Στέλιος Στυλιανίδης στα "Παραπολιτικά": Η ψυχιατρική μεταρρύθμιση απαιτεί πολιτική βούληση και πόρους
Τι ισχύει για τις ψυχιατρικές νοσηλείες;
Ο διακεκριμένος ψυχίατρος - ψυχαναλυτής - ομαδικός αναλυτής Στέλιος Στυλιανίδης, ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μιλά στα "Παραπολιτικά" για το θέμα της αναγκαστικής ψυχιατρικής νοσηλείας

Ο διακεκριμένος ψυχίατρος - ψυχαναλυτής - ομαδικός αναλυτής Στέλιος Στυλιανίδης, ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μίλησε στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» για ένα θέμα που απασχολεί διαχρονικά την κοινωνία, αυτό της αναγκαστικής ψυχιατρικής νοσηλείας, που αφορά πάνω από το 55% στο σύνολο των ψυχιατρικών νοσηλειών στην Ελλάδα, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στο 12%-15%. Σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Στυλιανίδη, με δεδομένο και τον κοινωνικό στιγματισμό που πλήττει τους ασθενείς και τις οικογένειές τους, «είναι επιτακτική η ανάγκη για ενίσχυση της αξιολόγησης, παρακολούθησης και ελέγχου της εφαρμογής του νόμου από ανεξάρτητη Αρχή», ενώ, όπως λέει, για να αλλάξει ή, έστω, και να εφαρμοστεί αξιόπιστα ο νόμος, απαιτούνται, αφενός, ισχυρή πολιτική βούληση και, αφετέρου, επαρκείς οικονομικοί πόροι.
Διαβάστε: Γιώργος Μαζωνάκης: "Οι αδελφές του απειλούσαν τον γιατρό" - Τι αποκαλύπτει ο δικηγόρος του τραγουδιστή
Ως ιδρυτής και επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας, επισήμανε ότι η ΕΠΑΨΥ έχει ασχοληθεί με το θέμα της ακούσιας νοσηλείας στην Ελλάδα, μέσω ερευνητικών ομάδων που συγκρότησε σε συνεργασία με πανεπιστήμια και πρότεινε στην κοινότητα «συγκεκριμένη μεθοδολογία εναλλακτικών μορφών ψυχιατρικής φροντίδας».
Πώς κρίνετε το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο για τις αναγκαστικές ψυχιατρικές νοσηλείες στην Ελλάδα;
Το θεσμικό πλαίσιο ακολουθεί τις δημοκρατικές κατευθύνσεις για την προστασία των δικαιωμάτων των ψυχικά ασθενών, όπως ισχύουν στα περισσότερα κράτη της Ε.Ε. Ο νόμος 2071/92 ρυθμίζει την εισαγωγή, νοσηλεία και έξοδο σε/από μονάδα ψυχικής υγείας και εστιάζει στην καθιέρωση σαφών προϋποθέσεων για την επιβολή της ακούσιας νοσηλείας, αποσυνδέοντας την επικινδυνότητα από την ψυχική νόσο και δίνοντας έμφαση στην αναγκαιότητα θεραπείας, στις εγγυήσεις δικαστικού ελέγχου της νοσηλείας, στη θέσπιση σύντομων προθεσμιών δικαιοδοτικού ελέγχου και στην υποχρέωση για ενημέρωση του νοσηλευομένου σχετικά με τα δικαιώματά του.
Έπειτα από την εμπειρία 33 χρόνων εφαρμογής του νόμου, αποτελεί κοινό τόπο η μη ουσιαστική εφαρμογή στην πράξη των διατάξεων για την προστασία των δικαιωμάτων των ευάλωτων συμπολιτών μας. Υπάρχουν σημεία που πρέπει να αλλάξουν;
Τα κύρια προβλήματα είναι:
α) Η έλλειψη ενημέρωσης των ψυχιάτρων, των δικαστικών λειτουργών και των αστυνομικών Αρχών για βασικά θέματα εφαρμογής του νόμου.
β) Η μεταφορά των ασθενών από την Αστυνομία, που επείγει να καταργηθεί, με την ταυτόχρονη ίδρυση σύγχρονου ψυχιατρικού ΕΚΑΒ, σύμφωνα με τις καλές ευρωπαϊκές πρακτικές.
γ) Η μη εκδίκαση, εντός 10ημέρου, των υποθέσεων στο μονομελές Πρωτοδικείο, λόγω φόρτου εργασίας.
δ) Η μη διεξαγωγή της εξέτασης από το δικαστήριο στον χώρο της νοσηλείας. Είναι επιτακτική η ανάγκη για ενίσχυση της αξιολόγησης, παρακολούθησης και ελέγχου της εφαρμογής του νόμου από ανεξάρτητη Αρχή. Απαιτείται, επίσης, η ενίσχυση της εκπροσώπησης των οικογενειών και των ληπτών υπηρεσιών ψυχικής υγείας στις διαδικασίες διαμόρφωσης και ελέγχου των αποφάσεων που αφορούν τους «αόρατους» συμπολίτες μας.
Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε τροποποίηση του νομικού πλαισίου πρέπει να συνοδεύεται από αναδιοργάνωση και περαιτέρω ανάπτυξη, με συντονισμό, λογοδοσία και αξιολόγηση, ενός τομεοποιημένου δικτύου υπηρεσιών κοινοτικής ψυχιατρικής. Χωρίς ισχυρή πολιτική βούληση και πόρους για την ολοκλήρωση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, δεν μπορεί να υπάρξει αξιόπιστη εφαρμογή ακόμα και του πλέον δημοκρατικού νόμου.
Τι γίνεται στην περίπτωση που οδηγηθεί κάποιος σε ψυχιατρική κλινική με εισαγγελική παραγγελία και οι γιατροί κρίνουν ότι δεν έχει πρόβλημα;
Οι αστυνομικοί τον αφήνουν να φύγει χωρίς κάποια πρόνοια για παροχή εξωνοσοκομειακής φροντίδας, εάν χρειάζεται.
Αν ο προσαγόμενος κριθεί από τους ιατρούς ότι δεν χρειάζεσαι νοσηλεία και έχει μπει παραμονές αργίας, τι γίνεται; Μένει ή φεύγει;
Φυσικά, πρέπει να φύγει και η κλινική να ενημερώσει τις εισαγγελικές Αρχές μετά την αργία.
Μπορεί ο καθένας να ζητήσει εισαγγελική εντολή για έναν συγγενή πρώτου βαθμού και τελικά αυτός να μπει μέσα, να διαπιστωθεί ότι δεν έχει πρόβλημα, αλλά το στίγμα να παραμείνει;
Καθένας μπορεί να ζητήσει εισαγγελική εντολή για αναγκαστική ψυχιατρική εξέταση συγγενούς πρώτου βαθμού, η οποία πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός 48ώρου από δύο ψυχιάτρους του ΕΣΥ. Εάν η αξιολόγηση της κλινικής εικόνας του προσερχομένου πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να νοσηλευτεί χωρίς τη συγκατάθεσή του, τότε αυτό γίνεται. Αν όχι, τότε μπορεί με τη θέλησή του, εκούσια, να νοσηλευτεί ή να του προταθεί παραπομπή σε κοινοτική υπηρεσία ψυχικής υγείας. Το αίτημα για έκδοση εισαγγελικής εντολής, εφόσον δεν επιδιώχθηκαν εναλλακτικές λύσεις, στιγματίζει και τον πάσχοντα και την οικογένεια, ακόμα και αν θεωρηθεί εκ των υστέρων ως λάθος.
Το κοινωνικό στίγμα, αλλά ιδιαίτερα ο αυτοστιγματισμός των ατόμων που έχουν βιώσει την εμπειρία της αναγκαστικής ψυχιατρικής νοσηλείας, είναι κάτι ευρύτερο. Η τραυματική αυτή εμπειρία απαιτεί μακρόχρονη διαδικασία ανάκαμψης. Η στέρηση της ελευθερίας ενός ανθρώπου δεν μπορεί να συμβεί χωρίς μεγάλο ψυχικό, συναισθηματικό και κοινωνικό κόστος.
