Έντονος δημόσιος διάλογος σχετικά με την ανάγκη ή μη μαζικών τεστ διάγνωσης του νέου κοροναϊού βρίσκεται σε εξέλιξη το τελευταίο διάστημα, με το υπουργείο Υγείας και τον ειδικό λοιμωξιολόγο, Σωτήρη Τσιόδρα να επισημαίνουν σε όλους τους τόνους ότι δεν είναι απαραίτητο τη δεδομένη στιγμή και στην τρέχουσα φάση της επιδημίας να προχωρήσει ένα τέτοιο πλάνο, χωρίς να αποκλείεται το ενδεχόμενο να γίνει αυτό στο μέλλον.

Μάλιστα, ο κ. Τσιόδρας, τόσο δημοσίως όσο και στις ειδικές συσκέψεις που πραγματοποιούνται καθημερινά, υποστηρίζει πως μπορεί ενώ κάποιος είναι θετικός στον κοροναϊό, το συγκεκριμένο τεστ αντισωμάτων να μην το εντοπίσει και στη συνέχεια να «υιοθετήσουμε μια ανεύθυνη συμπεριφορά». «Ένα θετικό μπορεί να είναι ψευδώς θετικό, λόγω έκθεσης σε άλλους κοροναϊούς που κυκλοφορούν κάθε χρόνο και προκαλούν κοινό κρυολόγημα», ανέφερε χαρακτηριστικά την προηγούμενη εβδομάδα, επισημαίνοντας ότι «ένα αρνητικό τεστ στην οξεία φάση της νόσου σε έναν άνθρωπο χωρίς ή με ελαφρά συμπτώματα, μπορεί να δώσει και το λάθος μήνυμα, πως δεν έχεις κάτι... Ότι δεν έχεις τον ιό. Και μετά να υιοθετήσεις μια ανεύθυνη συμπεριφορά. Φυσικά κι αυτό δεν ισχύει. Μπορεί κάλλιστα να έχει τη νόσο κανείς με αρνητικό τέτοιο τεστ, ειδικότερα στην οξεία φάση της νόσου».

ΤΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ

Σύμφωνα με τον κ. Τσιόδρα, τα πιο αξιόπιστα τεστ είναι τα μοριακά (μεθοδολογία που έχει υιοθετήσει η χώρα μας), αφού «σε αυτήν τη φάση της επιδημίας στη χώρα μας, τα ειδικά τεστ αντισωμάτων δεν συστήνεται να χρησιμοποιηθούν από το γενικό κοινό και δεν είναι διαγνωστικά της νόσου». «Γιατί περισσότερα από 15.000 τεστ είναι λίγα ή δεν έχουμε ακριβή εικόνα αυτή τη στιγμή για το τι γίνεται στη χώρα μας; Ή αν πηγαίναμε και ελέγχαμε 10.400.000 Έλληνες ή 10.700.000, θα είχαμε αυτή τη στιγμή καλύτερη εικόνα για το τι συμβαίνει στη χώρα; Αύριο δεν θα έπρεπε να τους ελέγξουμε ξανά; Πόσοι από αυτούς θα ήταν στη φάση επώασης; Πόσοι από αυτούς είχαν εκτεθεί πραγματικά και χρειάζονταν τον έλεγχο; Πόσοι από αυτούς μετά από πέντε ημέρες δεν θα εμφάνιζαν τη νόσο, ό,τι έλεγχο και να έκαναν, γιατί δεν είχαν εκτεθεί;», είναι τα (ρητορικά...) ερωτήματα που θέτει ο κ. Τσιόδρας σε όλους όσοι θέτουν επιτακτικά το ζήτημα των μαζικών τεστ. Ο ίδιος σημειώνει ότι ελάχιστες χώρες στον κόσμο εφαρμόζουν αυτή τη στιγμή στρατηγική Ταϊβάν ή Νότιας Κορέας, οι οποίες ήταν έτοιμες γι’ αυτήν την πανδημία, έχοντας και αντίστοιχη εμπειρία από τον SARS. Οι περισσότερες χώρες στον κόσμο, πάντως, δεν εφαρμόζουν τέτοια στρατηγική. Πράγματι, τα μόνα εργαστηριακά τεστ τα οποία είναι αξιόπιστα σήμερα και ως μοναδικά αξιόπιστα τα θεωρεί και ο ίδιος ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν είναι τα λεγόμενα «γρήγορα τεστ», τα οποία απειλούν να κατακλύσουν τις διεθνείς αγορές, αλλά τα μοριακά τεστ, δηλαδή εκείνα με τα οποία διενεργούνται σήμερα όλοι οι εργαστηριακοί έλεγχοι από το Ινστιτούτο Παστέρ και τα πανεπιστήμια της χώρας μας για τον εντοπισμός του COVID19.

Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Υγείας, τα τεστ αντισωμάτων δεν συνιστώνται γι’ αυτήν τη φάση της επιδημίας. Ωστόσο, ερευνητικές ομάδες στην Ελλάδα, από τα πανεπιστήμια, σε συνεργασία με τον ΕΟ∆Υ, θα αξιολογήσουν την αξιοπιστία και την πιθανή χρήση στο μέλλον αξιόπιστων τέτοιων τεστ με αντισώματα για επιδημιολογικούς και άλλους πρακτικούς σκοπούς. «Εξετάζεται αυτή τη στιγμή το ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθεί μία τέτοια στρατηγική στις περισσότερες χώρες του κόσμου, όταν αρθούν τα μέτρα», τονίζουν οι ίδιες πηγές.

Εξάλλου, «γρήγορα» μοριακά τεστ, υψηλής ακρίβειας, τα οποία θα δίνουν αποτέλεσμα εντός 10 λεπτών, πρόκειται σύντομα να έχουν στη διάθεσή τους οι γιατροί της «πρώτης γραμμής» στα τμήματα επειγόντων περιστατικών των νοσοκομείων του ΕΣΥ της χώρας μας, όπως διαβεβαίωσε την προηγούμενη εβδομάδα ο καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθανάσιος Τσακρής, μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας.

Ηλίας Μόσιαλος στα «Π»: Πρόταση για ταχεία διάγνωση

«Να αγοράσουν οι κυβερνήσεις τις πατέντες για όλα αυτά τα τεστ ταχείας διάγνωσης από όλες τις εταιρείες και η συνολική επιστημονική έρευνα, που έφερε σε τόσο μικρό διάστημα αυτό το αποτέλεσμα, να καταστεί δημόσιο αγαθό και να μπορούν να παράγουν όλοι αυτά τα τεστ εγχώρια». Αυτή τη σπουδαία για τα δημόσια συστήματα υγείας όλης της Ευρώπης πρόταση καταθέτει ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στους διεθνείς οργανισμούς για τα θέματα του νέου κοροναϊού SARS COOV 2, καθηγητής Πολιτικής της Υγείας του London School of Economics and Political Science, Ηλίας Μόσιαλος, ο οποίος δηλώνει επίσης τα εξής στα «Π»: «Ο έλεγχος αυτής της πανδημίας μάς έχει ήδη μάθει πόσο ανυπεράσπιστοι είμαστε όλοι απέναντι σε μια τέτοια απειλή. Τώρα είναι η ώρα να μας διδάξει τη σπουδαιότητα της αυτάρκειας της δημόσιας Υγείας». Ο κ. Μόσιαλος διευκρινίζει στα «Π» ότι «η ως άνω πρόταση, την οποία θα διατυπώσουμε πρώτα με δημοσιεύσεις σε διεθνή επιστημονικά ιατρικά περιοδικά, σε συνεργασία με πανεπιστημιακούς άλλων χωρών, αφορά όχι την παρούσα φάση της πανδημίας, την οποία διανύουμε, αλλά τη φάση της εξόδου από την πανδημία. Τότε πρέπει να εφαρμόσουμε την πρόταση αυτή για τα τεστ ταχείας διάγνωσης». Σύμφωνα με όσα μας εξηγεί ο κ. Μόσιαλος, ένα παράδειγμα τέτοιου τεστ είναι το ID NOW ™ της εταιρείας Abbott, το οποίο μπορεί σε θερμοκρασία δωματίου να ανιχνεύει σε μόλις πέντε λεπτά εάν κάποιος ασθενής είναι θετικός στη νόσο και σε δεκατρία λεπτά εάν είναι αρνητικός.


Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 04 Απριλίου