Στην Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είχε την ευκαιρία να απευθυνθεί, χθες, η Μαρία Καρυστιανού, εκπροσωπώντας τον Σύλλογο Συγγενών Θυμάτων Τεμπών.
Μαζί με τον Παύλο Ασλανίδη, πατέρα του Δημήτρη που έχασε τη ζωή του στο σιδηροδρομικό δυστύχημα, προσήλθαν μετά από αίτημα του ευρωβουλευτή Κώστα Αρβανίτη, για να συζητηθεί το θέμα με τη διαδικασία του κατεπείγοντος. Μάλιστα πριν από την είσοδό τους, οι δύο άνοιξαν πανό με τη φράση: «Το μεγαλύτερο θέλω και το καλύτερο μέλλον να ξεπλύνουμε την ντροπή».

Glomex Player(40599x1hkkig7d8l, v-czxhmauyfcht)

Μαρία Καρυστιανού στο Ευρωκοινοβούλιο για τα Τέμπη: Δεν αντέχουμε τη νομιμοποίηση της ατιμωρησίας

Η κυρία Καρυστιανού άρχισε την ομιλία της αναφερόμενη στις 1.350.000 υπογραφές που έχει συγκεντρώσει το αίτημα για την ενεργοποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών σε σχέση με τα Τέμπη. Ξεκαθάρισε ότι δεν απευθύνεται στους ευρωβουλευτές ως ικέτης, επικαλέστηκε τις εγγυήσεις του κράτους δικαίου και τα «αυτονόητα δικαιώματα που έχουμε ως Έλληνες και ως Ευρωπαίοι». «Άνθρωποι απλοί, καλοπροαίρετοι και νομοταγείς δεν αντέχουμε τη νομιμοποίηση της ατιμωρησίας», συμπλήρωσε.

Εστίασε στη σύμβαση 717, για την οποία υπενθύμισε ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διαπίστωσε παράνομες πράξεις και παραλείψεις που συνδέονται αιτιωδώς με το δυστύχημα. Αναφέρθηκε στις παρεμβάσεις που έγιναν στον τόπο του δυστυχήματος τα πρώτα 24ωρα μετά τη σύγκρουση και στην τεράστια έκρηξη, την οποία απέδωσε σε «εύφλεκτες και παράνομες ουσίες, σε ένα φορτίο που δεν ήταν δηλωμένο».

Υποστήριξε ότι εξαιτίας των χειρισμών χάθηκαν κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία. Έκανε, επίσης, λόγο για προσπάθεια συγκάλυψης και για μη ασφαλή σιδηρόδρομο ακόμα και σήμερα, καθώς δεν εφαρμόστηκε ποτέ ο νόμος που ενσωμάτωσε στο ελληνικό Δίκαιο την κοινοτική οδηγία περί ασφάλειας σιδηροδρόμων.

«Εμείς δεν προσδοκούμε από εσάς να γίνετε λαϊκό δικαστήριο», ξεκαθάρισε, αλλά «με αφορμή το προσωπικό μας δράμα, να εγκύψετε με βαθύ το αίσθημα της ευθύνης σε τρία αντικείμενα μείζονος ενωσιακού ενδιαφέροντος: στο κράτος δικαίου, στην προστασία της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας των πολιτών και στην ασφάλεια των συγκοινωνιών».

Στο πλαίσιο αυτό ζήτησε η Επιτροπή να συνεχίσει να εξετάζει το δυστύχημα, να ζητήσει γνωμοδότηση από τις αρμόδιες κοινοτικές επιτροπές και υπηρεσίες, καθώς και να επανεξεταστεί η χορήγηση πιστοποιητικού ασφαλείας στους ελληνικούς σιδηρόδρομους.