Κάποτε το καλοκαίρι ήταν συνώνυµο της ξεγνοιασιάς, της ανάπαυλας, του ήλιου, της θάλασσας και των ανεπιτήδευτων στιγµών. Όλοι το ανέµεναν µε χαρά, για να πάνε διακοπές και να γεµίσουν τις µπαταρίες τους για τον επερχόµενο χειµώνα. Σήµερα, όµως, για όλο και µεγαλύτερο αριθµό ανθρώπων το καλοκαίρι µοιάζει περισσότερο µε µια εποχή κόπωσης και άγχους, παρά ξεκούρασης και ανεµελιάς.

Διαβάστε: Καιρός: Επικαιροποιήθηκε το Έκτακτο Δελτίο - Μέχρι πότε θα συνεχιστεί ο καύσωνας, σε ποιες περιοχές θα δούμε 43άρια


Κώστας Λαγουβάρδος: Η κλιµατική αλλαγή έχει επηρεάσει σηµαντικά τα καλοκαίρια µας

Και δεν πρόκειται µόνο για µια υποκειµενική αίσθηση πως κάτι έχει αλλάξει. Όπως αναφέρει στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» ο Κώστας Λαγουβάρδος, διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιµης Ανάπτυξης (ΙΕΠΒΑ) του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ), «η κλιµατική αλλαγή έχει επηρεάσει σηµαντικά τα καλοκαίρια µας, τα οποία πλέον χαρακτηρίζονται από καύσωνες συχνότερους, εντονότερους και µεγαλύτερους σε διάρκεια σε σχέση µε τα προηγούµενα χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό πως το καλοκαίρι του 2023 βιώσαµε καύσωνα διάρκειας 15 ηµερών, ενώ το 2024 καταγράφηκε το ρεκόρ των 16 ηµερών. Επίσης, από τους 13 µεγάλους σε διάρκεια καύσωνες από το ’80 και µετά, οι 7 έχουν καταγραφεί τα τελευταία 15 χρόνια. Και παρόλο που µπορεί να πρόκειται για τυχαία φαινόµενα, είναι ενδεικτικά µιας τάσης που δεν µπορούµε πια να αγνοούµε».

Πώς, λοιπόν, να νιώσουµε ξέγνοιαστοι, όταν η ζέστη µπορεί να εξελιχθεί σε απειλή για τη σωµατική και την ψυχική µας υγεία; Κι όταν στις ακραίες θερµοκρασίες έρχονται να προστεθούν κι οι πυρκαγιές, τα καλοκαίρια µοιάζουν µε εφιάλτη. Όπως µας λέει ο κ. Λαγουβάρδος, «και οι δασικές πυρκαγιές συνδέονται µε την κλιµατική αλλαγή, µε τους παρατεταµένους καύσωνες να συµβάλουν στην ανεξέλεγκτη εξάπλωσή τους. Ο καύσωνας ξεραίνει την καύσιµη ύλη στα δάση και, έτσι, όταν ξεσπάσει µια πυρκαγιά είτε από αµέλεια είτε από εµπρησµό, συµβάλλει στο να εξαπλωθεί πολύ γρήγορα, ακόµα και χωρίς άνεµο, όπως συνέβη στις φωτιές του 2021 στη Βαρυµπόµπη. Με λίγα λόγια, η παρατεταµένη ανοµβρία και οι υψηλές θερµοκρασίες του καλοκαιριού δηµιουργούν το ιδανικό υπόβαθρο για επικίνδυνες πυροµετεωρολογικές συνθήκες. Αν έχουµε και άνεµο, τα πράγµατα γίνονται χειρότερα. Παράλληλα, έχει επιµηκυνθεί η αντιπυρική περίοδος, καθώς βλέπουµε να ξεσπούν φωτιές από τον Μάιο µέχρι και τέλος του Σεπτεµβρίου. Μάλιστα, το 2024, οπότε είχαµε έναν πολύ ζεστό χειµώνα, είδαµε φωτιές ακόµα και τέλος Μαρτίου στα Πιέρια Όρη».

