Δεν είναι συνηθισμένο ένας άνθρωπος από το εξωτερικό να λατρευτεί και να γίνει μέρος της καρδιάς όλων των Ελλήνων. Ειδικά στον αθλητισμό, πρέπει να έχεις κάνει κάτι πάρα πολύ καλά για να σε αποδεχτούν όλοι και να μην έχεις κάνει εχθρούς μετά από τόσα χρόνια παρουσίας στα ελληνικά γήπεδο.

Ο Ευγένιος Γκέραρντ όμως ήταν ένας από αυτούς. Δεν έκανε ποτέ εχθρούς… Άφησε την Ολλανδία σε ηλικία 45 ετών και ταξίδεψε για την Κρήτη ξεκινώντας την περιπέτεια της προπονητικής του καριέρας στον ΟΦΗ το 1985.

Εκεί έμελε να μείνει για το υπόλοιπο της ζωής του. Και όχι γιατί δούλευε «ισόβια» στον σύλλογο, αλλά γιατί λάτρεψε την Κρήτη. Τη λάτρεψε τόσο που έγινε… Γκεραρντάκης. Πήρε την ελληνική υπηκοότητα. Παντρεύτηκε στην Ελλάδα. Έγινε πατέρας δύο παιδιών. Και μόλις αποχώρησε από το ποδόσφαιρο, άρχισε να φτιάχνει κρασιά με την ονομασία Γκεραρντάκης, με το πρόσωπό του να φιγουράρει στο μπουκάλι, φορώντας την παραδοσιακή κρητική στολή. Τη λάτρεψε τόσο την Κρήτη, που από Ολλανδός έγινε… κοπέλι. Και δεν αποχωρίστηκε τον τόπο.

Ο Γκέραρντ γεννήθηκε τον Μάιο του 1940 στο Μπρούνσουμ της Ολλανδίας και είχε δίπλωμα ψυχολογίας. Η ποδοσφαιρική του καριέρα δεν ήταν μεγάλη. Στα 32 του σταμάτησε να παίζει ποδόσφαιρο, στη Φορτούνα Σιτάρντ.

Η προπονητική του καριέρα, όμως, άλλαξε το τοπίο στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Όχι γιατί κατέκτησε αμέτρητους τίτλους, αλλά γιατί έγινε ο μακροβιότερος προπονητής στη μεγάλη κατηγορία του ποδοσφαίρου, σε μια επαρχιακή ομάδα, την οποία από το 1985 που ανέλαβε την οδήγησε στη κατάκτηση ενός Κυπέλλου Ελλάδος (1987), αλλά και στη σημαντικότερη στιγμή της ιστορίας της, την πρόκριση στη φάση των «16» του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1993, απέναντι στη σπουδαία Ατλέτικο Μαδρίτης.

Το 2000, έχοντας αποχωρήσει από τον ΟΦΗ, έγινε τεχνικός σύμβουλος στην ΑΕΚ και στη συνέχεια ανέλαβε ΑΠΟΕΛ, Ηρακλή και Παναχαϊκή. Το 2010 σταμάτησε την προπονητική και αποσύρθηκε στην Κρήτη παρέα με την οικογένειά του.

Αντιμετώπιζε αρκετά προβλήματα υγείας και (ευτυχώς) οι παλιοί ποδοσφαιριστές που πέρασαν από τα χέρια του και έκαναν σπουδαία καριέρα τον τίμησαν πριν έναν μήνα σε ένα φιλικό αγώνα.

Τα προβλήματα υγείας που είχε τα τελευταία χρόνια τον είχαν κάνει τόσο αδύναμο που δε μπορούσε να σταθεί πλέον στα πόδια του. Χθες, 2 Ιανουαρίου, άφησε την τελευταία του πνοή και μαζί ένα έργο το οποίο ελάχιστοι έχουν πετύχει.

Έγινε από τα πιο αγαπητά πρόσωπα που εργάστηκαν στο ποδόσφαιρο στην Ελλάδα. Δίχως να έχει δημιουργήσει εχθρούς. Μόνο φίλους. Και η κληρονομιά που άφησε στο ποδόσφαιρο της Κρήτης ήταν μεγάλη, καθώς ένας επαρχιακός σύλλογος κοίταξε στα μάτια για πολλά χρόνια τους «μεγάλους» του ελληνικού ποδοσφαίρου. Και έβγαλε παίχτες που έκαναν διεθνή καριέρα, έχοντας «περάσει» από τα χέρια του Γκεραρντάκη…