Εξάλλου, μέσα από ποιοτική έρευνα έχουμε διαπιστώσει ότι οι ίδιοι οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, οι οποίοι εργάζονται σε νοσοκομειακό πλαίσιο, βιώνουν επίπονη επαγγελματική εξουθένωση (burn out) όταν αναγκάζονται να προσφεύγουν σε μέτρα φυσικής καθήλωσης (δέσιμο με ιμάντες) ή απομόνωσης του ασθενούς, λόγω υποστελέχωσης και ελλείμματος εκπαίδευσης, για την αποκλιμάκωση βίαιων ή επιθετικών συμπεριφορών ορισμένων ασθενών. Το ΕΔΑΔ έχει καταδικάσει επανειλημμένως τη χώρα μας για την παραβίαση των δικαιωμάτων των ψυχικά ασθενών. Επίσης, με τη Σύμβαση του Οβιέδο (Ν. 2619/98) καταργήθηκε το «ζεύγμα προϋποθέσεων» της ακούσιας νοσηλείας, δηλαδή ψυχική διαταραχή συν επικινδυνότητα. Εχει παραμείνει, πλέον, μόνο η πρώτη περίπτωση του νόμου, δηλαδή ψυχική διαταραχή συν ανάγκη νοσηλείας, κάτι που δεν έχει γίνει αντιληπτό από τις δικαστικές Αρχές της χώρας μας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης-τιμωρίας, η οποία επισκέφθηκε τη χώρα μας το 2017, ζήτησε αναθεώρηση των περιοριστικών μέτρων που εφαρμόζονται, χαρακτηρίζοντάς τα ως μέτρα ασφαλείας και όχι θεραπείας.
Η ΕΠΑΨΥ έχει ασχοληθεί με το θέμα;
Από το 2011 η ΕΠΑΨΥ, σε συνεργασία με το Πάντειο, το ΑΠΘ, το Δημοκρίτειο και το ΕΚΠΑ, συγκρότησε ερευνητικές ομάδες εργασίας για να μελετήσει τις ακούσιες νοσηλείες στην Αττική και την επικράτεια (2011-2020, ΜΑΝΑ και ΜΑΝΕ) και τεκμηρίωσε με επιστημονικές δημοσιεύσεις (21 ξενόγλωσσες, 3 διδακτορικές διατριβές, 75 πτυχιακές, 5 μεταπτυχιακές εργασίες, 25 ανακοινώσεις σε συνέδρια) την κατανόηση του φαινομένου της υπερβολικής χρήσης του μέτρου της αναγκαστικής νοσηλείας στη χώρα μας (πάνω από 55% στο σύνολο των ψυχιατρικών νοσηλειών, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στο 12%-15%) και πρότεινε συγκεκριμένη μεθοδολογία εναλλακτικών μορφών ψυχιατρικής φροντίδας στην κοινότητα, με στόχο τη μείωση των αναγκαστικών νοσηλειών, των υποτροπών και του φαινομένου της περιστρεφόμενης πόρτας.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά
Διαβάστε: Γιώργος Μαζωνάκης: "Οι αδελφές του απειλούσαν τον γιατρό" - Τι αποκαλύπτει ο δικηγόρος του τραγουδιστή
Ως ιδρυτής και επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας, επισήμανε ότι η ΕΠΑΨΥ έχει ασχοληθεί με το θέμα της ακούσιας νοσηλείας στην Ελλάδα, μέσω ερευνητικών ομάδων που συγκρότησε σε συνεργασία με πανεπιστήμια και πρότεινε στην κοινότητα «συγκεκριμένη μεθοδολογία εναλλακτικών μορφών ψυχιατρικής φροντίδας».
Πώς κρίνετε το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο για τις αναγκαστικές ψυχιατρικές νοσηλείες στην Ελλάδα;
Το θεσμικό πλαίσιο ακολουθεί τις δημοκρατικές κατευθύνσεις για την προστασία των δικαιωμάτων των ψυχικά ασθενών, όπως ισχύουν στα περισσότερα κράτη της Ε.Ε. Ο νόμος 2071/92 ρυθμίζει την εισαγωγή, νοσηλεία και έξοδο σε/από μονάδα ψυχικής υγείας και εστιάζει στην καθιέρωση σαφών προϋποθέσεων για την επιβολή της ακούσιας νοσηλείας, αποσυνδέοντας την επικινδυνότητα από την ψυχική νόσο και δίνοντας έμφαση στην αναγκαιότητα θεραπείας, στις εγγυήσεις δικαστικού ελέγχου της νοσηλείας, στη θέσπιση σύντομων προθεσμιών δικαιοδοτικού ελέγχου και στην υποχρέωση για ενημέρωση του νοσηλευομένου σχετικά με τα δικαιώματά του.
