Παγκόσµιο σοκ έχει προκαλέσει η επίθεση της «Χαµάς» µε συµµάχους παλαιστινιακές οµάδες στο Ισραήλ, µε τα θύµατα να αυξάνονται συνεχώς και τον πόλεµο να έχει κλιµακωθεί.

Οι συνεχείς εντάσεις µεταξύ των δύο χωρών είναι γεγονός, αλλά εντύπωση προκαλεί το απροειδοποίητο της επίθεσης. Ο δηµοσιογράφος Jeremy Bowen τονίζει ότι αυτή είναι η πιο «φιλόδοξη» επιχείρηση που ξεκίνησε από τη «Χαµάς» στη Γάζα και η πιο διασυνοριακή επίθεση που αντιµετωπίζει το Ισραήλ εδώ και µία γενιά.

Ιδιαίτερη σηµασία αποκτά το γεγονός ότι το Ισραήλ πιάστηκε απροετοίµαστο στην επίθεση που δέχτηκε από τη «Χαµάς», η οποία εκτόξευσε χιλιάδες ρουκέτες εναντίον του, µε µαχητές να εισβάλλουν σε ισραηλινές κοινότητες, σκοτώνοντας και αιχµαλωτίζοντας δεκάδες άµαχους.

Η γεωπολιτική σκακιέρα εστιάζεται πλέον πάνω από µία σύγκρουση, η οποία αναζωπυρώθηκε ξανά έπειτα από δεκαετίες. Με αφορµή την επίθεση που ξεκίνησε το Σάββατο από τη «Χαµάς», ιδιαίτερη σηµασία αποκτά η αποτύπωση της µακρόχρονης αυτής διαµάχης. Τι είναι η Λωρίδα της Γάζας, οι πόλεµοι των Εξι Ηµερών και του Γιοµ Κιπούρ και το ιστορικό των συγκρούσεων στην περιοχή;


Infographics: ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ

Γάζα και Δυτική Όχθη

Η Λωρίδα της Γάζας αποτελεί µια παράλια χερσαία λωρίδα στο νοτιοανατολικό άκρο της Μεσογείου, µεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ, που δηµιουργήθηκε το 1948, βασισµένη στη γραµµή εκεχειρίας του πρώτου αραβοϊσραηλινού πολέµου. Αποτελεί ένα εκ των δύο παλαιστινιακών εδαφών. Το δεύτερο είναι η ∆υτική Οχθη (κατεχόµενη από το Ισραήλ), που περιλαµβάνει την Ανατολική Ιερουσαλήµ.

Η Γάζα από το 1948-1967 αποτελούσε τµήµα της Αιγύπτου και το 1967 περιήλθε στην κυριαρχία του Ισραήλ. Περιλαµβάνει πέντε περιφέρειες: τη Βόρεια Γάζα, την πόλη της Γάζας, το Ντέιρ ελ Μπαλάχ, τη Χαν Γιουνίς και τη Ράφα. Φιλοξενεί περίπου 2,3 εκατοµµύρια ανθρώπους και έχει µία από τις υψηλότερες πυκνότητες πληθυσµού στον κόσµο, ενώ, σύµφωνα µε τον ΟΗΕ, το 80% του πληθυσµού της εξαρτάται από διεθνή βοήθεια.

Το Ισραήλ ελέγχει τον εναέριο χώρο πάνω από τη Γάζα και την ακτογραµµή της, ενώ τα κλειστά σύνορα Ισραήλ και Αιγύπτου έχουν επιδεινώσει τη σοβαρή ανθρωπιστική κατάσταση στην περιοχή.

Το παρελθόν

Ο αραβοϊσραηλινός πόλεµος ξέσπασε µεταξύ του Ισραήλ και των Αιγύπτου - Συρίας - Ιορδανίας το 1967. Η βραχύβια αυτή πολεµική αναµέτρηση, που κράτησε από τις 5 έως τις 10 Ιουνίου, καταγράφεται ως Πόλεµος των Εξι Ηµερών. Υπήρξε ένας από τους πιο σύντοµους και εντυπωσιακούς, ως προς τον τρόπο µε τον οποίο οι Ισραηλινοί κατόρθωσαν µέσα σε πολύ λίγες ηµέρες να κυριαρχήσουν στην ευρύτερη περιοχή, καταλαµβάνοντας τη Λωρίδα της Γάζας, τη Χερσόνησο του Σινά, τη ∆υτική Οχθη του Ιορδάνη ποταµού και τα υψώµατα του Γκολάν.

