Ο Εντ Μίλιμπαντ (ξανα)γυρίζει στα πυρηνικά
"Στράγγιξε" δισεκατομμύρια από την αναθεώρηση δαπανών για την πυρηνική ενέργεια
Eπειτα από πάνω από μία δεκαετία καθυστέρησης στην ανάπτυξη μικρών αντιδραστήρων, ο υπουργός Ενέργειας δεν πρέπει να έχει ελπίδες

Να θυμάστε αυτή τη στιγμή, γιατί μπορεί να μην ξαναδούμε κάτι παρόμοιο: Ο Εντ Μίλιμπαντ έκανε κάτι λογικό. Ο υπουργός Ενέργειας «στράγγιξε» δισεκατομμύρια από την αναθεώρηση δαπανών για την πυρηνική ενέργεια. Πάνω από 14 δισεκατομμύρια λίρες θα διατεθούν για την κατασκευή του Sizewell C, 2,5 δισεκατομμύρια λίρες θα διατεθούν στη Rolls-Royce για τη δημιουργία ενός εθνικού πρωταθλητή στους μικρούς αντιδραστήρες (SMR) και 2,5 δισεκατομμύρια λίρες θα χρηματοδοτήσουν ένα πρωτότυπο εργοστάσιο σύντηξης. Παρόλο που τίποτα από αυτά δεν θα μας βοηθήσει να επιβιώσουμε τα επόμενα δέκα χρόνια από το τρελό σχέδιο των Εργατικών για «απαλλαγή του δικτύου από τις εκπομπές άνθρακα», και πάλι πρέπει να επικροτηθεί. Αλλά τα χρήματα από μόνα τους δεν θα διορθώσουν το διαλυμένο πυρηνικό μας πρόγραμμα. Μέσα σε 30 χρόνια, το Ηνωμένο Βασίλειο έκλεισε 14 αντιδραστήρες και ενεργοποίησε έναν.
Οι προσπάθειες από το 2010 να κατασκευαστούν τα έργα Hinkley Point C και Sizewell C έχουν εμποδιστεί από τα συνήθη προβλήματα -έγγραφα σχεδιασμού βιβλικού μεγέθους, μια κωλυσιεργούσα ρυθμιστική Αρχή, διαμαρτυρίες, νομικές απειλές- συν κάποια πρόσθετα, όπως τα διαδοχικά μοντέλα χρηματοδότησης που καταστράφηκαν από τη λιτότητα, την εκτίναξη κόστους, τις δεύτερες σκέψεις για την Κίνα και την ελλιπή εμπιστοσύνη των επενδυτών. Αλλά η ιστορία των σύγχρονων βρετανικών πυρηνικών προβλημάτων δεν αφορά μόνο τα προβληματικά μεγαλεπήβολα έργα. Είναι επίσης μια ιστορία για το πώς το βρετανικό κράτος πήρε μια ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα, με τη μορφή ενός νέου προγράμματος μίνι αντιδραστήρων, που θα μπορούσε να δώσει στη Βρετανία το προβάδισμα σε έναν προσοδοφόρο τομέα, και το έβαλε στην κατάψυξη για δέκα χρόνια. Η ιστορία ξεκινά το 2014, όταν το Εθνικό Πυρηνικό Εργαστήριο δημοσίευσε μια έρευνα σχετικά με μια νέα μέθοδο κατασκευής αντιδραστήρων χαμηλού κόστους. Το έργο, που χρηματοδοτήθηκε από έναν συνδυασμό εταιρειών και πανεπιστημίων, ανέφερε ότι υπάρχει μια δυνητική αγορά έως και 400 δισεκατομμυρίων λιρών για αντιδραστήρες που είναι τεχνολογικά παρόμοιοι με τους υπάρχοντες, αλλά πολύ μικρότεροι από αυτούς, και θα μπορούσαν να κατασκευαστούν φτηνά από προκατασκευασμένες μονάδες στα εργοστάσια.
