Σημαντική μείωση στα χειρουργεία διάσωσης μελών των ασθενών με κακοήθεις μυοσκελετικούς όγκους επέφερε η πανδημία της Covid19, από τη μία, ενώ στον αντίποδα οι ακρωτηριασμοί δεν ελαττώθηκαν και συνεχίστηκαν με τους ίδιους ρυθμούς, σύμφωνα με έρευνα της Παγκόσμιας Εταιρείας Διάσωσης Μελών και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Μυοσκελετικής Ογκολογίας.


Η μελέτη δημοσιεύθηκε στις 26 Μαΐου, στο διεθνές περιοδικό «International Orthopedics» με τη συμμετοχή του Έλληνα καθηγητή Ορθοπεδικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτη Παπαγγελόπουλου, Διευθυντή της Α᾽ Ορθοπαιδικής Χειρουργικής Κλινικής του ΠΓΝ «Αττικόν» και πρόεδρο της Παγκόσμιας Εταιρείας Μυοσκελετικής Ογκολογίας και Διάσωσης Μελών (ISOLS). Στην έρευνα έλαβαν μέρος 149 γιατροί από όλο σχεδόν τον πλανήτη (Ασία, Αυστραλία, Ευρώπη, Βόρεια και Νότια Αμερική), κυρίως ορθοπαιδικοί ογκολόγοι χειρουργοί σε ποσοστό 91%, αλλά και ογκολόγοι παιδίατροι με μέσο χρόνο εμπειρίας τα 18 έτη. Oι γιατροί απάντησαν σε ένα ερωτηματολόγιο 20 ερωτήσεων και ήταν κυρίως από πανεπιστημιακά Κέντρα Ογκολογίας σε ποσοστό 65%, από κρατικά νοσοκομεία σε ένα ποσοστό 20% και από ιδιωτικές κλινικές σε ένα ποσοστό 15%.



Όπως δηλώνει ο καθηγητής Παναγιώτης Παπαγγελόπουλος στο Πρακτορείο FM και στην εκπομπή της Τάνιας Η. Μαντουβάλου «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ», στην έρευνα φάνηκε ότι πολλοί από αυτούς τους ασθενείς, ειδικά με σαρκώματα, καθυστέρησαν τη χειρουργική θεραπεία, και αντιμετωπίστηκαν πιο πολύ με χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία. «Είναι πράγματι εντυπωσιακό ότι ενώ μειώθηκαν σημαντικά τα χειρουργεία ασθενών με μυοσκελετικούς όγκους, οι ακρωτηριασμοί δεν ελαττώθηκαν.






Ένα 90% των ακρωτηριασμών έγιναν για πιο γρήγορη αντιμετώπιση του ασθενούς, ώστε να απομακρυνθεί το σάρκωμα από πάνω τους. Ενώ οι επεμβάσεις που αφορούσαν αποκατάσταση και διάσωση μέλους σε ένα ποσοστό 25% είτε καθυστέρησαν, είτε δεν έγιναν καθόλου. Κι αυτό μας βάζει ένα μεγάλο ερωτηματικό διεθνώς: Αν μερικά άτομα, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν διασώσει τα μέλη τους, υποβλήθηκαν τελικά σε ακρωτηριασμό λόγω της καθυστέρησης, ή λόγω του ότι τα χειρουργεία της διάσωσης των μελών είναι πολύπλοκα, (ανακατασκευές για αντικατάσταση οστών, τμημάτων της λεκάνης, της σπονδυλικής στήλης κλπ) πολύωρα, και δεν μπορούσαν υπό τις παρούσες συνθήκες, στη διάρκεια της πανδημίας, να γίνουν στα νοσοκομεία. Κυρίως λόγω του ότι πολλά από τα χειρουργεία σαρκωμάτων, απαιτούν μετά την επέμβαση μονάδα εντατικής θεραπείας».

Εξειδικευμένες βιοψίες σε ποσοστό 20% καθυστέρησαν ή δεν έγιναν

Σύμφωνα με τον κ. Παπαγγελόπουλο υπήρχε κι ένα ποσοστό των ασθενών κάτω του 10% που δεν μπόρεσαν να κάνουν ακτινοθεραπείες ή χημειοθεραπείες στα νοσοκομεία, κάτι που όπως τονίζει, σίγουρα επέδρασε στην επιβίωση τους. «Επίσης, ασθενείς με μετασταστική νόσο στα οστά (π.χ από καρκίνο μαστού, προστάτη, πνεύμονα) που κινδυνεύουν από κάταγμα και πρέπει να χειρουργηθούν γρήγορα, είχαν καθυστέρηση στην αντιμετώπιση τους και ένα 60% πήρε τελικά μόνο χειρουργική θεραπεία. Οι υπόλοιποι πήγαν συντηρητικά μόνο με ακτινοβολίες και κάποιου είδους υποστήριξη, για να μην πάθουν κάταγμα. Ακόμα οι βιοψίες που χρειάζεται να γίνουν κάτω από αξονικό τομογράφο, για να απεικονιστεί κάποιο σάρκωμα, σε ένα ποσοστό 20% είτε καθυστέρησαν, είτε δεν έγιναν καθόλου». Η έρευνα είχε πολλές πτυχές και όπως λέει ο καθηγητής άγγιξε και τη ζωή των χειρουργών, που φάνηκε ότι πιέστηκαν πάρα πολύ όλο αυτό το διάστημα, καθώς πολλοί φοβόντουσαν μήπως μεταδώσουν τον ιό από το νοσοκομείο στο σπίτι, και κάποιοι μάλιστα μένανε μόνοι τους στα ιατρεία. Και το ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι σε τι φάση βρισκόμαστε τώρα και ποια είναι η εμπειρία από το Αττικόν που ήταν και νοσοκομείο αναφοράς. «Στο ΠΓΝ ΑΤΤΙΚΟΝ κατά τη διάρκεια της πανδημίας προστατεύσαμε ασθενείς με μυοσκελετικά νεοπλάσματα ως ευπαθή ομάδα ασθενών, και με βάση την προτεραιότητα αντιμετωπίσαμε ασθενείς που μετεγχειρητικά δεν είχαν ανάγκη ΜΕΘ, λαμβάνοντας όλα τα προβλεπόμενα μέτρα προφύλαξης, για τον ασθενή και το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Σήμερα έχουμε επανέλθει σε πλήρη κανονικότητα όσον αφορά την αντιμετώπιση ασθενών με μυοσκελετικούς όγκους».