Κάποτε τα ακροδεξιά κόμματα ανήκαν στο περιθώριο και στις εκλογικές αναμετρήσεις κατακτούσαν ιδιαιτέρως χαμηλά ποσοστά. Τα τελευταία χρόνια όμως, σε μεγάλο μήκος της Ευρώπης, η ακροδεξιά κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος, σημειώνοντας μεγάλες επιτυχίες στις κάλπες, περνά στο φάσμα του mainstream και την υποδέχεται με ανοιχτό το στόμα η ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή.

Τα παραπάνω προκύπτουν από την πρόσφατη ανάλυση του Politico στον απόηχο των ιταλικών εκλογών μετά τις ιστορικές επιτυχίες της Ακροδεξιάς στη Σουηδία και στη Γαλλία.

«Παντού στην Ευρώπη οι άνθρωποι φιλοδοξούν να πάρουν τη μοίρα τους ξανά στα χέρια τους!» δήλωσε η Μαρίν Λεπέν, ηγέτις του ακροδεξιού Κόμματος Εθνικής Συσπείρωσης της Γαλλίας.

Το Politico, όμως, προειδοποιεί ότι όποιος νομίζει πως αναδύεται σήμερα ένα νέο κύμα δεξιού εξτρεμισμού που σαρώνει στην Ευρώπη, κάνει λάθος.

«Εισβολή» στην Ευρώπη

Η εκλογική ανάλυση του Politico δείχνει ότι τα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη κατά μέσο όρο δεν αύξησαν την υποστήριξή τους ούτε κατά μία ποσοστιαία μονάδα από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο μέχρι σήμερα.

Συνολικά, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι, αν σημειώθηκε αύξηση της υποστήριξης προς τα ακροδεξιά κόμματα, αυτό συνέβη πριν από αρκετά χρόνια.

Η πρώτη άνοδος των Σουηδών Δημοκρατικών συνέβη μετά τις εκλογές του 2014, όταν η εκλογική δύναμη του κόμματος αυξήθηκε από περίπου 10% σε 20%, το ίδιο μερίδιο δηλαδή του ενός πέμπτου των ψήφων που έλαβαν στις φετινές εκλογές.

Το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) αναπτύχθηκε γρήγορα το 2015 και το 2016, φτάνοντας το 14% στη δημοσκοπική έρευνα του μέσου.

Στην Ιταλία, η Λέγκα του Βορρά ξεπέρασε τη Forza Italia για πρώτη φορά στις αρχές του 2015 και κορυφώθηκε το 2019 στο 37%, πριν ξεκινήσει μια πτωτική τάση που κατέληξε στο 9% στις εκλογές του περασμένου μήνα. Οι Ιταλοί ψηφοφόροι όμως έχουν εναλλακτικές στο δεξιό στρατόπεδο.

Η Μαρίν Λεπέν και το εθνικιστικό της κόμμα έφτασαν μια ανάσα από την εξουσία και, παρά την ήττα της στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, από τον Εμανουέλ Μακρόν, η Λεπέν -όχι τυχαία- είπε «Παρ' όλα αυτά νικήσαμε», διατρανώνοντας ότι η γαλλική Ακροδεξιά είχε μπει πλέον για τα καλά στο παιχνίδι της εξουσίας.

Από το περιθώριο στο mainstream

Η Ακροδεξιά έχει περάσει από το περιθώριο της πολιτικής στο mainstream, όχι μόνο επηρεάζοντας το πολιτικό Κέντρο, αλλά μπαίνοντας και στην αρένα της εξουσίας.

«Υπάρχει μια μετατόπιση των ακροδεξιών κομμάτων στο "νορμάλ" ως αναπόσπαστο μέρος του πολιτικού τοπίου πλέον», δήλωσε η Κάθριν Θόρλεϊφσον, η οποία ερευνά τον εξτρεμισμό στο Πανεπιστήμιο του Όσλο. «Έχουν γίνει αποδεκτοί από το εκλογικό σώμα αλλά και από άλλα, συμβατικά κόμματα».

Η συνεργασία μεταξύ της Κεντροδεξιάς και της Ακροδεξιάς έχει γίνει λιγότερο ταμπού.
«Η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων είναι μόνο ένα κομμάτι της Ιστορίας. Η διευκόλυνση και η ενσωμάτωση των ακροδεξιών κομμάτων καθώς και η υιοθέτηση ακροδεξιών πλαισίων και θέσεων από άλλα κόμματα είναι τουλάχιστον εξίσου σημαντική», έγραψε στο Twitter ο Κας Μούντε, κορυφαίος Ολλανδός μελετητής για το θέμα.

Αυτό μπορεί να αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο αποσταθεροποίησης της Ευρώπης ακόμη και από τις μερικές παραπάνω ποσοστιαίες μονάδες στις δημοσκοπήσεις.

Πρωταγωνιστικοί ρόλοι

Η Ακροδεξιά της Ιταλίας με την Τζόρτζια Μελόνι αποτελεί ένα ξεκάθαρο παράδειγμα. Ενώ το κόμμα της έλκει την καταγωγή του από ομάδες που ιδρύθηκαν από πρώην φασίστες, τώρα θα ηγηθεί της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ.

Στη Σουηδία, το κεντροδεξιό κόμμα έχει ξεκινήσει συνομιλίες συνασπισμού για μια κυβέρνηση μειοψηφίας που θα πρέπει να αντλήσει από την υποστήριξη της αντιπολίτευσης, πιθανότατα από τους ακροδεξιούς Σουηδούς Δημοκράτες. Ακροδεξιά κόμματα έχουν επίσης συμμετοχή στις κυβερνήσεις της Αυστρίας, της Φινλανδίας, της Εσθονίας και της Ιταλίας. Είναι πιθανό να ακολουθήσουν και άλλες χώρες.

Ο Τζορτζ Σιμιόν, ο αρχηγός του ακροδεξιού κόμματος της Ρουμανίας, Συμμαχία για την Ένωση των Ρουμάνων (AUR), γιόρτασε τη νίκη της Μελόνι στην Ιταλία, λέγοντας ότι το κόμμα του είναι πιθανό να ακολουθήσει τα βήματά των Ιταλών.

Η Ισπανία κατευθύνεται προς τις κάλπες το επόμενο έτος και ο Σοσιαλιστής πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ μπορεί να δυσκολευτεί να επανεκλεγεί. Το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα βρίσκεται μεταξύ πέντε και επτά μονάδων μπροστά από τους Ισπανούς Σοσιαλιστές σε όλες τις δημοσκοπήσεις, αλλά είναι απίθανο να συγκεντρώσει αρκετές ψήφους για να εξασφαλίσει την απόλυτη κυβερνητική πλειοψηφία.

Αυτό σημαίνει ότι ίσως χρειαστεί να έρθει σε συμφωνία με το ακροδεξιό κόμμα Vox, του οποίου ο αρχηγός, Σαντιάγο Αμπασκάλ, είναι σύμμαχος της Μελόνι. Ενώ το Λαϊκό Κόμμα αρνιόταν προηγουμένως να κυβερνήσει με το Vox, την περασμένη άνοιξη ο νεοεκλεγείς ηγέτης του, Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό, άναψε πράσινο φως για μια συμφωνία συνασπισμού με την υπερεθνικιστική ομάδα στην κοινότητα της Καστίλλη και Λεόν στην Ισπανία.

Αλλαγή εικόνας από την Ακροδεξιά

Αυτή η νέα κατάσταση δεν διαμορφώθηκε από τη μια μέρα στην άλλη. Οι ακροδεξιοί εργάστηκαν σκληρά για να αποκρούσουν την εξτρεμιστική, νεοναζιστική εικόνα τους.

Η Ακροδεξιά επένδυσε στην «προσαρμογή της εικόνας και προσπάθησε να αντιμετωπίσει προσεκτικά ορισμένα ζητήματα, ενώ φρόντισε χωρίς ντροπή για άλλα», δήλωσε η Νίνα Βιεσεχόμαϊερ, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης. «Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στην Ιταλία αυτή τη στιγμή, με τη Μελόνι να εμμένει στο σύνθημα «Θεός, πατρίδα, οικογένεια», ως μια πολιτική και ιστορική συνέχεια, ενώ προσπαθεί ταυτόχρονα να... καθαρίσει το κόμμα από τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία».

Ο απροκάλυπτος ρατσισμός είναι ταμπού. Αντίθετα, η ρητορική αλλάζει σε κριτική απέναντι στην μεταναστευτική πολιτική ανοιχτών συνόρων. Χαϊδεύοντας τα αυτιά των κεντρώων ψηφοφόρων, η Ακροδεξιά αποζητεί μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα, ενώ εξακολουθεί να επενδύει στη δυσαρέσκεια απέναντι στο κατεστημένο.

Ένας «δύσκολος χειμώνας» που θα μετατραπεί σε «χειμώνα δυσαρέσκειας»

Καθώς η Ευρώπη αντιμετωπίζει ρεκόρ πληθωρισμού και οι Ευρωπαίοι τρέμουν μπροστά στους υπέρογκους λογαριασμούς θέρμανσης, οι κυβερνήσεις προειδοποιούν για τις πολιτικές επιπτώσεις ενός «χειμώνα δυσαρέσκειας».

«Πρόκειται μια τεράστια αποστράγγιση της ευρωπαϊκής ευημερίας», δήλωσε πρόσφατα στο Politico ο Βέλγος πρωθυπουργός Αλεξάντερ ντε Κρου. «Στην τρέχουσα κατάσταση, είναι δύσκολο να πιστέψεις στην πρόοδο, είναι πολύ δύσκολο να σημειωθεί πρόοδος. Υπάρχει λοιπόν ένα πολύ απαισιόδοξο συναίσθημα».

Ο τρέχων πόλεμος στην Ουκρανία είναι ο τελευταίος σε μια διαδοχή κρίσεων: οικονομία, μετανάστευση και πανδημία. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι αυτό είναι το κλειδί για την κατανόηση της αυξανόμενης υποστήριξης προς την Ακροδεξιά.

Η δυναμική του φόβου

«Τέτοιες υπαρξιακές κρίσεις έχουν αποσταθεροποιητικό αποτέλεσμα και οδηγούν σε φόβο», δήλωσε ο Καρλ Ντέβος, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Γάνδης. «Ο φόβος είναι το έδαφος για την Ακροδεξιά. Οι άνθρωποι τείνουν να μεταφράζουν αυτόν τον φόβο και την οργή σε ριζοσπαστική εκλογική συμπεριφορά».

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο ιστότοπος iefimerida.gr, οι πολιτικές μετανάστευσης και ταυτότητας είναι λιγότερο εμφανείς στα μέσα ενημέρωσης λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της αύξησης των τιμών της ενέργειας, αλλά εξακολουθούν να είναι βασικά ζητήματα στην ατζέντα.

Ο συνδυασμός αυτών των ζητημάτων είναι πιθανό να τροφοδοτήσει περισσότερες νίκες της δεξιάς σε ολόκληρη την ήπειρο. «Η Ακροδεξιά προσφέρει εθνικιστικές, "προστατευτικές" λύσεις στις παγκοσμιοποιημένες κρίσεις», είπε η Θόρλεϊφσον. «Βλέπουμε πώς το μεταναστευτικό ζήτημα ήταν για μια στιγμή εκτός ημερήσιας διάταξης κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά τώρα έχει επιστρέψει.