Μπορεί η καθημερινή βιωμένη κοινωνική εμπειρία όλων μας να μας αποδεικνύει ότι νοσούν από γρίπη όλο και περισσότεροι κοντινοί μας άνθρωποι και τα νοσοκομεία παίδων της χώρας “στενάζουν” από τις μαζικές προσελεύσεις ανησυχούντων γονέων, οι οποίοι αναζητούν ιατρική βοήθεια για τα παιδιά τους, τα οποία εμφανίζουν μαζικά συμπτώματα γριπώδους συνδρομής, αλλά δύσκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει με “γυμνό οφθαλμό” ότι το κύμα γρίπης, το οποίο πλήττει τη χώρα μας έχει ήδη αναπτυχθεί σε πολύ υψηλά επίπεδα.

Προς επίρρωσιν των ως άνω διαπιστώσεων η σχετική κατάταξη των χωρών – μελών της Ε.Ε. από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) ως προς τον δείκτη θετικότητας της γρίπης, δηλαδή ως προς την αναλογία κρουσμάτων γρίπης ανά 100 περιστατικά με συμπτώματα γριπώδους συνδρομής.

Έτσι, η Ελλάδα βρίσκεται στη… δεύτερη υψηλότερη θέση στην εν λόγω κατάταξη, μεταξύ όλων των χωρών – μελών της Ε.Ε., με δείκτη θετικότητας ίσον με… 46%. Δηλαδή, στα 100 περιστατικά με συμπτώματα γριπώδους συνδρομής στη χώρα μας τα 46 είναι, πράγματι, κρούσματα γρίπης, κυρίως γρίπης Α (Η3Ν2), ενώ στην πρώτη θέση της κατάταξης βρίσκεται η Γερμανία, με δείκτη θετικότητας ίσο με 50% και στην τρίτη θέση η Ιταλία, με δείκτη θετικότητας ίσον με 40%. Στην τελευταία θέση της εν λόγω κατάταξης βρίσκεται η Τσεχία, με δείκτη θετικότητας ίσο με 11%.

Την ίδια στιγμή και παρά τα όσα ανησυχητικά έχουν δει το φως της δημοσιότητας, το τελευταίο χρονικό διάστημα, η Ελλάδα δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των χωρών, οι οποίες εμφανίζουν δείκτη θετικότητας για τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV) υψηλότερο από 3%, κάτι το οποίο σημαίνει ότι ο RSV δεν αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα για τη χώρα μας, παρά το γεγονός ότι ο ιός αυτός είναι πάντα ικανός να δώσει πολύ σοβαρά κρούσματα σε πολύ μικρά παιδιά.