Ο Δημήτρης Τσοβόλας στα 69 του συνεχίζει να τα δίνει όλα. Συναντήσαµε τον πρώην υπουργό Οικονοµικών στο δικηγορικό του γραφείο, στην Πατησίων, στις 11 το βράδυ, αφού, όπως µας είπε, δουλεύει σαν να είναι 30 ετών. Μας υποδέχτηκε χαµογελαστός και ευδιάθετος, φορώντας ένα µπλε κοστούµι µε κόκκινη γραβάτα.

Ο δηµοφιλής πολιτικός, που φηµίζεται για τον χειµαρρώδη λόγο του, µας αποκάλυψε τι τελικά εννοούσε ο Ανδρέας Παπανδρέου µε τη φράση «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα», τι απέγινε το ∆ΗΚΚΙ, γιατί ο γιος του έγινε καρδιολόγος, αλλά και γιατί δεν έκοψε ποτέ το τσουλούφι του.

Τον τελευταίο καιρό είναι της µόδας πολλά πρόσωπα να επιστρέφουν στην πολιτική σκηνή (Γ. Παπανδρέου, Α. ∆ιαµαντοπούλου κ.ά.). «Παίζει» κάτι τέτοιο και για εσάς;

Οχι. Πλέον, η πολιτική έχει καταντήσει εκτέλεση ή διαχείριση εντολών ξένων δυνάµεων και εγώ δεν µπόρεσα ποτέ τέτοια πολιτική να εφαρµόσω, γιατί, όταν δεν είσαι ελεύθερος -µε βάση την ιδεολογία σου, τις πολιτικές που πιστεύειςνα αποφασίζεις, χωρίς να χρειάζεται να παίρνεις εντολές είτε από ντόπιο είτε από ξένο διαπλεκόµενο παράγοντα, δεν αξίζει η πολιτική. ∆εν αξίζει γιατί δεν είσαι πολιτικός, είσαι απλώς υπάλληλος που εκτελείς εντολές, και κάτι τέτοιο δεν ταιριάζει στον χαρακτήρα µου.

Είχατε δηµιουργήσει και ένα κόµµα, το ∆ΗΚΚΙ. Τι απέγινε;

Μετά το 2004, που οι πολίτες δεν µας έβαλαν στη Βουλή, έκανα συνέδριο, επέστρεψα αρκετά εκατοµµύρια ευρώ στο ελληνικό ∆ηµόσιο από τις κρατικές επιχορηγήσεις και δεν υπάρχει πλέον το κόµµα.

Τι θα επιλέγατε; Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ µε Αλέξη Τσίπρα πρωθυπουργό, Νέα ∆ηµοκρατία µε Κυριάκο Μητσοτάκη ή οικουµενική;

Τίποτα από όλα αυτά, γιατί δεν έχουν αυτοτέλεια στην πολιτική τους. ∆υστυχώς, για να διατηρούνται στην εξουσία ή για να ανέλθουν στην εξουσία, έχουν κάνει τις εξαρτήσεις τους µέσα και έξω από την Ελλάδα και είναι όµηροι αυτών των εξαρτήσεων. Γι’ αυτό δεν µπορούν να δώσουν λύση στα καυτά προβλήµατα που έχουν σήµερα η χώρα και ο λαός.

Και ποια λοιπόν είναι η δική σας πρόταση;

Η πρότασή µου είναι ότι πρέπει να υπάρξουν κόµµατα και ηγεσίες οι οποίες πρώτα και πάνω από όλα θα βάζουν την Ελλάδα και µετά την Ευρώπη. Πρώτα και πάνω από όλα θα βάζουν τον ελληνικό λαό. Γιατί η Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως εξελίχθηκε, δεν υπάρχει καµιά αµφιβολία ότι δεν λειτουργεί ούτε στη βάση του αµοιβαίου σεβασµού και της αλληλεγγύης µεταξύ των χωρών ούτε στη βάση της σύγκλισης των πραγµατικών επιπέδων ανάπτυξης και ευηµερίας των λαών. Χρησιµοποιείται ως µηχανισµός προώθησης των συµφερόντων της Γερµανίας. Γερµανοποιήθηκε τελείως η Ευρωπαϊκή Ενωση.

