποσότητα συστατικών στοιχείων του Αγίου Μύρου.


Η φετινή διαδικασία παρασκευής στο Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε ιδιαίτερη σημειολογία, καθώς ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος γίνεται ο μοναδικός στην πατριαρχική ιστορία που τελεί για τέταρτη φορά στη διάρκεια της πατριαρχίας του τον καθαγιασμό του μύρου μετά το 1992, το 2002 και το 2012. Παράλληλα, συμπίπτει χρονικά με μια περίοδο κατά την οποία η κατάσταση στην Ορθοδοξία είναι τεταμένη, με το Πατριαρχείο Μόσχας να έχει ταχθεί ανοιχτά υπέρ της εισβολής της Ρωσίας στην ομόδοξη Ουκρανία και του πολέμου που μαίνεται από τις 24 Φεβρουαρίου.

Κατά σύμπτωση, δε, μύρο καθαγιάζουν σήμερα, πλην του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και τα Πατριαρχεία Μόσχας και Σερβίας, τα οποία δεν έχουν καταδικάσει ανοιχτά τον πόλεμο, ο οποίος αξίζει να σημειωθεί ότι συνεχίστηκε τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας. Την ίδια στιγμή, η Ρωσική Εκκλησία είναι απομονωμένη ακόμα και από τις Εκκλησίες που είχαν πιο φιλική στάση απέναντί της, όπως εκείνη της Πολωνίας.