Όλες αυτές οι νέες ακραίες συνθήκες έχουν φθείρει την εικόνα του µεσογειακού καλοκαιριού, που τα τελευταία χρόνια τείνει να συνδέεται µε άσχηµες καταστάσεις, όπως µακρές περιόδους ζέστης, που είναι επιβαρυντικές για την ανθρώπινη υγεία, αλλά και πυρκαγιές, που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή και την περιουσία των πολιτών. Ταυτόχρονα, επηρεάζεται η ψυχολογία µας.

Η κλιµατική αλλαγή έχει επηρεάσει σηµαντικά τα καλοκαίρια µας, τα οποία πλέον χαρακτηρίζονται από καύσωνες συχνότερους και πιο έντονους σε σχέση µε τα προηγούµενα χρόνια ΚΩΣΤΑΣ ΛΑΓΟΥΒΑΡ∆ΟΣ, ∆ΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΣΤΟ ΙΕΠΒΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΑΣΤΕΡΟΣΚΟΠΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ


Βασιλένα Σταυροπούλου: Όταν η θερµοκρασία ανεβαίνει, αυξάνεται η ευερεθιστότητα, το στρες και η επιθετικότητα

Όπως εξηγεί η Βασιλένα Σταυροπούλου, ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια PhD, µιλώντας στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», «όταν η θερµοκρασία ανεβαίνει, αυξάνεται η ευερεθιστότητα, το στρες, ακόµα και η επιθετικότητα. ∆εν κοιµόµαστε καλά, δεν µπορούµε να συγκεντρωθούµε, δεν νιώθουµε ασφαλείς. Και µέσα σε όλα αυτά υπάρχει κι ένα πιο βαθύ, υπόγειο άγχος: η αίσθηση ότι ο κόσµος γύρω µας αλλάζει µε τρόπους που δεν ελέγχουµε. Αυτό είναι το λεγόµενο κλιµατικό άγχος. Είναι ο φόβος και η αγωνία για το µέλλον του πλανήτη, για την αβεβαιότητα που φέρει η κλιµατική κρίση. ∆εν αφορά µόνο τους επιστήµονες ή τους ακτιβιστές, αφορά όλους µας, ακόµα κι αν δεν το ονοµάζουµε έτσι. Το κλιµατικό άγχος γίνεται πιο έντονο όταν βλέπουµε την καταστροφή να συµβαίνει γύρω µας: φωτιές που απειλούν σπίτια, τοπία που αγαπούσαµε και δεν υπάρχουν πια, περιοχές που θυµίζουν αποκαΐδια αντί για καλοκαίρι. Και συχνά νιώθουµε αβοήθητοι ή θυµωµένοι γιατί αυτά τα φαινόµενα δεν είναι απλώς φυσικά, είναι και βαθιά πολιτικά».

Όταν η θερµοκρασία ανεβαίνει, αυξάνεται η ευερεθιστότητα, το στρες, ακόµα και η επιθετικότητα. ∆εν κοιµόµαστε καλά, δεν µπορούµε να συγκεντρωθούµε, δεν νιώθουµε ασφαλείς ΒΑΣΙΛΕΝΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ-ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΡΙΑ PhD


Ο ρόλος των social media

Κι ενώ όλα τα παραπάνω συµβαίνουν σε µια εποχή που για δεκαετίες είχαµε ταυτίσει µε την ανεµελιά και τις πιο φωτεινές αναµνήσεις µας, το καλοκαίρι µοιάζει πλέον να κουβαλά περισσότερες προσδοκίες απ’ όσες µπορεί να αντέξει. Σύµφωνα µε την κ. Σταυροπούλου, «η συνεχής έκθεση στα social media έχει µετατρέψει το καλοκαίρι σε “σκηνή επίδοσης” αντί για χώρο ανάπαυλας. Η εποχή αυτή είναι πλέον µια υπόσχεση ότι θα ηρεµήσουµε, θα γεµίσουµε µπαταρίες, θα ζήσουµε όπως θα θέλαµε. Κι όταν αυτό δεν συµβεί, αντί να στραφούµε µε κατανόηση στον εαυτό µας, γεµίζουµε ενοχές. “Γιατί δεν χαίροµαι;”, “τι µου φταίει πάλι;”. Αυτές οι σκέψεις όχι µόνο δεν βοηθούν, αλλά µπορεί να εντείνουν υπόγειες ψυχικές δυσκολίες, όπως η κατάθλιψη ή το άγχος. Η αλήθεια, όµως, είναι πως, όταν κουβαλάµε ένα ολόκληρο έτος στρες, δεν µπορούµε να το ξεφορτωθούµε σε µια παραλία µε το ζόρι. Και το εγχείρηµα γίνεται ακόµα πιο δύσκολο, αν σκεφτούµε πως, σε αντίθεση µε το παρελθόν, όταν οι άνθρωποι έκλειναν κυριολεκτικά και µεταφορικά, τώρα δεν κλείνει τίποτα. Είµαστε συνεχώς συνδεδεµένοι µε αυτό που αφήνουµε πίσω µας». «Ακόµα και οι διακοπές γίνονται ένα “πρότζεκτ” που πρέπει να οργανωθεί τέλεια, να φωτογραφηθεί όµορφα και να αποδειχθεί χρήσιµο», συµπληρώνει η κ. Σταυροπούλου, η οποία εξηγεί τι είναι το FOMO (Fear Οf Missing Out), που βασανίζει πολλούς νέους ανθρώπους.

«Ο φόβος ότι χάνουµε κάτι σηµαντικό που οι άλλοι ζουν είναι πια σχεδόν συστηµικός το καλοκαίρι. Οι πλατφόρµες µάς κρατούν συνεχώς συνδεδεµένους µε αυτό που δείχνουν να ζουν οι άλλοι και όσο περισσότερο σκρολάρουµε, τόσο περισσότερο νιώθουµε ότι είµαστε εκτός. ∆εν είναι απλώς ότι βλέπουµε ωραίες στιγµές. Είναι ότι αρχίζουµε να πιστεύουµε πως αυτές οι στιγµές είναι ο κανόνας και πως η δική µας ζωή υπολείπεται. Κι έτσι, αντί να ξεκουραστούµε, είµαστε διαρκώς σε εγρήγορση, µη χάσουµε κάτι. Μια εµπειρία, ένα πάρτι, µια ευκαιρία να δείξουµε ότι κι εµείς περνάµε καλά. Αυτό το ασταµάτητο σκρολάρισµα γίνεται σχεδόν εµµονικό, σαν να παρακολουθούµε τη ζωή απ’ έξω, αλλά όχι τη δική µας. Το αποτέλεσµα; Αντί να είµαστε παρόντες σε αυτό που ζούµε, νιώθουµε ανεπαρκείς, συγκρινόµαστε και τελικά χάνουµε την επαφή µε το δικό µας καλοκαίρι, όσο ήσυχο ή απλό κι αν είναι. Κι αυτό είναι από µόνο του µια µεγάλη απώλεια».


Ένας στους δύο Έλληνες δεν θα πάει φέτος διακοπές

Μέσα σε όλα αυτά -τις υψηλές θερµοκρασίες, τον φόβο των πυρκαγιών και την ψυχολογική πίεση έρχεται να προστεθεί ακόµα ένας κρίσιµος παράγοντας: η οικονοµική στενότητα, η οποία υπάρχει καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, αλλά το καλοκαίρι έρχεται στο προσκήνιο, αφού όλοι θέλουν να πάνε διακοπές. Ωστόσο, σύµφωνα µε πρόσφατη έρευνα του ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Ερευνας Λιανεµπορίου Καταναλωτικών Αγαθών), που πραγµατοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2025, µε δείγµα 800 καταναλωτές από όλη την Ελλάδα, το 52% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν θα πάει καθόλου διακοπές φέτος, ενώ το υπόλοιπο 48% θα ταξιδέψει, αλλά µε περιορισµένη διάρκεια και αυστηρό προϋπολογισµό.

Συγκεκριµένα, ο µέσος χρόνος διακοπών για όσους τελικά ταξιδέψουν διαµορφώνεται στις 11,3 ηµέρες, στοιχείο που επιβεβαιώνει την τάση για συγκρατηµένες αποδράσεις. Η πλειοψηφία του κοινού επιλέγει τις εξοχικές κατοικίες, είτε για φιλοξενία (31%) είτε για διαµονή (23%). Το 21% επιλέγει διαµονή σε ενοικιαζόµενα δωµάτια και µόνο το 7% διαµονή σε ξενοδοχεία, κάτι που αποτελεί ένδειξη για τη δυνατότητα οικονοµικής ανταπόκρισης των ελληνικών νοικοκυριών στις εναλλακτικές που υπάρχουν.

Τέλος, το 5% επιλέγει camping και ένα άλλο 5% επιλέγει ταξίδι στο εξωτερικό. Οσο για τις πιο κοστοβόρες επιλογές, όπως τα ξενοδοχεία all inclusive και τις κρουαζιέρες, συγκεντρώνουν εξαιρετικά χαµηλά ποσοστά. Σε γενικές γραµµές, δηλαδή, καταγράφεται µια πρόθεση του ελληνικού κοινού για οικονοµικότερες λύσεις διακοπών.

Η µεγάλη εικόνα που προκύπτει είναι αποκαρδιωτική: Τα καλοκαίρια µας πλέον δεν τα ζούµε µε ελευθερία, αλλά τα διαχειριζόµαστε µε στρατηγική. Πότε θα πάρουµε άδεια, πού µπορούµε να πάµε χωρίς να ξεφύγουµε οικονοµικά, πώς θα περάσουµε «καλά» χωρίς να ξεπεράσουµε τα όρια µας.

Το αποτέλεσµα είναι ένα καλοκαίρι συρρικνωµένο, όχι µόνο σε διάρκεια, αλλά και σε νόηµα: λιγότερες διακοπές, περισσότερος κόπος, µικρότερη ανάπαυλα, σε ένα περιβάλλον που γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο - θερµικά, συναισθηµατικά και οικονοµικά.


Τι πρέπει να κάνουµε για να απολαύσουµε το καλοκαίρι µας όπως παλιά;

Σίγουρα να επαναπροσδιορίσουµε τι είναι αυτό που πραγµατικά χρειαζόµαστε και να σταµατήσουµε να συγκρίνουµε τις ζωές µας µε αυτές των άλλων. «Είναι αναγκαίο να θυµόµαστε πως αυτό που βλέπουµε δεν είναι όλη η εικόνα. Κανείς δεν ανεβάζει φωτογραφίες µοναξιάς, θλίψης ή άγχους. Όλοι δείχνουν στιγµές, όχι τη βαθύτερη συναισθηµατική τους πραγµατικότητα. Επιπλέον, είναι σηµαντικό να αναγνωρίσουµε ότι η ξεκούραση δεν γίνεται κατά παραγγελία. Πολύ συχνά εναποθέτουµε όλες µας τις ελπίδες για ανάπαυση σε ένα χρονικά περιορισµένο διάστηµα. Κι όταν αυτή η ξεκούραση δεν έρθει γιατί το άγχος µας ακολουθεί ή γιατί η πραγµατικότητα δεν συµβαδίζει µε τις προσδοκίες, απογοητευόµαστε. Και πολλές φορές επιστρέφουµε στη ρουτίνα πιο κουρασµένοι, µε την αίσθηση ότι «ούτε στις διακοπές δεν τα κατάφερα».

Γι’ αυτό είναι σηµαντικό να επιτρέπουµε στον εαυτό µας να νιώθει ό,τι νιώθει, χωρίς πίεση, χωρίς σύγκριση, χωρίς την προσδοκία του «τέλειου καλοκαιριού». Η φροντίδα, η αποσυµπίεση και η αληθινή ξεκούραση δεν έρχονται µε το ρολόι, αλλά µε µικρές, σταθερές στιγµές, που δεν µπορεί να είναι για όλους ίδιες, συµβουλεύει η κ. Σταυροπούλου.

Εποµένως, δεν χρειάζεται να ζήσουµε το «τέλειο καλοκαίρι», αλλά να φροντίσουµε να είµαστε παρόντες σε αυτό που πραγµατικά ζούµε.

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά