Μόλις έχει κυκλοφορήσει το νέο, εξαιρετικό βιβλίο του διακεκριμένου Έλληνα καθηγητή Ψυχιατρικής Παύλου Σακκά «Φάρμακα ψυχής», από τις Εκδόσεις Αρμός, και ο συγγραφέας του μιλά σήμερα στα parapolitika.gr για την κυριαρχία της ψυχοθεραπείας, για τους λόγους που τα αντικαταθλιπτικά είναι τα πρώτα σε κατανάλωση φάρμακα και στη χώρα μας, για τα συμπεράσματα και τα πορίσματα της σύγχρονης κλινικής ψυχιατρικής πρακτικής, η οποία δεν φαίνεται, όπως αναφέρει ο ίδιος, να επηρεάζουν τους διαμορφωτές της πολιτικής Ψυχικής Υγείας στη χώρα μας και διεθνώς.

- Κύριε καθηγητά, στο νέο βιβλίο σας «Φάρμακα ψυχής» εξαπολύετε πυκνά «πυρά» κατά της ψυχοθεραπείας. Όμως, το παράδειγμα της παρηγορητικής για τους ασθενείς τελικού σταδίου δίνει έναν σημαντικό ρόλο στην ψυχοθεραπεία.

Κατ’ αρχάς, να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα. Δεν κάνω επίθεση στην ψυχοθεραπεία. Κάνω, απλώς, επίθεση σε αυτό το οποίο πιστεύει ο περισσότερος κόσμος: πρώτον, ότι η ψυχοθεραπεία είναι μία πανάκεια και, επομένως, μπορεί να βοηθήσει οπουδήποτε. Δεύτερον, ότι δεν βλάπτει. Δηλαδή ότι κάνει πάντα καλό και, τουλάχιστον δεν βλάπτει, παρά μόνον την τσέπη - αν το θέλετε έτσι. Στο «Φάρμακα ψυχής» δείχνω με παραδείγματα ότι η ψυχοθεραπεία μπορεί ακόμη και να βλάψει. Τρίτον, ότι τα φάρμακα τα συνηθίζεις, ενώ είναι πλέον βέβαιο ότι εκείνο το οποίο συνηθίζει κανείς, και πολύ εύκολα μάλιστα, είναι να πηγαίνεις στο γραφείο ενός ψυχοθεραπευτή μία φορά την εβδομάδα, δύο φορές την εβδομάδα, μία φορά το μήνα και να κάθεσαι στην «αγκαλιά» του για να ανοίγεις τη ψυχή σου. Αυτό είναι κάτι το οποίο συνηθίζεται εύκολα και κόβεται δύσκολα! Γι’ αυτό βλέπουμε πολύ συχνά ψυχοθεραπεία να διαρκεί τρία, πέντε, δέκα χρόνια, χωρίς να προσφέρει, ουσιαστικά, ανάλογα αποτελέσματα. Εκεί εστιάζω την κριτική μου. Δεν λέω ότι η ψυχοθεραπεία δεν είναι απαραίτητη. Και, μάλιστα, ως προς το τελικό στάδιο – το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας – εκεί θέλει, οπωσδήποτε, καθένας κάπου να «ακουμπήσει», κάποιος να τον ακούσει. Γιατί, δυστυχώς, εκείνο το οποίο συμβαίνει συχνά είναι ότι, όταν κανείς φτάσει σε αυτά τα στάδια, τότε όλοι απομακρύνονται. Και απομακρύνονται, γιατί δεν μπορούν να χειριστούν τον επερχόμενο θάνατο ή την επερχόμενη οδύνη. Προτιμούν να αποφεύγουν τέτοιες καταστάσεις… Ακόμη κι ο γιατρός απομακρύνεται! Το βλέπω και στους συναδέλφους ογκολόγους ή παθολόγους.

- Εγκαταλείπουν;

Όχι, δεν εγκαταλείπουν. Αυτοπεριορίζονται, προσπαθούν να προστατεύσουν τον εαυτό τους, γιατί δεν έχουν μάθει να μπορούν να κουβαλάνε τον πόνο κάθε ανθρώπου, ο οποίος βρίσκεται σε αυτό το τελικό στάδιο. Είναι πολύ δύσκολο.

- Λέτε, όμως, στο βιβλίο σας ότι η γνωσιακή ψυχοθεραπεία εξαιρείται της κριτικής.

Όχι, δεν εξαιρείται. Όχι. Απλώς η γνωσιακή ψυχοθεραπεία είναι, αυτή τη στιγμή, η τελευταία εξέλιξη της ψυχοθεραπείας και όποιες εργασίες πραγματοποιούνται για να ελέγξουν την αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας πραγματοποιούνται μόνο με τη γνωσιακή, η οποία είναι, άλλωστε, από τις λίγες ψυχοθεραπείες που έχουν συγκεκριμένα…

- Πρωτόκολλα;

Πρωτόκολλα, ακριβώς. Ενώ η ψυχαναλυτική δεν έχει κανένα πρωτόκολλο. Δηλαδή έχει πρωτόκολλο, το οποίο, όμως, δεν μπορεί να υποβληθεί σε μετρήσεις, σε πλαίσια.

- Κάποιοι ασκούν κριτική στην κλασική ψυχοθεραπεία και την ψυχανάλυση, επειδή, λένε, δεν ικανοποιούν το κριτήριο του Καρλ Πόπερ περί διαψευσιμότητας…

Εξ ορισμού δεν μπορούν να το ικανοποιούν, καθώς όλα εξαρτώνται από τη σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων, του θεραπευόμενου και του θεραπευτή. Η σχέση αυτή δεν δύναται να μετρηθεί. Δεν μπορεί με κανέναν τρόπο. Δεν μπορεί να επαναληφθεί το ίδιο πράγμα δύο φορές.

- Στο «Φάρμακα ψυχής» έχετε κάποιες ιστορίες με ψυχολόγους, οι οποίοι κάνουν κακή χρήση της ψυχοθεραπείας. Όμως, υπάρχουν και οι συνάδελφοί σας ψυχίατροι – ψυχοθεραπευτές.

Αυτό το λέω παρακάτω. Κάνω την αυτοκριτική μου ως ψυχίατρος και λέω ότι κάνουμε λάθος να πατάμε σε δύο «βάρκες»: και στην ψυχοθεραπεία και στην Ιατρική. Είναι κάτι το οποίο βολεύει τους περισσότερους συναδέλφους, να θολώνουν τα «νερά», να μπορούν να πατούν κι από εδώ και από εκεί. Αλλά δεν είναι σωστό αυτό το πράγμα.

- Γράφετε επίσης στο «Φάρμακα ψυχής» ότι είναι δυστύχημα να καταγράφονται ονομαστικά όλες οι παρενέργειες των φαρμάκων στα φύλλα οδηγιών, ιδιαιτέρως όταν έχουμε να κάνουμε με ψυχικώς πάσχοντες, οι οποίοι μπορούν να αυθυποβάλλονται πολύ εύκολα και πολύ συχνά. Θα λέγατε ότι πρέπει να καταργηθεί η υποχρέωση των φαρμακευτικών εταιρειών να συνοδεύουν τα φαρμακευτικά σκευάσματα με τα φύλλα οδηγιών;

Δεν μπορεί να γίνει αυτό. Πρακτικά δεν γίνεται. Άλλωστε, υπάρχει το Ίντερνετ, στο οποίο μπορείς να βρεις ο,τιδήποτε. Είναι ουτοπικό αυτό το πράγμα. Όμως, από την άλλη πλευρά, πρέπει να ασκηθεί ο ασθενής – καταναλωτής στην κριτική σκέψη…

- Ένας ασθενής με σχιζοφρένεια, όμως, ποια κριτική σκέψη μπορεί να έχει όταν διαβάζει φύλλα οδηγιών φαρμακευτικών σκευασμάτων;

Μπράβο, σωστά! Τι να κάνουμε, όμως; Αυτό το πρόβλημα είναι έντονο στην Ψυχιατρική, αλλά και σε άλλες ιατρικές ειδικότητες. Δείτε πόσοι αποφεύγουν να πάρουν ινσουλίνη, ενώ την έχουν ανάγκη, πόσοι αποφεύγουν να πάρουν κορτιζόνη, ενώ την έχουν ανάγκη. Για να μην πούμε, πράγματι, για τα εμβόλια... Από την άλλη πλευρά, μπορεί να κυκλοφορήσει ένα εμβόλιο που να μην αναφέρει στο φύλλο οδηγιών τις πιθανές παρενέργειές του; Υπάρχουν, τι να κάνουμε, δηλαδή; Η Ιατρική έχει μία πολύ μεγάλη απροσδιοριστία. Δεν μπορείς να τα αποκλείσεις όλα. Εμείς, όμως, έχουμε μάθει τα τελευταία χρόνια να σκεφτόμαστε μαθηματικά: άσπρο ή μαύρο. Θέλουμε τα πάντα να είναι άσπρα ή μαύρα. Δεν είναι, όμως! Πουθενά τα πράγματα δεν είναι άσπρα ή μαύρα! Ούτε στην πολιτική ούτε στις ατομικές μας ζωές. Πουθενά! Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με μία κριτική σκέψη σε όλες τις σχέσεις μας.

- Μιλάτε για τον μεγάλο φόβο των ασθενών για τα ψυχιατρικά φάρμακα. Από την άλλη πλευρά, όμως, στη χώρα μας και διεθνώς τα αντικαταθλιπτικά είναι τα πρώτα σε κατανάλωση φάρμακα! Μεταξύ όλων των κατηγοριών των φαρμακευτικών σκευασμάτων! Πως γίνεται και να φοβόμαστε τα ψυχοφάρμακα και να τα καταναλώνουμε τόσο μαζικά;

Με την κυκλοφορία του βιβλίου μου, δεν ξέρετε πόσοι ήρθαν και μου είπαν: γιατρέ, σας ευχαριστούμε, γιατί μας αποενοχοποιήσατε! Αυτοί οι άνθρωποι κάνουν χρήση ψυχοφαρμάκων, αντικαταθλιπτικών, μιας και τα αναφέρατε, και, από την άλλη πλευρά, φοβούνται να το πουν ανοιχτά και δημόσια. Το κάνουν κρυφά, ενώ τα ράφια όλων των φαρμακείων είναι γεμάτα με αντικαταθλιπτικά… Εάν ρωτήσετε στο δρόμο «παίρνεις;», κανείς δεν θα σας απαντήσει ότι «ναι, παίρνω»! Αυτό, γιατί υπάρχει αυτή η λανθασμένη εντύπωση, η οποία κυριαρχεί, ότι για να «πέσεις», όπως λένε, στα ψυχοφάρμακα, σημαίνει ότι έχεις χάσει τη μάχη, δεν μπορείς να ανταπεξέλθεις μόνος σου… Δεν είναι έτσι! Στα αντιβιοτικά λαμβάνουμε παραπάνω από όσο χρειάζεται και το διατυμπανίζουμε, ενώ ξέρουμε ότι αυτό ακριβώς κάνει κακό. Ενώ εδώ λαμβάνουμε ίσως πολύ λιγότερα από όσο χρειάζεται και το κρύβουμε! Κακώς! Πρέπει τα ψυχιατρικά φάρμακα να μπουν στη θέση τους και αυτό ήταν το κίνητρο για μένα να γράψω αυτό το βιβλίο.

- Έχει παρατηρηθεί στις ΗΠΑ ότι, όταν έδωσαν το δικαίωμα στους γενικούς γιατρούς και τους παθολόγους της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας να συνταγογραφούν επίσης ψυχιατρικά φάρμακα, η σχετική συνταγογράφηση εκτοξεύθηκε στα ύψη! Πιστεύετε ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει επίσης στη χώρα μας; Συνταγογραφούνται με ευκολία τα ψυχιατρικά φάρμακα;

Η εκτόξευση της σχετικής συνταγογράφησης παρατηρείται επειδή υπάρχει πολύ μεγάλη ανάγκη για αυτά τα φάρμακα. Μάλιστα, από τότε που κυκλοφόρησαν τα νεότερα αντικαταθλιπτικά, αυτά έχουν πολύ μεγάλη ασφάλεια και ευκολία στη χρήση τους, έτσι ώστε, πραγματικά, μπορεί ο γιατρός οποιασδήποτε ειδικότητας, χωρίς να είναι ειδήμων, να συνταγογραφήσει τέτοια φάρμακα. Δεν υπάρχει πρόβλημα. Τα πιο παλιά αντικαταθλιπτικά

είχαν πολύ μεγάλο πρόβλημα με τις παρενέργειές τους και, έτσι, έπρεπε να είναι ειδικός κανείς για να τα συνταγογραφήσει και να παρακολουθεί την πορεία της φαρμακευτικής αγωγής, που έχει χορηγήσει.

- Γιατρέ, πιστεύετε ότι οι κύριοι διαμορφωτές της επίσημης πολιτικής Ψυχικής Υγείας λαμβάνουν τα μηνύματα, τα οποία εκφράζετε και εσείς με το νέο εξαίρετο βιβλίο σας; Λαμβάνουν τα μηνύματα της καθημερινής κλινικής ψυχιατρικής πρακτικής;

Όχι! Όχι, γιατί το κυρίαρχο «καθεστώς» της Ψυχιατρικής, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και διεθνώς, διέπεται από την αντίληψη «να πατάμε σε δύο βάρκες». Είναι εξαιρετικά δύσκολο να εγκαταλείψουμε τη «βάρκα» της ψυχοθεραπείας, γιατί, το λέω και ανοιχτά στο βιβλίο, είναι και εύκολο κέρδος να σου έρχεται ο ασθενής κάθε εβδομάδα, να κάθεται και να σου μιλάει για τα προβλήματά του και αυτό το πράγμα να τρενάρει για χρόνια… Οπότε, γιατί οι ψυχίατροι να το εγκαταλείψουν και γιατί να το καταδικάσουν αυτό; Έτσι, η πολιτική της Ψυχικής Υγείας, και διεθνώς και στη χώρα μας, ακολουθεί αυτόν τον κανόνα. Δυστυχώς!