Στις 6 Οκτωβρίου του 1973, την ηµέρα της µεγαλύτερης εβραϊκής γιορτής, του Γιοµ Κιπούρ, το Ισραήλ δέχτηκε πολυµέτωπη επίθεση από αιγυπτιακές και συριακές δυνάµεις. Στην επίθεση συνέδραµαν άλλες δέκα αραβικές χώρες, οι οποίες είχαν σκοπό την ανάκτηση των εδαφών που χάθηκαν το 1967, αποτελώντας πλέον µία σύγκρουση µε στοιχεία περαιτέρω διεθνούς κρίσης. Το Ισραήλ, παρ’ ότι αιφνιδιάστηκε και παρά τις αρχικές ήττες που γνώρισε, πέρασε στην αντεπίθεση και στρίµωξε Αιγύπτιους και Σύρους, µε τον πόλεµο να λήγει στις 26 Οκτωβρίου.

Στο σήμερα

Μετά τον Πόλεµο των Εξι Ηµερών, τα δύο παλαιστινιακά εδάφη (Λωρίδα της Γάζας και ∆υτική Οχθη) τέθηκαν υπό ισραηλινή στρατιωτική κατοχή, µε το Ισραήλ να ελέγχει τη Γάζα για 38 χρόνια, δηµιουργώντας 21 εβραϊκούς οικισµούς. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από µεγάλη ένταση και βία, λαµβάνοντας υπόψη την πρώτη Ιντιφάντα.

Οι µεγάλες εντάσεις ξεκίνησαν τον ∆εκέµβριο του 1987, µε τη «Μουσουλµανική Αδελφότητα» να δηµιουργεί τη «Χαµάς», µε έδρα την Αίγυπτο και βάση τη Γάζα, έχοντας στόχο την καταστροφή του Ισραήλ. Το 1993, Ισραήλ και Παλαιστίνη υπέγραψαν ειρηνευτική συµφωνία, που έφερε τη δηµιουργία της Παλαιστινιακής Αρχής, µε τη δεύτερη να ανακτά περιορισµένο έλεγχο σε Γάζα και Ιεριχώ στη ∆υτική Οχθη.

Το τέλµα στις ισραηλινοπαλαιστινιακές σχέσεις ήρθε το 2000, όταν ξέσπασε η δεύτερη παλαιστινιακή Ιντιφάντα, µε βοµβιστικές επιθέσεις από τους Παλαιστίνιους και το Ισραήλ να βοµβαρδίζει στη συνέχεια από αέρος. Το 2005 το Ισραήλ απέσυρε στρατεύµατα και εποίκους από τη Γάζα, ενώ από το 2006 η σύγκρουση µεταξύ «Φατάχ» και «Χαµάς» έφερε τη διάλυση της παλαιστινιακής πλευράς. Παρά την εγκατάλειψη του ελέγχου της Λωρίδας της Γάζας από το Ισραήλ, η χώρα διατηρεί από το 2007 θαλάσσιο, εναέριο και χερσαίο αποκλεισµό, µε σκοπό να ασκήσει πίεση στην ισλαµιστική οργάνωση, που θέλει την ανεξαρτησία των εδαφών.

Από το 2006 και έπειτα «Χαµάς» και Ισραήλ είχαν τέσσερις πολεµικές συγκρούσεις, ενώ οι τελευταίοι γύροι διαπραγµατεύσεων για τις δύο χώρες ξεκίνησαν το 2013 και ανεστάλησαν τον Ιούλιο του 2014.

''Χαμάς'': Ισχυροί σύµµαχοι και φανατική χρήση βίας 

Η «Χαµάς» (ακρωνύµιο του «Ισλαµικού Κινήµατος Αντίστασης») ιδρύθηκε το 1987 από τον σεΐχη Αχµέντ Γιασίν και τον Μαχµούντ αλ Ζαχάρ, πρώην µέλη της «Μουσουλµανικής Αδελφότητας» της Αιγύπτου.

