Μπορεί τη Νέα ∆ηµοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ να τους χωρίζει... άβυσσος και καθηµερινά να ανταλλάσσουν αιχµηρές και σκληρές ανακοινώσεις, ωστόσο συνέκλιναν σε ένα πρόσωπο, στο οποίο τόσο η Πειραιώς όσο και κορυφαίος υπουργός της κυβέρνησης του ανέθεσαν διαφορετικές αποστολές. Ο λόγος για την περίπτωση του γνωστού δικηγόρου των Αθηνών, Σπύρου Βλαχόπουλου.

Το όνοµά του -πέρα από τους νοµικούς κύκλουςέγινε ευρέως γνωστό τους πρώτους µήνες της εκλογής του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Νέας ∆ηµοκρατίας, όταν τον Φεβρουάριο του 2016 ο αντιπρόεδρος του κόµµατος της αξιωµατικής αντιπολίτευσης Κωστής Χατζηδάκης παρουσίασε τη «γαλάζια» φιλοσοφία και τις βασικές αρχές (τα «5 Α», δηλαδή ανάπτυξη, αξιοκρατία, αριστεία, αξιοπιστία, αλληλεγγύη) της συγκρότησης του νέου κυβερνητικού προγράµµατος της κεντροδεξιάς παράταξης. «Θα είναι ένα πρόγραµµα συγκεκριµένο, τεκµηριωµένο και αξιόπιστο» ανέφερε ο πρώην υπουργός παρουσιάζοντας στη συνέχεια εγνωσµένου κύρους πρόσωπα που αναλάµβαναν να επεξεργαστούν τις θέσεις και τις προτάσεις της Ν.∆. ανά τοµέα.

ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑ.

Στην κατεύθυνση αυτή, στο πλαίσιο και του ανοίγµατος της «γαλάζιας» παράταξης στην κοινωνία, ανακοίνωσε ότι στο πεδίο της αξιοκρατίας επικεφαλής τοποθετήθηκε ο αναπληρωτής καθηγητής ∆ηµοσίου ∆ικαίου (µε έµφαση στο Συνταγµατικό ∆ίκαιο) του Πανεπιστηµίου Αθηνών, Σπύρος Βλαχόπουλος, µε στόχο να «χτίσει» ένα πρόγραµµα για ένα κράτος βασισµένο στην αξιοκρατία, να καθορίσει τις παρεµβάσεις για µικρότερο και αποτελεσµατικότερο κράτος, ενώ µέρος των ενοτήτων που καταπιάστηκε ήταν και η ασφάλεια, το κράτος δικαίου, η δηµόσια διοίκηση, η µετανάστευση. Λίγους µήνες µετά και ενώ ο κ. Βλαχόπουλος συνεχίζει τη συγγραφή µέρους του «γαλάζιου» προγράµµατος, ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Νίκος Παππάς και στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα του ανέθεσε άλλη αποστολή.

Συγκεκριµένα, τις τελευταίες ηµέρες του Αυγούστου ανατέθηκε στη «∆ικηγορική Εταιρεία Σπυρίδων Βλαχόπουλος και Συνεργάτες» η υποστήριξη της διεύθυνσης Ευρυζωνικότητας, ∆ικτυακών Υποδοµών και Εργων του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, ως εξωτερικού συµβούλου. Σκοπός της εν λόγω συνεργασίας είναι η ενσωµάτωση στο εθνικό µας ∆ίκαιο της οδηγίας 20016/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 6ης Ιουλίου 2016 σχετικά µε «µέτρα για υψηλό κοινό επίπεδο ασφάλειας συστηµάτων δικτύου και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση».

ΔΙΑΔΡΟΜΗ.

Ο γνωστός ακαδηµαϊκός, πέρα από τη µακρά πορεία του σε εκπαιδευτικά ιδρύµατα εντός και εκτός Ελλάδας, έχει µακρά διαδροµή στον χώρο της Νοµικής. Εχοντας ολοκληρώσει την άσκησή του στο δικηγορικό γραφείο που διατηρούσαν από κοινού ο γνωστός συνταγµατολόγος Νίκος Αλιβιζάτος και ο σηµερινός Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, από νωρίς απέκτησε τα εχέγγυα για µια αξιοσηµείωτη πορεία στους νοµικούς κύκλους της ∆ικαιοσύνης. Στη συνέχεια υπήρξε συνεργάτης του δικηγορικού γραφείου της Βλασίας Παυλοπούλου, ενώ αν και γεννηµένος µόλις το 1968 έχει ήδη παρουσιάσει ένα µεγάλο συγγραφικό έργο, στην πλειονότητά του σχετικά µε το ∆ηµόσιο ∆ίκαιο, όπως για τη δικαστική προστασία στο πεδίο των δηµοσίων συµβάσεων, το συνταγµατικό πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων και τη συνταγµατική προβληµατική της κλωνοποίησης.

Παράλληλα µε τη διδασκαλία µαθηµάτων ∆ηµοσίου ∆ικαίου, όπως Συνταγµατικό ∆ίκαιο, Ατοµικά και Κοινωνικά ∆ικαιώµατα, Χωροταξικό και Πολεοδοµικό ∆ίκαιο, Ιατρικό ∆ίκαιο και ∆ίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων στη Νοµική Σχολή, δραστηριοποιείται στον χώρο του ∆ιοικητικού και Συνταγµατικού ∆ικαίου, µε έµφαση σε θέµατα υπαλληλικού δικαίου, δικαίου των δηµοσίων έργων, πολεοδοµικού και περιβαλλοντικού δικαίου, δικηγορεί στο Συµβούλιο της Επικρατείας και στα διοικητικά δικαστήρια γενικότερα σε υποθέσεις ∆ηµοσίου ∆ ικαίου. Ακόµη, είναι τακτικό µέλος της Κεντρικής Νοµοπαρασκευαστικής Επιτροπής, αλλά και αναπληρωµατικό µέλος στην Αρχή Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα.

ΕΡΕΘΙΣΜΑΤΑ.

Το εντυπωσιακό βιογραφικό του µπορεί να µην έχει «πολιτικές αναφορές», όµως είναι βέβαιο πως σύντοµα το όνοµά του θα απασχολήσει, αφού τα πολιτικά ερεθίσµατα είναι αρκετά και η ενασχόλησή του µε έναν από τους πιο κοµβικούς τοµείς του κυβερνητικού έργου του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν είναι τυχαία. Μάλιστα σε συνέντευξή του πριν από λίγα χρόνια αναφερόµενος στις υποχρεώσεις και στα δικαιώµατα µιας κυβέρνησης στην ερώτηση αν «νοµικά µία κυβέρνηση µπορεί να αυξήσει τους φόρους όσο θέλει», ο ίδιος είχε απαντήσει: «Οχι. Υπάρχουν κάποια όρια. Πρώτον, υπάρχει η αρχή της ισότητας ενώπιον των δηµοσίων βαρών και δεύτερον, η απαγόρευση της δήµευσης. ∆ηλαδή, σε ένα κράτος δικαίου δεν µπορείς να πάρεις όλη την περιουσία ενός προσώπου. Θυµίζω ότι το γαλλικό συνταγµατικό συµβούλιο έκρινε ότι µια φορολογία της τάξεως του 75% -και µάλιστα για πολύ υψηλά εισοδήµαταισοδυναµεί µε δήµευση και άρα έχει συνταγµατικά προβλήµατα. Στο ελληνικό Σύνταγµα το άρθρο 7 λέει ότι η γενική δήµευση απαγορεύεται. Εποµένως, όταν έρχεσαι και παίρνεις ένα πολύ µεγάλο ποσοστό από την περιουσία κάποιου είναι ουσιαστικά σαν να τη δηµεύεις ή σαν να την απαλλοτριώνεις χωρίς αποζηµίωση. Εποµένως, υπάρχει µείζον συνταγµατικό θέµα, αναλόγως φυσικά και του ποσοστού φορολόγησης».