Η ιδέα δεν ήταν εντελώς καινούργια, αλλά κανείς δεν το είχε κάνει ακόμη με επιτυχία. Η έκθεση έφτασε στο σωστό μέρος την κατάλληλη στιγμή. Ο Τζορτζ Oσμπορν έψαχνε τρόπους να προχωρήσει από τις περικοπές στις δαπάνες κεφαλαίου και ήθελε να παρουσιάσει μια εικόνα παγκοσμιοποιημένης νεωτερικότητας, που θα έβρισκε μεγαλύτερη απήχηση στη Δεξιά απ' ό,τι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Ακόμα καλύτερα, ένας από τους υποστηρικτές της μελέτης ήταν μια σοβαρή βρετανική εταιρεία, πρόθυμη να βάλει μηχανικούς να εργαστούν: η Rolls-Royce. Η αναθεώρηση δαπανών του 2015 προέβλεπε 250 εκατομμύρια λίρες για την ανάπτυξη της τεχνολογίας. Αυτό δεν άρεσε ωστόσο στο υπουργείο Οικονομικών. Σύμφωνα με το υπηρεσιακό δόγμα, επρόκειτο για μια περίπτωση «επιλογής νικητών», στην οποία οι «μανδαρίνοι» ήταν αλλεργικοί, ιδίως αν ο εν λόγω νικητής θα μπορούσε να είναι Βρετανός. Καλύτερα να περιμένουμε να ρισκάρει κάποιος άλλος τα χρήματά του για να το δοκιμάσει. Αλλά ο Οσμπορν επέμεινε, οπότε οι δημόσιοι υπάλληλοι πρότειναν τη διεξαγωγή ενός «διαγωνισμού» για τα μετρητά, ώστε να κατανεμηθεί ο κίνδυνος σε διάφορες εταιρείες – μια όχι απαραίτητα κακή ιδέα από μόνη της, ωστόσο αυτό δεν έγινε ποτέ. Λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα, η Βρετανία ψήφισε υπέρ του Brexit.
Ο Οσμπορν ήταν εκτός και, σύμφωνα με ένα άτομο που ήταν στην κυβέρνηση καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου: «Τελείωσε το οξυγόνο από τη συζήτηση». Η πυρηνική πολιτική της Τερέζα Μέι αποτελούσε κάτι λίγο περισσότερο από την εξαγορά της Κίνας και ο Φίλιπ Χάμοντ μοιραζόταν τη νεύρωση του υπουργείου Οικονομικών σχετικά με την «επιλογή νικητών». Οι δαπάνες για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και για το φυσικό αέριο μειώνονταν. Ετσι, ο διαγωνισμός SMR, που ήταν ήδη μια μελέτη περίπτωσης απροθυμίας, κατέληξε να γίνει μια «άσκηση κάλυψης των νώτων» της δημόσιας διοίκησης. Τα κριτήριά του διευρύνθηκαν. Δόθηκε υπόσχεση για έναν «οδικό χάρτη παράδοσης», αλλά αυτός δεν εμφανίστηκε ποτέ. Μέχρι το 2017, με τον κλάδο να είναι ξεκρέμαστος, οι υπουργοί δήλωναν σε ένα ερώτημα των λόρδων ότι ο «διαγωνισμός» ήταν στην πραγματικότητα περισσότερο μια «πρόσκληση για υποβολή ιδεών». Η κυβέρνηση, κατέληξαν οι λόρδοι, είχε «παραλύσει την αγορά». Ο διαγωνισμός εγκαταλείφθηκε, αλλά ευτυχώς υπήρχαν ακόμη κάποιοι υποστηρικτικοί αξιωματούχοι.
Βρήκαν έναν νέο τρόπο να πάρουν χρήματα από το υπουργείο Οικονομικών: πρόσφεραν στη RollsRoyce 210 εκατομμύρια λίρες, εάν η εταιρεία μπορούσε να παρέχει το αντίστοιχο ποσό με ιδιωτική χρηματοδότηση. Προς έκπληξη του υπουργείου Οικονομικών, η εταιρεία τα κατάφερε. Τα μετρητά βοήθησαν τη Rolls να μπει τελικά στη διαδικασία κανονιστικής έγκρισης. Ομως, καθώς δεν υπήρχαν άλλες επερχόμενες πολιτικές αποφάσεις, οι απώλειες άρχισαν να αυξάνονται και ακολούθησαν απολύσεις. Στη συνέχεια, ενώ φαινόταν ότι το βρετανικό πρόγραμμα SMR ήταν καταδικασμένο, εμφανίστηκε ένας νέος υπέρμαχος της πυρηνικής ενέργειας στο πρόσωπο του Μπόρις Τζόνσον. Είχε έρθει η ώρα για τον δεύτερο γύρο. Μέχρι τότε, η Rolls-Royce είχε πάρει το προβάδισμα στη ρυθμιστική διαδικασία και ο πιο γρήγορος τρόπος να ξεκινήσει η κατασκευή θα ήταν να επιλέξει το σχέδιό της, να δώσει περισσότερα χρήματα και να επισπεύσει τις ρυθμιστικές εγκρίσεις.
Ομως, με πέντε ή έξι εταιρείες να παραμένουν κολλημένες εδώ και χρόνια, η παράταξη της δημόσιας διοίκησης που κωλυσιεργούσε είχε ένα νέο εργαλείο στο οπλοστάσιό της: την απειλή μιας μήνυσης. Υποστήριζαν ότι οι άλλοι υποψήφιοι θα έπρεπε να έχουν χρόνο και χρήματα για να καλύψουν το χαμένο έδαφος και να επιλεγούν τουλάχιστον δύο νικητές. Οι εταιρείες GE-Hitachi, Holtec και Cavendish Nuclear έλαβαν χρήματα για να «προετοιμαστούν» για τη ρυθμιστική διαδικασία. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, σύμφωνα με ένα άλλο πρόσωπο στην κυβέρνηση εκείνη την εποχή, «το υπουργείο Οικονομικών καθυστερούσε». Φυσικά. Τελικά, οι υπουργοί συμφώνησαν να διεξαχθεί ένας δεύτερος διαγωνισμός, μόνο που αυτή τη φορά θα ονομαζόταν «περιορισμός επιλογών». Αλλά για να διεξαχθεί αυτός, οι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι χρειαζόταν περισσότερη εμπειρογνωμοσύνη. Ακολούθησε μια διαμάχη με το όργανο αξιολόγησης αμοιβών του Υπουργικού Συμβουλίου σχετικά με το κατά πόσον επιτρεπόταν στο υπουργείο Ενέργειας να προσφέρει αρκετά υψηλούς μισθούς για να προσελκύσει αξιόλογους ανθρώπους από τον πυρηνικό τομέα. Ενας άλλος κλάδος του Υπουργικού Συμβουλίου, η ομάδα αξιολόγησης μεγάλων έργων, δήλωσε ότι «δεν αισθάνεται άνετα με το χρονοδιάγραμμα».
Οι μήνες έδωσαν τη θέση τους σε χρόνια. Πρωθυπουργοί ήρθαν και έφυγαν. Η Great British Nuclear ιδρύθηκε τελικά το 2023 με μια εντυπωσιακή ηγετική ομάδα, αν και με ελάχιστο προσωπικό. Η Rolls-Royce, εν τω μεταξύ, προσπαθούσε να πουλήσει το σχέδιό της για τους SMR στο εξωτερικό, αλλά χωρίς την υποστήριξη της βρετανικής κυβέρνησης αντιμετώπισε σκεπτικισμό. Και η προοπτική των εκλογών διαφαινόταν. Οι υπουργοί πίεσαν να οριστεί ως προθεσμία υποβολής προσφορών το καλοκαίρι του 2024. Ομως είχαν άλλη μια μάχη στα χέρια τους, αυτή τη φορά με τους κυβερνητικούς δικηγόρους, οι οποίοι συμβούλευαν ότι ο κίνδυνος δικαστικού ελέγχου και ο κίνδυνος να χάσουν ήταν και οι δύο πάνω από 80%. Χωρίς υπουργική οδηγία -ένα αμφιλεγόμενο μέσο για την παράκαμψη των συμβουλών- η προθεσμία θα έπρεπε να παραταθεί. Και πράγματι παρατάθηκε.
Στη συνέχεια, τη Δευτέρα, έπειτα από δέκα χρόνια μιας διαδικασίας που οι αρμόδιοι επέμεναν ότι ήταν απαραίτητη για να κατανεμηθεί ο οικονομικός κίνδυνος μεταξύ των διαφόρων κατασκευαστών και να αποτραπούν οι νομικές απειλές, η Rolls-Royce αναδείχθηκε τελικά ως η μοναδική νικήτρια του αγώνα χρηματοδότησης. Πάει κι αυτό. Ακόμα και τώρα, υπάρχει μια επιφύλαξη. Η κυβέρνηση παρήγγειλε μόνο τρεις αντιδραστήρες και κανένας δεν αναμένεται πριν από το 2035. Η Τσεχική Δημοκρατία, αντίθετα, χρειάστηκε μόλις έναν χρόνο για να επιλέξει τη Rolls-Royce και να παραγγείλει έξι αντιδραστήρες. Η ίδια η εταιρεία δήλωσε το 2015 ότι για να αξίζει τον κόπο η κατασκευή ενός αρθρωτού εργοστασίου, θα χρειαζόταν ένα βιβλίο παραγγελιών 50 έως 70 τεμαχίων. Και πάλι, από τον νοσηρό φόβο της αποτυχίας, καταδικάζουμε τους εαυτούς μας σε αποτυχία. Το συμπέρασμα είναι ότι παρά την ευφυΐα των καλύτερων μηχανικών, αξιωματούχων και σχεδιαστών μας, η Βρετανία διαπρέπει στο να είναι μικρότερη από το άθροισμα των μερών της. Οπότε, ευχαριστούμε, Μίλιμπαντ, τα δισεκατομμύρια είναι μια καλή αρχή. Θα τα ξαναπούμε σε δέκα χρόνια.
Οι προσπάθειες από το 2010 να κατασκευαστούν τα έργα Hinkley Point C και Sizewell C έχουν εμποδιστεί από τα συνήθη προβλήματα -έγγραφα σχεδιασμού βιβλικού μεγέθους, μια κωλυσιεργούσα ρυθμιστική Αρχή, διαμαρτυρίες, νομικές απειλές- συν κάποια πρόσθετα, όπως τα διαδοχικά μοντέλα χρηματοδότησης που καταστράφηκαν από τη λιτότητα, την εκτίναξη κόστους, τις δεύτερες σκέψεις για την Κίνα και την ελλιπή εμπιστοσύνη των επενδυτών. Αλλά η ιστορία των σύγχρονων βρετανικών πυρηνικών προβλημάτων δεν αφορά μόνο τα προβληματικά μεγαλεπήβολα έργα. Είναι επίσης μια ιστορία για το πώς το βρετανικό κράτος πήρε μια ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα, με τη μορφή ενός νέου προγράμματος μίνι αντιδραστήρων, που θα μπορούσε να δώσει στη Βρετανία το προβάδισμα σε έναν προσοδοφόρο τομέα, και το έβαλε στην κατάψυξη για δέκα χρόνια. Η ιστορία ξεκινά το 2014, όταν το Εθνικό Πυρηνικό Εργαστήριο δημοσίευσε μια έρευνα σχετικά με μια νέα μέθοδο κατασκευής αντιδραστήρων χαμηλού κόστους. Το έργο, που χρηματοδοτήθηκε από έναν συνδυασμό εταιρειών και πανεπιστημίων, ανέφερε ότι υπάρχει μια δυνητική αγορά έως και 400 δισεκατομμυρίων λιρών για αντιδραστήρες που είναι τεχνολογικά παρόμοιοι με τους υπάρχοντες, αλλά πολύ μικρότεροι από αυτούς, και θα μπορούσαν να κατασκευαστούν φτηνά από προκατασκευασμένες μονάδες στα εργοστάσια.
Η ιδέα δεν ήταν εντελώς καινούργια, αλλά κανείς δεν το είχε κάνει ακόμη με επιτυχία. Η έκθεση έφτασε στο σωστό μέρος την κατάλληλη στιγμή. Ο Τζορτζ Oσμπορν έψαχνε τρόπους να προχωρήσει από τις περικοπές στις δαπάνες κεφαλαίου και ήθελε να παρουσιάσει μια εικόνα παγκοσμιοποιημένης νεωτερικότητας, που θα έβρισκε μεγαλύτερη απήχηση στη Δεξιά απ' ό,τι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Ακόμα καλύτερα, ένας από τους υποστηρικτές της μελέτης ήταν μια σοβαρή βρετανική εταιρεία, πρόθυμη να βάλει μηχανικούς να εργαστούν: η Rolls-Royce. Η αναθεώρηση δαπανών του 2015 προέβλεπε 250 εκατομμύρια λίρες για την ανάπτυξη της τεχνολογίας. Αυτό δεν άρεσε ωστόσο στο υπουργείο Οικονομικών. Σύμφωνα με το υπηρεσιακό δόγμα, επρόκειτο για μια περίπτωση «επιλογής νικητών», στην οποία οι «μανδαρίνοι» ήταν αλλεργικοί, ιδίως αν ο εν λόγω νικητής θα μπορούσε να είναι Βρετανός. Καλύτερα να περιμένουμε να ρισκάρει κάποιος άλλος τα χρήματά του για να το δοκιμάσει. Αλλά ο Οσμπορν επέμεινε, οπότε οι δημόσιοι υπάλληλοι πρότειναν τη διεξαγωγή ενός «διαγωνισμού» για τα μετρητά, ώστε να κατανεμηθεί ο κίνδυνος σε διάφορες εταιρείες – μια όχι απαραίτητα κακή ιδέα από μόνη της, ωστόσο αυτό δεν έγινε ποτέ. Λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα, η Βρετανία ψήφισε υπέρ του Brexit.