Πώς βλέπετε τη σηµερινή κατάσταση;

∆εν είναι καθόλου καλή και σε οικονοµικό και σε εθνικό και σε πολιτικό επίπεδο. Οι δανειστές µάς επιβάλλουν µια πολιτική που εξουθενώνει την πλειονότητα των πολιτών, αποδιοργανώνει την παραγωγική βάση της χώρας και θέτει σε κίνδυνο τα κυριαρχικά δικαιώµατά µας. Επίσης υπονοµεύει τη ∆ηµοκρατία και τους δηµοκρατικούς θεσµούς. Η συνέχιση αυτής της οικονοµικής πολιτικής λιτότητας θα οδηγήσει σε ανεπανόρθωτη κατάσταση τη χώρα. Γι’ αυτό χρειάζεται άµεσα ριζική αλλαγή της οικονοµικής, της κοινωνικής και της εξωτερικής πολιτικής. Η χώρα χρειάζεται σταθεροποίηση της οικονοµίας, µε ανάπτυξη, που θα φέρνει απασχόληση και κοινωνική προστασία. Με άλλα λόγια, χρειάζεται προοδευτική πολιτική ξανά και όχι διαχείριση της κρίσης του νεοφιλελεύθερου συστήµατος.

Θέλουµε να µας λύσετε το µυστήριο: Τι εννοούσε τότε ο Ανδρέας µε το «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα»;

Κατ’ αρχήν, αυτό το είπε λίγες ηµέρες πριν από τις εκλογές του 1989. Εγώ δεν ήµουν καθόλου στη συγκέντρωση, ήµουν στη Βουλή, περνούσα νοµοσχέδιο και δεν είχε καµία σχέση αυτό µε τα οικονοµικά. Απλά, ο λαός µε αγαπούσε, παρότι ήµουν οκτώ χρόνια υπουργός Οικονοµικών, γιατί ήξερε ότι διαχειρίζοµαι µε έντιµο τρόπο τα δηµόσια οικονοµικά και ότι έδινα µάχες για µια πιο δίκαιη κατανοµή του εθνικού εισοδήµατος υπέρ των χαµηλών και µεσαίων εισοδηµατικών στρωµάτων. Φώναζε συνθήµατα υπέρ µου στη συγκέντρωση στο Περιστέρι και ο Παπανδρέου ανταπέδωσε µε τη φράση αυτή από το µπαλκόνι.

Ταυτιστήκατε µε το «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα». Τελικά, σας έκανε κακό;

Οχι. Τώρα ειδικά, οι πολίτες κάνουν συγκρίσεις και βλέπουν ότι τότε και έφαγε ψωμί ο ελληνικός λαός (αγρότες, μισθωτοί, συνταξιούχοι, μικρομεσαίοι κ.τ.λ.) και αναπτύχθηκε η οικονομία και η ανεργία ήταν μικρότερη σχεδόν από ό,τι σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, αλλά και παράλληλα ο πληθωρισμός έπεσε στο ήμισυ.

Πριν από δέκα χρόνια υποβληθήκατε σε επέμβαση ανοιχτής καρδιάς. Τι συνέβη τότε;

Ναι, χειρουργήθηκα σε δημόσιο νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη. Μπήκε μέσα και ο γιος μου, που ήταν φοιτητής Ιατρικής και από εκεί έγινε και καρδιολόγος. Μου έκανε τότε εγχείρηση ο μακαρίτης ο Σπύρου, που ήταν και φίλος μου, και ήταν τόσο καλή η επέμβαση, ώστε όταν πήγα μετά να με εξετάσουν στο εξάμηνο μού είπαν οι γιατροί: «Δεν φαίνεται καθόλου ότι έκανες επέμβαση». Δουλεύω και τώρα όπως όταν ήμουν 30 ετών και περισσότερο ακόμα. Δεν νιώθω κάτι, γι’ αυτό και δουλεύω έντονα.

Εχετε δύο παιδιά, ο γιος καρδιολόγος, η κόρη ποινικολόγος, είστε και παππούς. Μιλήστε μας για την οικογένειά σας.

Εχω τέσσερα εγγόνια. Δύο κορίτσια και δύο αγόρια. Ο καθένας έχει ένα κι ένα. Η Κατερίνα πάει 1η Γυμνασίου, ο Γιωργάκης πάει στην 5η Δημοτικού, η Μελίνα στην 6η Δημοτικού και ο Δημητράκης πάει στη 2α Δημοτικού. Είμαι ευχαριστημένος από τα παιδιά μου, τα οποία ως ελεύθεροι επαγγελματίες πάνε καλά και γενικά είμαστε μια οικογένεια χωρίς προβλήματα μέχρι αυτή τη στιγμή.

Η σύζυγός σας, η κυρία Ρένα, με την οποία είστε μαζί από το 1971, είναι ο φύλακας άγγελός σας;

Είναι πράγματι. Μου στάθηκε πάρα πολύ και κατά τη διάρκεια του Ειδικού Δικαστηρίου και όλη την περίοδο ως πολιτικός. Εγώ δούλευα στο υπουργείο από τις 8 το πρωί μέχρι τα ξημερώματα. Η οικογένειά μου με στήριξε πάρα πολύ. Ο γιος μου, όταν εγώ πήγα στο Ειδικό Δικαστήριο, ετοιμαζόταν να δώσει πανελλήνιες εξετάσεις και πέρασε κατά τη διάρκεια του Ειδικού Δικαστηρίου. Το πρωί ερχόταν στο δικαστήριο και το απόγευμα καθόταν και διάβαζε στο σπίτι. Αυτή ήταν και η ιστορία που μου δημιούργησε και το πρόβλημα στην καρδιά.

Μαθαίνω ότι σας αρέσει να πηγαίνετε στο χωριό σας, στα Τζουμέρκα. Εκεί χαλαρώνετε.

Είναι το τελευταίο χωριό των Τζουμέρκων, στο όριο με την Πίνδο, και λέγεται Μελισσουργοί. Πηγαίνουμε Παρασκευή απόγευμα μετά τα δικαστήρια και γυρίζουμε Κυριακή βράδυ. Εχει ηρεμία εκεί. Είναι ένα όμορφο, ορεινό χωριό.

Με τον Ανδρέα ήσασταν και φίλοι; Θυμάστε κάποια ιστορία μαζί του;

Εγώ δεν ήμουν ποτέ σε ομάδες. Απλώς συνεργαζόμουν στα κυβερνητικά όργανα. Με εκτιμούσε και τον εκτιμούσα. Ηταν ένας ηγέτης σοβαρός και αξιόλογος. Ηταν προσιτός σε όλους και ενέπνεε εμπιστοσύνη. Ηταν απώλεια για την Ελλάδα η αρρώστια του Παπανδρέου. Οταν η σκανδαλολογία ήταν στο φουλ, μου είπε κάποια μέρα: «Δημήτρη, είμαι μόνος μου». Του είπα: «Πρόεδρε, εγώ γι’ αυτό ήρθα τώρα, που όποιος έρθει καίγεται. Αυτοί που τους είχες εδώ συνέχεια σε εγκατέλειψαν». Εκείνη την ημέρα, μου έδωσε μια επιστολή που είχε λάβει από κάποιον που ήταν πολύ κοντά του και του έλεγε να βάλει ηγεσία από τρία μέλη, άρα να καταργηθεί. Οταν έφυγα εκείνο το βράδυ, του είπα: «Πρόεδρε, εγώ θα δώσω τη μάχη, αλλά είμαι βέβαιος ότι εσείς, αν η μάχη πετύχει, θα ξαναπάρετε πάλι αυτούς που μου είπατε ότι σας εγκατέλειψαν». Πράγματι, έδωσα τη μάχη, αποκάλυψα τη σκευωρία στο δικαστήριο και πήραμε στη συνέχεια τις αναπληρωματικές εκλογές στην Αθήνα. Το βράδυ των εκλογών, αυτοί που τον είχαν εγκαταλείψει πήγαν να ακούσουν τα αποτελέσματα στο Καστρί. Εγώ ήμουν στην Αχαρνών, στο σπίτι μου στα Κάτω Πατήσια, μόνος μου με τη γυναίκα μου. Μετά από λίγους μήνες, με κάλεσε στο Μέγαρο Μαξίμου ο Παπανδρέου και του είπα: «Πρόεδρε, σας θυμίζω κάτι που σας είχα πει τότε. Οτι θα ξαναπάρετε αυτούς. Βλέπω ότι τους πήρατε. Αλλά δεν θα ξαναϋπάρξει Τσοβόλας να παλεύει στο δικαστήριο για την αθωότητα του ΠΑΣΟΚ. Εύχομαι να μη συμβούν τα ίδια».

Είστε ωραία ντυμένος. Ποιος ασχολείται με το ντύσιμό σας;

Η γυναίκα μου. Εγώ δεν ασχολούμαι.

Ενα από τα χαρακτηριστικά σας είναι και το τσουλούφι σας, το οποίο βλέπω ότι ακόμη είναι εκεί (γέλια). Δεν το κόψατε ποτέ.

Εχει μείνει λίγο ακόμη (γέλια). Δεν το έκοψα. Ηταν πάντα έτσι ο τρόπος που χτενίζω τα μαλλιά μου. Και εγώ, ξέρετε, δεν πηγαίνω σε μεγάλους κομμωτές, πηγαίνω στη γειτονιά μου, στα Κάτω Πατήσια.

«Η Γλυκερία και ο Χρ. Νικολόπουλος μου έφερναν φαγητό στο ΠΑΣΟΚ»

Τι μουσική ακούτε;

Ακούω τα πάντα, λαϊκά, ρεμπέτικα και ελαφρά. Μου αρέσει επίσης πολύ η τζαζ μουσική. Η κόρη μου έχει πάει δώδεκα χρόνια μουσική, αλλά και τα εγγόνια μου πηγαίνουν μουσική και είναι πολύ καλά. Εγώ, όταν ήμουν στο σχολείο, στο γυμνάσιο, έπαιζα κορνέτα και έβγαινα με την μπάντα έξω. Στην Αρτα είχαμε τον μουσικοφιλολογικό σύλλογο «Ο Σκουφάς», που είχε φιλαρμονική, και έπαιζα κορνέτα.

Χορεύετε; Ποιο είναι το δυνατό σας σημείο; Χορεύω πολύ καλά. Μ’ αρέσει πολύ το ρεμπέτικο και το τραγούδι «Αλήτη μ’ είπες μια βραδιά, χωρίς καμιά αιτία» και από τα δημοτικά που μ’ αρέσουν πολύ, το «Τζουμέρκα μου περήφανα», που το τραγουδούσε ο Χρήστος Φωτίου.

Ζεϊμπέκικο χορεύετε;

Πολύ. Και εδώ όταν με καλεί καμιά φορά ο Σπύρος Παπαδόπουλος χορεύω ρεμπέτικα και χασάπικο. Από μικρός χόρευα. Είχαμε κουτουκάκια στην Αρτα, πηγαίναμε ως μαθητές. Κανένα τσιπουράκι, φτωχικά πράγματα, αλλά το γλεντούσαμε.

Τώρα βγαίνετε να χορέψετε;

Μετά την κρίση δεν έχω κέφι. Σε μαγαζιά μεγάλα δεν πηγαίνω. Ενώ όταν ήμουν υπουργός και πριν και μετά πήγαινα τακτικά.

Αγαπημένος τραγουδιστής;

Είναι πολλοί. Κατ’ αρχήν η Γλυκερία, η οποία πρέπει να πω ότι, όταν είχα την ταλαιπωρία με το Ειδικό Δικαστήριο και κλείστηκα στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ, μαζί με τον Χρήστο Νικολόπουλο έρχονταν κάθε βράδυ «αθόρυβα» και μου έφερναν φαγητό και σε μένα και στη γυναίκα μου. Και σε συνεστιάσεις μου που ερχόταν η Γλυκερία δεν μου έπαιρνε αμοιβή. Επίσης, μου αρέσουν ο μακαρίτης ο Μητροπάνος, ο Γιώργος Μαργαρίτης, ο Ρέμος και άλλοι.

Θέλω να σας ευχαριστήσω πολύ, γιατί δεν με ξέρετε και προσωπικά, ωστόσο δίνετε την ευκαιρία στους νέους ανθρώπους να προχωρήσουν.

Πάντα έδινα. Και στα περιφερειακά μέσα ενημέρωσης πάντα έδινα συνεντεύξεις. Προτιμούσα εκεί γιατί εδώ, στην Αθήνα, δεν ήθελα να έχω σχέσεις και για αυτό δεν υπήρξα ποτέ αρεστός στο σύστημα. Να σας πω κάτι; Ξέρετε ότι αυτά τα συστημικά κανάλια έχουν να με βγάλουν χρόνια; Είναι γνωστό ότι εδώ αποκλείονται όσοι δεν είναι αρεστοί στο σύστημα, όσοι δεν έγιναν υπάλληλοι, και προβάλλονται συνήθως αυτοί που έγιναν διαπλεκόμενοι, οι οποίοι περνάνε κατά τακτά χρονικά διαστήματα από τα γραφεία τους και παίρνουν και γραμμές. Αυτή είναι η αλήθεια, που την έχω ζήσει. Δυστυχώς, γι’ αυτό και δεν υπάρχουν νέοι πολιτικοί σήμερα που να μπουν μπροστά και να τους εμπιστευτεί ο λαός. Ηταν κλειστό το κύκλωμα και το έβλεπες άλλωστε στα κανάλια τα μεγάλα, όπου πήγαιναν ζευγάρια-ζευγάρια από διαφορετικά κόμματα. Εγώ ένα ζευγάρι το είχα αποκαλέσει μάλιστα τηλεοπτικό δίδυμο. Και μετά έγιναν υπουργοί αυτοί και ο ένας και αρχηγός κόμματος.