Διανύουμε σήμερα την τέταρτη ημέρα από την πλήρη επανεκκίνηση του τουρισμού και των αεροπορικών πτήσεων εξωτερικού προς τη χώρα μας και η ακολουθία των νέων κρουσμάτων του κοροναϊού SARS-CοV-2, την οποία ανακοινώνει καθημερινά ο Εθνικός Οργανισμός ∆ημόσιας Υγείας (ΕΟ∆Υ), δεν δείχνει, σε καμία περίπτωση, εκθετική ή ραγδαία αύξησή τους. Τι θα συνέβαινε, όμως, εάν η εν λόγω ακολουθία οδηγηθεί το επόμενο χρονικό διάστημα σε σημαντική άνοδό τους; Μήπως η πραγματικότητα, ακόμα και με αύξηση των κρουσμάτων, είναι πιο περίπλοκη και απαιτεί εξειδικευμένη ανάγνωση; Απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνει ο κορυφαίος διεθνώς Έλληνας καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στο London School of Economics and Political Science (LSE), Ηλίας Μόσιαλος, που έχει αναλάβει και τον ρόλο του εκπροσώπου της ελληνικής κυβέρνησης στους διεθνείς οργανισμούς για τα θέματα του SARS-CοV-2. Μέσω των «Π» προτείνει την εξειδικευμένη ανάγνωση της ακολουθίας των νέων κρουσμάτων στη χώρα μας από την πλήρη επανεκκίνηση του τουρισμού και μετά.

«Όλα εξαρτώνται από την ποιοτική ανάλυση των τάσεων και των νέων κρουσμάτων. Εάν τα νέα κρούσματα εντοπίζονται σε λίγες περιοχές της χώρας μας και διενεργήσουμε σωστή ιχνηλάτηση, καθώς και εάν έχουμε, κατόπιν, ορθή τήρηση των επιστημονικών οδηγιών εκ μέρους των πολιτών, τότε δεν υπάρχει θέμα κανενός συναγερμού», υπογραμμίζει στα «Π» και προσθέτει: «Επίσης, εάν τα νέα κρούσματα είναι διάσπαρτα στη χώρα και αφορούν, στη μεγάλη τους πλειονότητα, τους νέους στην ηλικία ανθρώπους, οι οποίοι δεν επιβαρύνουν το ΕΣΥ της χώρας μας με νέες νοσηλείες, τότε η κατάσταση θα είναι ελεγχόμενη και καθ’ όλα διαχειρίσιμη».

Ο ίδιος, ωστόσο, αναλύει και το τι θα μπορούσε να συμβεί στην αντίθετη περίπτωση. «Εάν τα νέα κρούσματα της νόσου COVID-19 αυξάνονται με ταχύτατο ρυθμό και διαπιστώσουμε ότι υπάρχει πιθανότητα να έχουμε διασπορά της νόσου σε ευπαθείς ομάδες, σε νοσοκομεία, γηροκομεία, στρατόπεδα και στα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης των προσφύγων (ΚΥΤ), τότε, ναι, τότε υπάρχει ανησυχία», εξηγεί ο κ. Μόσιαλος. Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι «χρειάζεται πάντα η ποιοτική ανάλυση και όχι να εξετάζουμε απλώς έναν αριθμό ή μόνον τον ρυθμό αύξησης της μεταδοτικότητας του νέου κοροναϊού, δηλαδή το R-0. ∆εν αρκεί αυτό από μόνο του, όσο σημαντικό και εάν είναι πάντα».

Συνεχίζοντας την ανάλυσή του, ο κ. Μόσιαλος προτείνει την ενίσχυση του ΕΟ∆Υ με κοινωνικούς επιστήμονες, ειδικούς στους «μεγάλους αριθμούς», τα big data, στην ανάλυση γεωγραφικών πληροφοριακών συστημάτων και στις επιστήμες της συμπεριφοράς. Τέλος, τονίζει ότι «πρέπει να ετοιμαστούμε για ένα πιθανό δεύτερο κύμα της πανδημίας κατά τους φθινοπωρινούς ή τους χειμερινούς μήνες και να συνεχίσουμε την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και των υποδομών του».