Έπειτα από την εμπειρία 33 χρόνων εφαρμογής του νόμου, αποτελεί κοινό τόπο η μη ουσιαστική εφαρμογή στην πράξη των διατάξεων για την προστασία των δικαιωμάτων των ευάλωτων συμπολιτών μας. Υπάρχουν σημεία που πρέπει να αλλάξουν;
Τα κύρια προβλήματα είναι:
α) Η έλλειψη ενημέρωσης των ψυχιάτρων, των δικαστικών λειτουργών και των αστυνομικών Αρχών για βασικά θέματα εφαρμογής του νόμου.
β) Η μεταφορά των ασθενών από την Αστυνομία, που επείγει να καταργηθεί, με την ταυτόχρονη ίδρυση σύγχρονου ψυχιατρικού ΕΚΑΒ, σύμφωνα με τις καλές ευρωπαϊκές πρακτικές.
γ) Η μη εκδίκαση, εντός 10ημέρου, των υποθέσεων στο μονομελές Πρωτοδικείο, λόγω φόρτου εργασίας.
δ) Η μη διεξαγωγή της εξέτασης από το δικαστήριο στον χώρο της νοσηλείας. Είναι επιτακτική η ανάγκη για ενίσχυση της αξιολόγησης, παρακολούθησης και ελέγχου της εφαρμογής του νόμου από ανεξάρτητη Αρχή. Απαιτείται, επίσης, η ενίσχυση της εκπροσώπησης των οικογενειών και των ληπτών υπηρεσιών ψυχικής υγείας στις διαδικασίες διαμόρφωσης και ελέγχου των αποφάσεων που αφορούν τους «αόρατους» συμπολίτες μας.
Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε τροποποίηση του νομικού πλαισίου πρέπει να συνοδεύεται από αναδιοργάνωση και περαιτέρω ανάπτυξη, με συντονισμό, λογοδοσία και αξιολόγηση, ενός τομεοποιημένου δικτύου υπηρεσιών κοινοτικής ψυχιατρικής. Χωρίς ισχυρή πολιτική βούληση και πόρους για την ολοκλήρωση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, δεν μπορεί να υπάρξει αξιόπιστη εφαρμογή ακόμα και του πλέον δημοκρατικού νόμου.
Τι γίνεται στην περίπτωση που οδηγηθεί κάποιος σε ψυχιατρική κλινική με εισαγγελική παραγγελία και οι γιατροί κρίνουν ότι δεν έχει πρόβλημα;
Οι αστυνομικοί τον αφήνουν να φύγει χωρίς κάποια πρόνοια για παροχή εξωνοσοκομειακής φροντίδας, εάν χρειάζεται.
Αν ο προσαγόμενος κριθεί από τους ιατρούς ότι δεν χρειάζεσαι νοσηλεία και έχει μπει παραμονές αργίας, τι γίνεται; Μένει ή φεύγει;
Φυσικά, πρέπει να φύγει και η κλινική να ενημερώσει τις εισαγγελικές Αρχές μετά την αργία.
Μπορεί ο καθένας να ζητήσει εισαγγελική εντολή για έναν συγγενή πρώτου βαθμού και τελικά αυτός να μπει μέσα, να διαπιστωθεί ότι δεν έχει πρόβλημα, αλλά το στίγμα να παραμείνει;
Καθένας μπορεί να ζητήσει εισαγγελική εντολή για αναγκαστική ψυχιατρική εξέταση συγγενούς πρώτου βαθμού, η οποία πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός 48ώρου από δύο ψυχιάτρους του ΕΣΥ. Εάν η αξιολόγηση της κλινικής εικόνας του προσερχομένου πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να νοσηλευτεί χωρίς τη συγκατάθεσή του, τότε αυτό γίνεται. Αν όχι, τότε μπορεί με τη θέλησή του, εκούσια, να νοσηλευτεί ή να του προταθεί παραπομπή σε κοινοτική υπηρεσία ψυχικής υγείας. Το αίτημα για έκδοση εισαγγελικής εντολής, εφόσον δεν επιδιώχθηκαν εναλλακτικές λύσεις, στιγματίζει και τον πάσχοντα και την οικογένεια, ακόμα και αν θεωρηθεί εκ των υστέρων ως λάθος.
Το κοινωνικό στίγμα, αλλά ιδιαίτερα ο αυτοστιγματισμός των ατόμων που έχουν βιώσει την εμπειρία της αναγκαστικής ψυχιατρικής νοσηλείας, είναι κάτι ευρύτερο. Η τραυματική αυτή εμπειρία απαιτεί μακρόχρονη διαδικασία ανάκαμψης. Η στέρηση της ελευθερίας ενός ανθρώπου δεν μπορεί να συμβεί χωρίς μεγάλο ψυχικό, συναισθηματικό και κοινωνικό κόστος.
Εξάλλου, μέσα από ποιοτική έρευνα έχουμε διαπιστώσει ότι οι ίδιοι οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, οι οποίοι εργάζονται σε νοσοκομειακό πλαίσιο, βιώνουν επίπονη επαγγελματική εξουθένωση (burn out) όταν αναγκάζονται να προσφεύγουν σε μέτρα φυσικής καθήλωσης (δέσιμο με ιμάντες) ή απομόνωσης του ασθενούς, λόγω υποστελέχωσης και ελλείμματος εκπαίδευσης, για την αποκλιμάκωση βίαιων ή επιθετικών συμπεριφορών ορισμένων ασθενών. Το ΕΔΑΔ έχει καταδικάσει επανειλημμένως τη χώρα μας για την παραβίαση των δικαιωμάτων των ψυχικά ασθενών. Επίσης, με τη Σύμβαση του Οβιέδο (Ν. 2619/98) καταργήθηκε το «ζεύγμα προϋποθέσεων» της ακούσιας νοσηλείας, δηλαδή ψυχική διαταραχή συν επικινδυνότητα. Εχει παραμείνει, πλέον, μόνο η πρώτη περίπτωση του νόμου, δηλαδή ψυχική διαταραχή συν ανάγκη νοσηλείας, κάτι που δεν έχει γίνει αντιληπτό από τις δικαστικές Αρχές της χώρας μας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης-τιμωρίας, η οποία επισκέφθηκε τη χώρα μας το 2017, ζήτησε αναθεώρηση των περιοριστικών μέτρων που εφαρμόζονται, χαρακτηρίζοντάς τα ως μέτρα ασφαλείας και όχι θεραπείας.
Η ΕΠΑΨΥ έχει ασχοληθεί με το θέμα;
Από το 2011 η ΕΠΑΨΥ, σε συνεργασία με το Πάντειο, το ΑΠΘ, το Δημοκρίτειο και το ΕΚΠΑ, συγκρότησε ερευνητικές ομάδες εργασίας για να μελετήσει τις ακούσιες νοσηλείες στην Αττική και την επικράτεια (2011-2020, ΜΑΝΑ και ΜΑΝΕ) και τεκμηρίωσε με επιστημονικές δημοσιεύσεις (21 ξενόγλωσσες, 3 διδακτορικές διατριβές, 75 πτυχιακές, 5 μεταπτυχιακές εργασίες, 25 ανακοινώσεις σε συνέδρια) την κατανόηση του φαινομένου της υπερβολικής χρήσης του μέτρου της αναγκαστικής νοσηλείας στη χώρα μας (πάνω από 55% στο σύνολο των ψυχιατρικών νοσηλειών, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στο 12%-15%) και πρότεινε συγκεκριμένη μεθοδολογία εναλλακτικών μορφών ψυχιατρικής φροντίδας στην κοινότητα, με στόχο τη μείωση των αναγκαστικών νοσηλειών, των υποτροπών και του φαινομένου της περιστρεφόμενης πόρτας.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά