Ο Παυλίδης απειλεί ιστορικό ρεκόρ του Γιόχαν Κρόιφ στο ολλανδικό πρωτάθληµα. Ο Οδυσσέας Βλαχοδήµος συγκαταλέγεται στους κορυφαίους Ευρωπαίους τερµατοφύλακες της τελευταίας πενταετίας.

Σκάουτερ των κορυφαίων πρωταθληµάτων του πλανήτη συσσωρεύονται πλέον στις εξέδρες των ελληνικών γηπέδων, µε τα βλέµµατα στραµµένα στα «γαλανόλευκα» ταλέντα της επόµενης µέρας: τον Κωνσταντέλια, τον Ιωαννίδη, τον Κουλιεράκη, τον Ντόη…

Μια φορά κι έναν καιρό ο Ελληνας ποδοσφαιριστής θεωρούνταν «ανώριµος» και «όχι καλός επαγγελµατίας», αφήνοντας αδιάφορες τις µεγάλες αγορές του εξωτερικού. Οχι πια...

Η έκθεση του CIES

Το ∆ιεθνές Κέντρο Αθλητικών Ερευνών (CIES), που βρίσκεται στο Νοσατέλ της Ελβετίας και δηµιουργήθηκε σε συνεργασία µε τη FIFA, κάθε χρόνο κάνει µια έκθεση αναφορικά µε τις µεγάλες διαδροµές µετανάστευσης του ποδοσφαίρου σε όλο τον πλανήτη.

Μια έκθεση που προέρχεται από έρευνα 83 ευρωπαϊκών πρωταθληµάτων, 20 στην Ασία, 18 στη Νότια Αµερική, 10 στη Βόρεια Αµερική και τεσσάρων στην Αφρική, για το διάστηµα µεταξύ 2017 και 2023. Με βάση αυτή, η Ελλάδα βρίσκεται στην 34η θέση, ανάµεσα στις 88 χώρες µε τους περισσότερους παίκτες στο εξωτερικό, σε 135 πρωταθλήµατα παγκοσµίως.

Η χώρα µας -στη σχετική κατάταξη- παρουσίασε αύξηση 9,4% (12 παίκτες) σε σχέση µε τη µελέτη που παρουσιάστηκε το 2022.

Ο πρώτος, το 1936

Η κορυφαία χώρα υποδοχής για τους Ελληνες ποδοσφαιρικούς «µετανάστες» είναι η Ιταλία µε 23 παίκτες, αφήνοντας στη δεύτερη θέση τη Γερµανία µε 17 παίκτες. Αυτό δείχνει και την άνοδο του Ελληνα ποδοσφαιριστή, αλλά και την εξέλιξή του, καθώς πλέον µπορεί να κυνηγήσει το όνειρό του.

Ποιος όµως ήταν ο πρώτος Ελληνας ποδοσφαιριστής που πήρε µεταγραφή σε οµάδα του εξωτερικού; Αυτός ήταν ο Κώστας Χούµης, ο οποίος τον Αύγουστο του 1936 έφυγε από τον Εθνικό Πειραιώς για να πάει στη Βένους της Ρουµανίας. Το ποσόν ήταν 1.000.000 δραχµές. Τεράστιο για τα δεδοµένα της εποχής, καθώς στην προπολεµική Ελλάδα το ηµεροµίσθιο ήταν 60 δραχµές. Ο Χούµης ήταν ταχύς, ευκίνητος και επινοητικός, µε δυνατά ευθύβολα σουτ και εκπληκτική κεφαλιά. Ηταν, επίσης, εξαιρετικός ντριµπλέρ. Με τη φανέλα της Βένους έκανε τελικά σπουδαία καριέρα κατακτώντας τρία πρωταθλήµατα Ρουµανίας κατά την περίοδο του Μεσοπολέµου. Μετά τη Βένους αγωνίστηκε στη Ραπίντ Βουκουρεστίου (1947), στην Γκαζ Μετάν (1948-1949) και στην Αράντ (1950).

Το Euro 2004

Από τότε µέχρι σήµερα έγιναν πολλά, σχετικά µε το ποδόσφαιρο, για να φτάσει πλέον η Ελλάδα να έχει µια πολύ καλή θέση αναφορικά µε τους ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται στο εξωτερικό. Βέβαια υπήρξαν και σκαµπανεβάσµατα, καθώς η κατάκτηση του Euro 2004 από την Εθνική Ελλάδας θα περιµενε κανείς πως θα έφερνε µια άνθηση για το ελληνικό ποδόσφαιρο, αλλά και για τον Ελληνα ποδοσφαιριστή. Κάτι τέτοιο, στην πραγµατικότητα δεν υπήρξε σε µεγάλο βαθµό.

Αλλά από το 2015 και µετά, όταν και οι ακαδηµίες στην Ελλάδα αποκτούσαν την κατάλληλη τεχνογνωσία, µέσω συνεργασιών και µε οµάδες από το εξωτερικό, άρχισε να αλλάζει η κατάσταση. Πλέον, στις πλατφόρµες scouting, εκεί όπου ανεβαίνουν όλα τα στοιχεία µε λεπτοµέρειες για τους παίκτες που συµµετέχουν σε αυτές, το όνοµα της Ελλάδας δεν είναι ανυπόληπτο.

Οι Καρέτσας, Κωστής

Ηδη είναι πολλά και τα ταλέντα των ελληνικών οµάδων που παρακολουθούνται, ενώ υπάρχουν και πολλά που αγωνίζονται σε διάφορες οµάδες του εξωτερικού, χωρίς να έχουν περάσει από την Ελλάδα.

Τελευταία, το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγµα είναι του 16χρονου Κωνσταντίνου Καρέτσα, ο οποίος ανήκει στην Γκενκ και είναι ένα από τα µεγαλύτερα ταλέντα στο Βέλγιο.

Αλλο παράδειγµα είναι ο Ηλίας Κωστής, ο οποίος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήµατα στην Κύπρο και τον ΑΠΟΕΛ, από όπου πήγε στην Ατλέτικο Μαδρίτης. Μόλις φέτος έκανε την πρώτη του συµµετοχή µε την πρώτη οµάδα στην αναµέτρηση του Champions League απέναντι στη Φέγενορντ.

Συνέχεια ξεπετάγονται και νέα ταλέντα, µε τους ειδικούς να αναφέρουν πως η Ελλάδα έχει πολλά να δώσει και τα επόµενα χρόνια η θέση της αναφορικά µε τους παίκτες-«µετανάστες» του εξωτερικού ολοένα και θα ανεβαίνει. Ολοι όσοι ασχολούνται µε την «ελληνική ποδοσφαιρική βιοµηχανία» τονίζουν πως στην Ευρώπη όχι µόνο ο εγχώριος ποδοσφαιριστής, αλλά ακόµα και αυτός που δεν έχει περάσει από τις ελληνικές οµάδες κι έχει καταγωγή από τη χώρα, παίζοντας στο εξωτερικό, είναι πλέον αξιοπρόσεκτος.

Ο Τσιµίκας και οι µάνατζερ

Σε αυτό έχουν βάλει το χεράκι τους και οι Ελληνες µάνατζερ, καθώς είναι επίσης απαραίτητοι για την εξέλιξη των παικτών αλλά και την προώθησή τους. Ενας από αυτούς είναι και ο Πασχάλης Τουντούρης, ο οποίος είναι ιδιοκτήτης του γραφείου εκπροσώπησης παικτών «Prosport».

Σε συνέντευξη που είχε δώσει στην «Απογευµατινή» της Κυριακής είχε τονίσει πως ο Ελληνας ποδοσφαιριστής έχει πλέον εξελιχθεί και µπορεί να σταθεί ακόµα και στα µεγάλα ευρωπαϊκά κλαµπ. Ο ίδιος εκπροσωπεί τον Κώστα Τσιµίκα, ο οποίος µόλις τον Σεπτέµβριο έβαλε την υπογραφή του σε νέο συµβόλαιο µε τη Λίβερπουλ, το οποίο θα τον κρατήσει στο Ανφιλντ έως το καλοκαίρι του 2027, µε τις ευλογίες του Γιούργκεν Κλοπ, ο οποίος τον εµπιστεύεται απόλυτα.

Αν ο «Greek Scouser» εξαντλήσει το συµβόλαιό του θα έχει µείνει για µια γεµάτη επταετία σε ένα από τα κορυφαία και πιο διάσηµα ποδοσφαιρικά κλαµπ στον κόσµο. Και από οικονοµικής πλευράς κάθε χρόνο βάζει στον τραπεζικό του λογαριασµό λίγο πάνω από 3.500.000 ευρώ.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής / Του Αλέξανδρου Χρηστάκου