1η Αυγούστου 1974: Όταν η Ελλάδα έμεινε χωρίς Σύνταγμα - Πώς παρενέβη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με την υπογραφή της Συντακτικής Πράξης
Ολόκληρη η Συντακτική Πράξη της 1ης Αυγούστου 1975
Πώς με τη Συντακτική Πράξη της 1ης Αυγούστου 1974 η Ελλάδα μπήκε σε δημοκρατική τροχιά, με αποκορύφωμα την ψήφιση του Συντάγματος του 1975, το οποίο αν και έχει αναθεωρηθεί σε πολλά άρθρα του, ισχύει έως σήμερα
Το ημερολόγιο έδειχνε 1η Αυγούστου 1974 και η Ελλάδα έκανε τα πρώτα της μεταπολιτευτικά βήματα μετά την κατάρρευση της χούντα, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, να αναλαμβάνει τις τύχες της χώρας που βίωσε τον «γύψο» για 7,5 χρόνια, ηγούμενος της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Ένα από τα ζητήματα που καλούνταν να λύσει ο «Εθνάρχης» ήταν με ποιον τρόπο θα κυβερνηθεί η Ελλάδα από τη στιγμή που οι Θεσμοί είχαν «κατακρεουργηθεί» από τους «Απριλιανούς», ενώ το χουντικό «Σύνταγμα» που είχε ψηφιστεί μέσω του νόθου δημοψηφίσματος το 1968, δεν είχε την απαιτούμενη λαϊκή νομιμοποίηση.
Το μοναδικό Συνταγματικό κείμενο ήταν αυτό του 1952 αλλά και πάλι δεν μπορούσε να εφαρμοστεί από τη στιγμή που προέβλεπε ως πολίτευμα την Βασιλευόμενη Δημοκρατία. Ως εκ τούτου έπρεπε να βρεθεί άμεσα λύση για να πάψει να υφίσταται το Θεσμικό κενό. Ο Καραμανλής χωρίς να χάσει χρόνο συγκάλεσε το υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, το οποίο κλήθηκε να εγκρίνει άμεσα τη Συνταγματική Πράξη μέσω της οποίας θα γινόταν πράξη η αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας αλλά και των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών μέχρι την ψήφιση του νέου Συντάγματος, τον Ιούνιο του 1975, μέσω του οποίου ως πολίτευμα της Ελλάδας ορίστηκε η προεδρευόμενη Δημοκρατία.
Για πολλά χρόνια τα πρακτικά του υπουργικού συμβουλίου είχαν ξεχαστεί σε μία από τις αποθήκες που βρίσκονται στο Κοινοβούλιο. Ήρθαν στο φως το 2018 και αφού πρώτα έγινε η ταξινόμησή τους, στη συνέχεια ακολούθησε η συντήρησή τους από το αρμόδιο Τμήμα Αρχείων της Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων. Στη Συντακτική Πράξη της 1ης Ιουλίου 1974 αποφασίστηκε να επανέλθει το Σύνταγμα της 1ης Ιανουαρίου 1952 «εξαιρέσει των διατάξεων αυτού των καθοριζουσών την μορφήν του Πολιτεύματος» (άρθρο 1).
Ένα ακόμη πρόβλημα που έπρεπε να λυθεί ήταν το ζήτημα με το ποιος θα ηγηθεί του Κράτους. Παρά το γεγονός ότι «μέχρι του οριστικού καθορισμού της μορφής του Πολιτεύματος διά της ελευθέρας εκφράσεως της βουλήσεως του Ελληνικού Λαού τα καθήκοντα του Ανωτάτου Αρχοντος ασκούνται υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας» (άρθρο 2), χρέη προέδρου της Δημοκρατίας εξακολουθούσε να ασκεί ο διορισμένος από τη χούντα στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης. Ο Γκιζίκης έμεινε στη θέση του μέχρι τον Δεκέμβριο του 1974, όταν και πραγματοποιήθηκε το Δημοψήφισμα μέσω του οποίο αποφασίστηκε η νέα μορφή του Πολιτεύματος. Δηλαδή η οριστική κατάργηση της Βασιλευόμενης Δημοκρατίας και η εγκαθίδρυση της Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας.
Παράλληλα στο άρθρο 6 της Συντακτικής Πράξης οριζόταν ότι στο άρθρο 21 του Συντάγματος του 1952 προστίθεται ότι «ουδέν άτομον, ουδέν τμήμα του Λαού επιτρέπεται να αντιποιηθή οπωσδήποτε την άσκησιν της λαϊκής κυριαρχίας και των εξουσιών αυτής», ενώ το άρθρο 7 αντικαθιστούσε το άρθρο 28 του Συντάγματος του 1952, οπότε και ορίστηκε ότι «η δικαστική εξουσία ενεργείται διά των Δικαστηρίων, αι δε δικαστικαί αποφάσεις εκτελούνται εν ονόματι του Προέδρου της Δημοκρατίας».
Παράλληλα στο άρθρο 10 οριζόταν ότι «μέχρι της συγκλήσεως της Εθνικής Αντιπροσωπείας η νομοθετική εξουσία ενεργείται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου διά νομοθετικών διαταγμάτων» (σ.σ. καθώς δεν έχει συγκροτηθεί ακόμη νέα Βουλή), με τα οποία μάλιστα «δύναται να ρυθμίζωνται και μετ’ αναδρομικής δυνάμεως θέματα, προκύπτοντα εκ των από της 21ης Απριλίου 1967 και εφ’ εξής εκδοθεισών Συντακτικών ή συνταγματικού χαρακτήρος Πράξεων ως και παν έτερον θέμα σχετικόν προς την αποκατάστασιν της δημοκρατικής νομιμότητος και των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών ως και προς την ανάκλησιν, κατάργησιν ή άρσιν των συνεπειών πάσης φύσεως γενικού ή ατομικού χαρακτήρος πράξεων γενομένων κατά την ως άνω περίοδον».
Τα ζητήματα της διοίκησης των Ενόπλων Δυνάμεων ορίζονταν με το άρθρο 11, που ξεκαθάριζε ότι τη διοίκησή τους «ασκεί η Κυβέρνησις διά του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων», ο οποίος, όπως και οι αρχηγοί του Στρατού Ξηράς, Θαλάσσης και Αέρος «επιλέγονται μεταξύ των συγκεντρούντων τα κατά Νόμον προσόντα υπό Ανωτάτου Συμβουλίου Εθνικής Αμύνης».
Την ίδια ώρα οριζόταν στο άρθρο 12 ότι μέχρι τη σύγκληση της Βουλής «ο νόμος περί καταστάσεως πολιορκίας τίθεται εις εφαρμογήν διά Προεδρικού Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργικού Συμβουλίου, άνευ ετέρας διατυπώσεως, καθορίζοντας δε συνάμα και την διάρκειαν της ισχύος αυτού». Επιπρόσθετα στο άρθρο 30 είχε προστεθεί η παρακάτω παράγραφος: «Μέχρι της συγκλήσεως της Εθνικής Αντιπροσωπείας, η ανάκρισις επί των ποινικών αδικημάτων, των προβλεπομένων υπό των νόμων περί ευθύνης των μελών της Κυβερνήσεως και των Υφυπουργών ενεργείται κατά τας κειμένας διατάξεις, μη απαιτουμένης προτέρας ειδικής αδείας», ενώ προβλεπόταν ότι «η λήξις της παραγραφής πάντων των αδικημάτων των προβλεπομένων υπό των νόμων περί ευθύνης των μελών της Κυβερνήσεως και των Υφυπουργών αναστέλλεται μέχρι πέρατος της πρώτης συνόδου της μελλούσης να συγκληθή Εθνικής Αντιπροσωπείας».
Η Συντακτική Πράξη αποτέλεσε το έναυσμα για μία σειρά από γεγονότα που οδήγησαν στην ψήφιση του Συντάγματος του 1975 το οποίο ισχύει μέχρι σήμερα, αν και έχει υποστεί αναθεωρήσεις σε πολλά άρθρα του. Αρχικά στις 17 Νοεμβρίου, έναν χρόνο μετά από την αιματοβαμμένη εξέγερση του Πολυτεχνείου, έγιναν οι πρώτες εκλογές μετά το 1964, με την Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή να καταγράφει εκλογικό θρίαμβο με 54% εκλέγοντας 220 βουλευτές, ενώ στις 9 Δεκεμβρίου ακολούθησε το δημοψήφισμα μέσω του οποίου λύθηκε το Πολιτειακό. Προσωρινός πρόεδρος Δημοκρατίας τοποθετήθηκε ο Μιχαήλ Στασινόπουλος, ο οποίος άσκησε τα καθήκοντά του μέχρι τον Ιούνιο του 1975, όταν εξελέγη ανώτατος Πολιτειακός άρχοντας ο Κωνσταντίνος Τσάτσος.