Την ώρα που η παγκόσμια κοινή γνώμη παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις σε δύο πολεμικά μέτωπα, της Ουκρανίας και της Γάζας, λίγοι είναι εκείνοι που μπορούν να προσφέρουν μια ψύχραιμη και αναλυτική ματιά στην τρέχουσα κατάσταση και να προβλέψουν την εξέλιξή της, όπως ο στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους. Πρώην διευθυντής της CIA και πρώην επικεφαλής της ΝΑΤΟϊκής δύναμης στον πόλεμο στο Αφγανιστάν, ο πολύπειρος βετεράνος αξιωματικός του αμερικανικού Στρατού και νυν πρόεδρος του KKR Global Institute μιλάει στα «Π» λίγες ημέρες πριν έρθει στην Ελλάδα για να συμμετάσχει στο 9ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, που θα διεξαχθεί στις 10-13 Απριλίου.

Δύο χρόνια και πλέον μετά τη ρωσική εισβολή, βλέπετε κάποιον τρόπο με τον οποίο η Ουκρανία θα μπορούσε να κερδίσει αυτόν τον πόλεμο;

Βλέπω, αλλά πιθανότατα θα απαιτούσε πολύ αυξημένα επίπεδα υποστήριξης της Ουκρανίας από το ΝΑΤΟ και τους άλλους Δυτικούς εταίρους, την αποφασιστικότητα της Ουκρανίας σε σχέση με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει για τη συγκρότηση δυνάμεων, την επιβολή επιπρόσθετων κυρώσεων στη Ρωσία και την πιο αποτελεσματική υλοποίηση των κυρώσεων, την ανάδυση προκλήσεων για τη συγκρότηση δυνάμεων της Ρωσίας, τη μεταφορά των «παγωμένων» σε δυτικές χώρες ρωσικών 300 δισ. δολαρίων στην Ουκρανία και ούτω καθ’ εξής. Πιο ρεαλιστικά, αν υποθέσουμε ότι τα 60 δισ. δολάρια επιπρόσθετης αμερικανικής βοήθειας εγκρίνονται το προσεχές διάστημα και το ουκρανικό Κοινοβούλιο αλλάξει τη νομοθεσία και τις πολιτικές για τη στράτευση, η Ουκρανία θα είναι σε θέση να ενισχύσει την άμυνά της και να αποτρέψει οποιαδήποτε στρατηγικά σημαντική ρωσική προέλαση φέτος, ενώ την ίδια ώρα θα συνεχίσει να σημειώνει πρόοδο απέναντι στον ρωσικό στόλο στη Μαύρη Θάλασσα, ο οποίος έχει ήδη απολέσει περίπου το 30% των πλοίων του και αναγκάστηκε να αποσυρθεί από το λιμάνι της Σεβαστούπολης στην κατεχόμενη Κριμαία, ενώ θα προετοιμάζει το έδαφος για επιθετικές επιχειρήσεις στη συνέχεια. Φυσικά, λόγω της Συνθήκης του Μοντρέ, πολεμικά πλοία δεν μπορούν να διασχίσουν τον Βόσπορο κι έτσι η Ρωσία δεν μπορεί να αντικαταστήσει τα πλοία που βρίσκονται τώρα στον βυθό της Μαύρης Θάλασσας. Μέσα στο τρέχον έτος, η Ουκρανία θα συνεχίσει επίσης να αυξάνει την παραγωγή σημαντικών πυρομαχικών και εναέριων και θαλάσσιων drones, ενώ θα συνεχίσει και την επιχείρηση ενάντια στα ρωσικά διυλιστήρια πετρελαίου και σε άλλους στρατηγικά σημαντικούς στόχους σε κατεχόμενα μέρη της Ουκρανίας, στη Ρωσία και στη Μαύρη Θάλασσα.

Δεδομένων των προκλήσεων που η Ρωσία έχει αντιμετωπίσει στην Ουκρανία, είναι εξαιρετικά αμφίβολο οι ρωσικές δυνάμεις να ξεκινήσουν επιχειρήσεις κάπου αλλού


Πρόσφατα, στην ομιλία μετά την επανεκλογή του, ο Βλαντιμίρ Πούτιν απείλησε ουσιαστικά τη Δύση με έναν «ολοκληρωτικό τρίτο παγκόσμιο πόλεμο». Ποια είναι η δική σας εκτίμηση;

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν και άλλοι υψηλόβαθμοι Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν επανειλημμένως κουνήσει την πυρηνική δαμόκλειο σπάθη και έχουν απειλήσει με άλλες μορφές κλιμάκωσης. Ενώ πρέπει κανείς να λαμβάνει σοβαρά υπόψη του τέτοιες πιθανότητες, πιστεύω ότι είναι αρκετά απίθανες. Η Ρωσία έχει προειδοποιηθεί ενάντια στη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων όχι μόνο από Δυτικούς ηγέτες, αλλά και από τους ηγέτες της Κίνας και της Ινδίας επίσης. Και μια τέτοια χρήση θα είχε πολύ σοβαρές συνέπειες. Πέρα από αυτό, δεδομένων των προκλήσεων που η Ρωσία έχει αντιμετωπίσει στην Ουκρανία, είναι επίσης εξαιρετικά αμφίβολο οι ρωσικές δυνάμεις να ξεκινήσουν επιχειρήσεις κάπου αλλού, παρόλο που μάλλον θα συνεχίσει να εμπλέκεται στη Μολδαβία και να προσπαθεί να χρησιμοποιεί τις δυνατότητές της στην πληροφορική και στον κυβερνοχώρο, για να πυροδοτεί συζητήσεις και να επηρεάζει εκλογές σε δυτικές χώρες, όπως έχει κάνει επανειλημμένως στο παρελθόν.

Στο άλλο πολεμικό μέτωπο, αυτό της Μέσης Ανατολής, επίσης δεν διαφαίνεται προοπτική ειρήνευσης. Σας ανησυχεί το ενδεχόμενο να μετεξελιχθεί σε περιφερειακή σύγκρουση;

Πρέπει να ανησυχούμε για την πιθανότητα μιας ευρύτερης σύγκρουσης, αν και το Ιράν φαίνεται να θέλει να αποφύγει αυτή την προοπτική. Εχει πει, για παράδειγμα, στους ηγέτες των σιιτών πολιτοφυλάκων στο Ιράκ, που υποστηρίζονται από το Ιράν, να σταματήσουν τις ενέργειές τους ενάντια στις αμερικανικές δυνάμεις. Επιπλέον, φαίνεται πως η λιβανέζικη «Χεζμπολάχ» περιορίζει τον αριθμό και το εύρος των καθημερινών της επιθέσεων. Τέλος, αναφορικά με τους Χούθι στην Υεμένη, τους οποίους υποστηρίζει το Ιράν: Ενώ η παρακώλυση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας μέσω της Ερυθράς Θάλασσας που προκαλούν έχει αναγκάσει περίπου το 60% της κανονικής κυκλοφορίας διά θαλάσσης μέσω της Ερυθράς Θάλασσας να πάει γύρω από την Αφρική, αυτές οι ενέργειες δεν έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία. Συνοψίζοντας, ενώ μια ευρύτερη σύγκρουση είναι ενδεχόμενη, δεν μοιάζει πιθανή αυτή τη στιγμή.

Η Ελλάδα έχει προσφέρει στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία και έχει αναλάβει ηγετικό ρόλο στην ευρωπαϊκή επιχείρηση «Ασπίδες» στην Ερυθρά Θάλασσα. Πώς βλέπετε τον ρόλο της χώρας μας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο;

Ως πολύ, πολύ σημαντικό. Στην πραγματικότητα, από πολλές απόψεις η Ελλάδα υπερβαίνει τον εαυτό της, συμπεριλαμβανομένης της δαπάνης άνω του 3% του ΑΕΠ στην άμυνα, του τρίτου υψηλότερου ποσοστού ανάμεσα στα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ.

Ειδικά σε σχέση με το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, μπορεί να παίξει έναν ευρύτερο ρόλο ως ενεργειακός κόμβος και κόμβος ασφάλειας και πώς μπορεί να το πετύχει αυτό;

Πιστεύω ότι μπορεί, παρόλο που αυτή η δυνατότητα θα εξαρτηθεί αναμφίβολα από επιπλέον αποφάσεις που θα ληφθούν από μια σειρά χωρών, πάνω στην περιφερειακή αρχιτεκτονική για τη μεταφορά ενέργειας, και επίσης από διάφορες επιπρόσθετες αποφάσεις για την αρχιτεκτονική των logistics, που θα υποστηρίξουν το αυξανόμενο ενδιαφέρον του ΝΑΤΟ για την Ανατολική Ευρώπη.

Πώς απαντάτε σε όσους υποστηρίζουν ότι, εφόσον οι ΗΠΑ προμηθεύσουν την Τουρκία με νέα F-16, αυτά τα μαχητικά αεροσκάφη θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εναντίον μιας συμμάχου χώρας στο ΝΑΤΟ;

Πρώτον, δεν πιστεύω ότι η Τουρκία θα χρησιμοποιούσε τα F-16 της ενάντια σε σύμμαχο μέλος του ΝΑΤΟ. Δεύτερον, θα υπενθύμιζα ότι το υπό συζήτηση κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα, είδε το αίτημά της για 40 F-35 να εγκρίνεται από το Πεντάγωνο και από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, με τη σχετική έγκριση να δίδεται στο αμερικανικό Κογκρέσο τον Ιανουάριο.

*Δημοσιεύθηκε στα «Παραπολιτικά»