Ο Οσμπορν ήταν εκτός και, σύμφωνα με ένα άτομο που ήταν στην κυβέρνηση καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου: «Τελείωσε το οξυγόνο από τη συζήτηση». Η πυρηνική πολιτική της Τερέζα Μέι αποτελούσε κάτι λίγο περισσότερο από την εξαγορά της Κίνας και ο Φίλιπ Χάμοντ μοιραζόταν τη νεύρωση του υπουργείου Οικονομικών σχετικά με την «επιλογή νικητών». Οι δαπάνες για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και για το φυσικό αέριο μειώνονταν. Ετσι, ο διαγωνισμός SMR, που ήταν ήδη μια μελέτη περίπτωσης απροθυμίας, κατέληξε να γίνει μια «άσκηση κάλυψης των νώτων» της δημόσιας διοίκησης. Τα κριτήριά του διευρύνθηκαν. Δόθηκε υπόσχεση για έναν «οδικό χάρτη παράδοσης», αλλά αυτός δεν εμφανίστηκε ποτέ. Μέχρι το 2017, με τον κλάδο να είναι ξεκρέμαστος, οι υπουργοί δήλωναν σε ένα ερώτημα των λόρδων ότι ο «διαγωνισμός» ήταν στην πραγματικότητα περισσότερο μια «πρόσκληση για υποβολή ιδεών». Η κυβέρνηση, κατέληξαν οι λόρδοι, είχε «παραλύσει την αγορά». Ο διαγωνισμός εγκαταλείφθηκε, αλλά ευτυχώς υπήρχαν ακόμη κάποιοι υποστηρικτικοί αξιωματούχοι.
Βρήκαν έναν νέο τρόπο να πάρουν χρήματα από το υπουργείο Οικονομικών: πρόσφεραν στη RollsRoyce 210 εκατομμύρια λίρες, εάν η εταιρεία μπορούσε να παρέχει το αντίστοιχο ποσό με ιδιωτική χρηματοδότηση. Προς έκπληξη του υπουργείου Οικονομικών, η εταιρεία τα κατάφερε. Τα μετρητά βοήθησαν τη Rolls να μπει τελικά στη διαδικασία κανονιστικής έγκρισης. Ομως, καθώς δεν υπήρχαν άλλες επερχόμενες πολιτικές αποφάσεις, οι απώλειες άρχισαν να αυξάνονται και ακολούθησαν απολύσεις. Στη συνέχεια, ενώ φαινόταν ότι το βρετανικό πρόγραμμα SMR ήταν καταδικασμένο, εμφανίστηκε ένας νέος υπέρμαχος της πυρηνικής ενέργειας στο πρόσωπο του Μπόρις Τζόνσον. Είχε έρθει η ώρα για τον δεύτερο γύρο. Μέχρι τότε, η Rolls-Royce είχε πάρει το προβάδισμα στη ρυθμιστική διαδικασία και ο πιο γρήγορος τρόπος να ξεκινήσει η κατασκευή θα ήταν να επιλέξει το σχέδιό της, να δώσει περισσότερα χρήματα και να επισπεύσει τις ρυθμιστικές εγκρίσεις.