Η διακήρυξή της µιλάει για την καταστροφή του Ισραήλ και την αντικατάστασή του από ένα παλαιστινιακό, ισλαµικό κράτος στην περιοχή όπου είναι τώρα η χώρα, στη Λωρίδα της Γάζας και στη ∆υτική Οχθη, τονίζοντας ότι η σύγκρουση αυτή είναι πολιτική και όχι θρησκευτική.

Η οργάνωση υποστηρίζει φανατικά ως µέσο τη βία για να απελευθερωθούν τα παλαιστινιακά εδάφη. Εχει δηµιουργήσει δίκτυα από σήραγγες για να µπει στο Ισραήλ, αλλά και ένα αντίστοιχο δίκτυο από τη Γάζα έως και την Αίγυπτο για λαθρεµπόριο όπλων. Είναι υπεύθυνη για φονικές εφόδους κατά πολιτών και Ισραηλινών στρατιωτών, πραγµατοποιώντας βοµβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας και εξαπολύοντας χιλιάδες ρουκέτες από τη Γάζα προς το Ισραήλ.

Το Ισραήλ έχει δηλώσει ότι η «Χαµάς» χρηµατοδοτείται και οπλίζεται από την Ισλαµική ∆ηµοκρατία του Ιράν και υποστηρίζεται από το καθεστώς της Συρίας, αποτελούµενη από µία πολιτική και µία στρατιωτική πτέρυγα, µε τη δεύτερη να µετρά περίπου 20.000 πολεµιστές. Η πρώτη έχει κερδίσει πολλές τοπικές εκλογές σε Γάζα, Καλκίλια και Ναµπλούς. ∆ιατηρεί οµάδα κοινωνικής ισλαµικής προπαγάνδας («Νταουάχ») και παραστρατιωτικό σκέλος, τις «Ταξιαρχίες Ιζ αντ Ντιν αλ Κασάµ».

Η «Χαµάς» έχει χαρακτηριστεί από ΗΠΑ, Ε.Ε. και πολλά άλλα κράτη ως τροµοκρατική οµάδα και οι διεθνείς οργανισµοί τής αποδίδουν πολλαπλά εγκλήµατα κατά της ανθρωπότητας. Σύµµαχοί της είναι οι Ταλιµπάν στο Αφγανιστάν, το Ιράν, το Κατάρ, η Συρία και η «Χεζµπολάχ», ενώ «φιλική διάθεση» προς αυτήν έχει δείξει και η Τουρκία.

''Χεζμπολάχ'': Οργανωµένη από τους ''Φρουρούς της Επανάστασης''

Η «Χεζµπολάχ» είναι σιιτική, στρατιωτική και πολιτική οργάνωση, µε έδρα τον Λίβανο, που συµµετέχει και στην κυβέρνηση της χώρας. Σχηµατίστηκε µε αφορµή την ισραηλινή επέµβαση στον Λίβανο το 1982, µε επίσηµο έτος της ίδρυσής της ως πολιτικής οργάνωσης το 1985.

Ο πρώτος της αρχηγός ήταν ο Αµπάς αλ Moυσάβι, Λιβανέζος σιίτης κληρικός, ο οποίος σκοτώθηκε από τις δυνάµεις ασφαλείας του Ισραήλ το 1992. Αρχηγός της από τότε τέθηκε ο Χασάν Νασράλα. Η «Χεζµπολάχ» κατέχει θύλακα στα νότια της χώρας, που συνορεύει µε το Ισραήλ, όπου και ο Νασράλα απειλεί τακτικά για επίθεση εναντίον του µε ρουκέτες και πυραύλους, εάν επιτεθεί στον Λίβανο.

Συγκριτικά µε τα πρώτα της χρόνια, η στρατιωτική της δύναµη έχει αυξηθεί σηµαντικά και γίνεται πιο ισχυρή από τον λιβανέζικο στρατό, ενώ υπάρχει στρατιωτική ανάπτυξη µαχητών έξω από τα σύνορα της χώρας. Η οργάνωση στηρίζεται οικονοµικά από το Ιράν, έχοντας πολιτική στήριξη από τη Συρία, ενώ πολλές χώρες, µεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και το Ηνωµένο Βασίλειο, την κατατάσσουν στην κατηγορία της τροµοκρατικής οργάνωσης.

Οι «Φρουροί της Ισλαµικής Επανάστασης», τµήµα του ιρανικού στρατού, οργάνωσαν και εκπαίδευσαν τις ένοπλες δυνάµεις της «Χεζµπολάχ», µε το στρατιωτικό τµήµα της να παρέχει στήριξη µε έµψυχο δυναµικό στη Συρία, στο πλευρό των δυνάµεων του Ασαντ. Χαρακτηρίζεται «κράτος εν κράτει» στον Λίβανο, µε τη στρατιωτική της ισχύ να αυξάνεται σηµαντικά, κερδίζοντας τη στήριξη των σιιτών µουσουλµάνων. Είναι σύµµαχος της Παλαιστίνης, ενώ η Ρωσία τη βλέπει ως «νόµιµη κοινωνικοπολιτική δύναµη».
 

''Ισλαμικό Κίνημα Τζιχάντ'': Βοµβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας κατά αµάχων

Το «Ισλαµικό Κίνηµα Τζιχάντ» (PIJ) αποτελεί ισλαµική τροµοκρατική οργάνωση, µε έδρα τη Ραµάλα. Ιδρύθηκε το 1981, ενώ µαζί µε τη «Χαµάς» και άλλες έξι φατρίες αποτελεί µέλος της Παλαιστινιακής Συµµαχίας, µε σκοπό την ίδρυση κυρίαρχου ισλαµικού παλαιστινιακού κράτους. Απορρίπτει τη λύση των δύο κρατών, ενώ, όπως και η «Χαµάς», προωθεί τη στρατιωτική καταστροφή των Εβραίων. Ηγέτης του είναι ο Ζιγιάντ αλ Ναχάλα.

Το Ιράν είναι κύριος χρηµατοδότης της οργάνωσης, αν και το 2015 η αραβική εφηµερίδα «Asharq al-Awsat», που εδρεύει στο Λονδίνο, ανέφερε ότι η Τεχεράνη σταµάτησε να χρηµατοδοτεί την «PIJ» λόγω της ουδετερότητάς της σχετικά µε την επέµβαση της Σαουδικής Αραβίας στην Υεµένη, προκαλώντας σοβαρή οικονοµική κρίση στην οργάνωση. Ταυτόχρονα, η παλαιστινιακή εφηµερίδα «Al-Quds» τόνισε ότι το Ιράν υποστηρίζει ένα «παρακλάδι» της, που ονοµάζεται «As-Sabirin», µε επικεφαλής τον Χισάµ Σάλεµ.

Η ένοπλη πτέρυγά της αποτελείται από τις «Ταξιαρχίες Al-Quds», που δραστηριοποιούνται κυρίως στη ∆υτική Οχθη και τις πόλεις Χεβρώνα και Τζενίν, αλλά και στη Λωρίδα της Γάζας. Εχει χαρακτηριστεί τροµοκρατική οργάνωση, στην οποία καταλογίζονται βοµβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας, επιθέσεις σε Ισραηλινούς αµάχους και εκτόξευση ρουκετών. Το ισλαµικό αυτό κίνηµα χαρακτηρίζεται σουνιτικό και τζιχαντιστικό, που όµως περιλαµβάνει και άλλες θρησκευτικές πεποιθήσεις.

Η οργάνωση ανέλαβε την ευθύνη για πολλές δραστηριότητες όλα αυτά τα χρόνια, ενώ σύµφωνα µε τους τελευταίους υπολογισµούς είναι υπεύθυνη για περισσότερες από 30 βοµβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας και χρήση ανθρώπινων ασπίδων, κάτι που αποτελεί παραβίαση του Διεθνούς ∆ικαίου.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή της Κυριακής, στις 15/10