Ομως, με πέντε ή έξι εταιρείες να παραμένουν κολλημένες εδώ και χρόνια, η παράταξη της δημόσιας διοίκησης που κωλυσιεργούσε είχε ένα νέο εργαλείο στο οπλοστάσιό της: την απειλή μιας μήνυσης. Υποστήριζαν ότι οι άλλοι υποψήφιοι θα έπρεπε να έχουν χρόνο και χρήματα για να καλύψουν το χαμένο έδαφος και να επιλεγούν τουλάχιστον δύο νικητές. Οι εταιρείες GE-Hitachi, Holtec και Cavendish Nuclear έλαβαν χρήματα για να «προετοιμαστούν» για τη ρυθμιστική διαδικασία. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, σύμφωνα με ένα άλλο πρόσωπο στην κυβέρνηση εκείνη την εποχή, «το υπουργείο Οικονομικών καθυστερούσε». Φυσικά. Τελικά, οι υπουργοί συμφώνησαν να διεξαχθεί ένας δεύτερος διαγωνισμός, μόνο που αυτή τη φορά θα ονομαζόταν «περιορισμός επιλογών». Αλλά για να διεξαχθεί αυτός, οι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι χρειαζόταν περισσότερη εμπειρογνωμοσύνη. Ακολούθησε μια διαμάχη με το όργανο αξιολόγησης αμοιβών του Υπουργικού Συμβουλίου σχετικά με το κατά πόσον επιτρεπόταν στο υπουργείο Ενέργειας να προσφέρει αρκετά υψηλούς μισθούς για να προσελκύσει αξιόλογους ανθρώπους από τον πυρηνικό τομέα. Ενας άλλος κλάδος του Υπουργικού Συμβουλίου, η ομάδα αξιολόγησης μεγάλων έργων, δήλωσε ότι «δεν αισθάνεται άνετα με το χρονοδιάγραμμα».
Οι μήνες έδωσαν τη θέση τους σε χρόνια. Πρωθυπουργοί ήρθαν και έφυγαν. Η Great British Nuclear ιδρύθηκε τελικά το 2023 με μια εντυπωσιακή ηγετική ομάδα, αν και με ελάχιστο προσωπικό. Η Rolls-Royce, εν τω μεταξύ, προσπαθούσε να πουλήσει το σχέδιό της για τους SMR στο εξωτερικό, αλλά χωρίς την υποστήριξη της βρετανικής κυβέρνησης αντιμετώπισε σκεπτικισμό. Και η προοπτική των εκλογών διαφαινόταν. Οι υπουργοί πίεσαν να οριστεί ως προθεσμία υποβολής προσφορών το καλοκαίρι του 2024. Ομως είχαν άλλη μια μάχη στα χέρια τους, αυτή τη φορά με τους κυβερνητικούς δικηγόρους, οι οποίοι συμβούλευαν ότι ο κίνδυνος δικαστικού ελέγχου και ο κίνδυνος να χάσουν ήταν και οι δύο πάνω από 80%. Χωρίς υπουργική οδηγία -ένα αμφιλεγόμενο μέσο για την παράκαμψη των συμβουλών- η προθεσμία θα έπρεπε να παραταθεί. Και πράγματι παρατάθηκε.
Στη συνέχεια, τη Δευτέρα, έπειτα από δέκα χρόνια μιας διαδικασίας που οι αρμόδιοι επέμεναν ότι ήταν απαραίτητη για να κατανεμηθεί ο οικονομικός κίνδυνος μεταξύ των διαφόρων κατασκευαστών και να αποτραπούν οι νομικές απειλές, η Rolls-Royce αναδείχθηκε τελικά ως η μοναδική νικήτρια του αγώνα χρηματοδότησης. Πάει κι αυτό. Ακόμα και τώρα, υπάρχει μια επιφύλαξη. Η κυβέρνηση παρήγγειλε μόνο τρεις αντιδραστήρες και κανένας δεν αναμένεται πριν από το 2035. Η Τσεχική Δημοκρατία, αντίθετα, χρειάστηκε μόλις έναν χρόνο για να επιλέξει τη Rolls-Royce και να παραγγείλει έξι αντιδραστήρες. Η ίδια η εταιρεία δήλωσε το 2015 ότι για να αξίζει τον κόπο η κατασκευή ενός αρθρωτού εργοστασίου, θα χρειαζόταν ένα βιβλίο παραγγελιών 50 έως 70 τεμαχίων. Και πάλι, από τον νοσηρό φόβο της αποτυχίας, καταδικάζουμε τους εαυτούς μας σε αποτυχία. Το συμπέρασμα είναι ότι παρά την ευφυΐα των καλύτερων μηχανικών, αξιωματούχων και σχεδιαστών μας, η Βρετανία διαπρέπει στο να είναι μικρότερη από το άθροισμα των μερών της. Οπότε, ευχαριστούμε, Μίλιμπαντ, τα δισεκατομμύρια είναι μια καλή αρχή. Θα τα ξαναπούμε σε δέκα χρόνια.
ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing