Μπορεί να πλησιάζει εκείνη η επιστημονικά ευτυχής και επιτυχής στιγμή κατά την οποία οι αλλεργίες δεν θα προβλέπονται και θα ελέγχονται απλώς, αλλά θα έχουμε ακόμη και τη δυνατότητα να τις θεραπεύουμε οριστικά, μέχρι τότε ωστόσο, εάν δεν έχετε αλλεργίες, η πιο σωστή απάντηση στην ερώτηση του γιατρού ή του νοσηλευτή «Έχετε καμία αλλεργία;» θα είναι πάντα η εξής: «Μέχρι σήμερα δεν έχω εκδηλώσει κάποια αλλεργία». «Μέχρι σήμερα», καθώς, σύμφωνα με όσα μας εξηγεί στο parapolitika.gr η στρατιωτικός γιατρός – αλλεργιολόγος Παίδων και Ενηλίκων, επιμελήτρια του αλλεργιολογικού τμήματος του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών (ΝΝΑ) και διευθύντρια του αλλεργιολογικού τμήματος του ιδιωτικού νοσοκομείου της Αθήνας «Μητέρα», Κασσιανή Τζέλη, ολοένα και πιο συχνά συναντούν οι ειδικοί γιατροί συνανθρώπους μας οι οποίοι εμφανίζουν την πρώτη στη ζωή τους αλλεργία ακόμη και στις ηλικίες των 40 ή/και των 50 ετών.


Πώς εξηγείται το γεγονός ότι ένας άνθρωπος ο οποίος δεν είχε ποτέ στη ζωή του αλλεργίες μπορεί να εκδηλώσει σε μεγάλη ηλικία ακόμη και κάποια σοβαρή αλλεργία;

Αυτό είναι ένα φαινόμενο που βλέπουμε ολοένα και συχνότερα στην κλινική πράξη. Αν και οι περισσότερες αλλεργίες ξεκινούν στην παιδική ηλικία, δεν αποκλείεται ένα άτομο να εμφανίσει αλλεργική αντίδραση για πρώτη φορά μετά τα 40, τα 50 έτη ή και αργότερα. Η εμφάνιση αλλεργιών σε μεγαλύτερη ηλικία, αν και λιγότερο συχνή, είναι υπαρκτή. Παράγοντες όπως η έκθεση σε αλλεργιογόνα περιβάλλοντα, η λήψη φαρμάκων, η διατροφή, οι αλλαγές στο μικροβίωμα και η γενετική προδιάθεση μπορεί να συμβάλουν στην «όψιμη» εμφάνιση αλλεργιών, ακόμα και σε άτομα χωρίς προηγούμενο ιστορικό.
Είναι συχνό πλέον να βλέπουμε ενήλικες –ακόμη και σε ηλικίες άνω των 50– να παρουσιάζουν πρώτη φορά αλλεργικές αντιδράσεις, που μπορεί να κυμαίνονται από ήπιες έως και εξαιρετικά σοβαρές.

Για παράδειγμα: Ενήλικες με αναφυλακτικό επεισόδιο μετά από νυγμό μέλισσας, χωρίς προηγούμενο ιστορικό, με σοβαρή αλλεργία σε αντιβιοτικό που έχουν λάβει ξανά στο παρελθόν αρκετές φορές χωρίς πρόβλημα, με ξαφνική τροφική αλλεργία σε γαρίδες, τις οποίες κατανάλωναν κανονικά έως τότε.
Η εμφάνιση αλλεργίας στην ενήλικη ζωή, λοιπόν, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, ούτε αποκλειστικό «προνόμιο» νεότερων ατόμων και απαιτεί εξειδικευμένο αλλεργιολογικό έλεγχο για σωστή διαχείριση και αντιμετώπιση.


Νομίζετε ότι η γονιδιακή αλληλουχία θα μπορούσε να προσδιορίζει από νωρίς τις πιθανότητες και την ταυτότητα αλλεργιών που μπορεί να αναπτυχθούν με την πάροδο του χρόνου;

Ναι, η γονιδιακή προδιάθεση παίζει σημαντικό ρόλο. Γνωρίζουμε πλέον ότι συγκεκριμένα γονίδια σχετίζονται με μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης αλλεργικών παθήσεων, όπως το άσθμα, η ατοπική δερματίτιδα και η τροφική αλλεργία.
Ωστόσο, η γονιδιακή πληροφορία από μόνη της δεν είναι επαρκής για να προβλέψει με ακρίβεια αν και πότε θα εκδηλωθεί μια αλλεργία, αφού καθοριστικό ρόλο παίζουν και άλλοι παράγοντες, όπως περιβαλλοντικοί παράγοντες, λοιμώξεις, το μικροβίωμα, η διατροφή και γενικότερα η καθημερινότητά μας, που τροποποιούν συνεχώς την έκφραση των γονιδίων μας (επιγενετική).
Στο μέλλον, με την πρόοδο της ιατρικής στο πεδίο αυτό, ενδέχεται να έχουμε πιο στοχευμένα εργαλεία πρόβλεψης, αλλά και αντιμετώπισης των αλλεργικών παθήσεων.
Σε ασθενείς με σπάνια ανοσολογικά νοσήματα ήδη εφαρμόζεται γονιδιακή θεραπεία με εξαιρετικά αποτελέσματα, ενώ πειραματικά πρωτόκολλα (μέσω gene silencing ή CRISPR) εφαρμόζονται σε ασθενείς με αλλεργικές παθήσεις όπως στη σοβαρή τροφική αλλεργία, ανοίγοντας τον δρόμο για πιο στοχευμένες και ίσως μόνιμες θεραπευτικές παρεμβάσεις στο μέλλον.

Γιατί δεν υπάρχει φαρμακευτικός μηχανισμός που να μπλοκάρει στην πηγή τους τις αλλεργίες;

Οι αλλεργίες είναι αποτέλεσμα μιας «υπερβολικής αντίδρασης» του ίδιου του ανοσοποιητικού συστήματος σε κατά τα άλλα «ακίνδυνες» ουσίες. Δεν πρόκειται απλώς για ένα παθογόνο που μπορούμε να εξουδετερώσουμε. Δεν φταίει δηλαδή η ουσία αυτή καθαυτή (π.χ. η γύρη, το φάρμακο, η τροφή, το δηλητήριο των υμενοπτέρων), αλλά το πώς τη «βλέπει - αντιλαμβάνεται» το ανοσοποιητικό μας σύστημα.
Μέχρι στιγμής, οι θεραπείες στοχεύουν
- είτε στη διαχείριση των συμπτωμάτων (όπως αντιισταμινικά, εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή σκευάσματα),
- είτε στην απευαισθητοποίηση -μια μακρόχρονη διαδικασία- κατά την οποία το ανοσοποιητικό μας «εκπαιδεύεται» να ανεχθεί το «ένοχο» αλλεργιογόνο μέσω μιας τακτικής σταδιακής ελεγχόμενης έκθεση σε αυτό. Πρόκειται για μια πιο στοχευμένη και ριζική θεραπευτική προσέγγιση. Η απευαισθητοποίηση εφαρμόζεται με επιτυχία για αρκετά έτη σε ασθενείς με αλλεργία σε δηλητήρια υμενοπτέρων (μέλισσα/σφήκα), αλλεργικό άσθμα/αλλεργική ρινοεπιπεφυκίτιδα (ακάρεα, γύρεις, επιθήλια ζώων, μύκητες υγρασίας), αλλά και πρόσφατα τροφικές αλλεργίες (όπως σε φιστίκι αράπικο κ.ά).

Επίσης, νεότερα φάρμακα, όπως οι βιολογικοί παράγοντες (μονοκλωνικά αντισώματα), προσφέρουν ήδη λύσεις για το σοβαρό άσθμα και την αλλεργική ρινίτιδα, την κνίδωση, την ατοπική δερματίτιδα και πρόσφατα και στην τροφική αλλεργία, αποτελώντας ένα πολύτιμο εργαλείο στη διαχείριση των ασθενών μας.
Το επόμενο βήμα φαντάζει να είναι η ανοσολογική επανεκπαίδευση μέσω βιοτεχνολογίας και γονιδιακής παρέμβασης καθώς πειραματικά φάρμακα υπόσχονται να ανοίξουν νέους δρόμους στη «σωστή» τροποποίηση του ανοσοποιητικού, χωρίς να διαταραχθεί η συνολική του λειτουργία.

Υπάρχει κάποια κατηγορία αλλεργιών που είναι πιο επικίνδυνη ή μπορεί να καταστεί εξαιρετικά επικίνδυνη σε συγκεκριμένες περιπτώσεις;

Ναι, υπάρχουν αλλεργίες που μπορούν να είναι δυνητικά απειλητικές για τη ζωή. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η αναφυλαξία, δηλαδή μια οξεία και σοβαρή συστηματική αντίδραση με ενδεχόμενη μοιραία έκβαση, που μπορεί να προκληθεί κυρίως από τροφές (όπως ξηροί καρποί, θαλασσινά, σιτηρά, αυγό, γάλα κ.ά.), φάρμακα (π.χ. αντιβιοτικά, αναισθητικά) ή νυγμούς/τσιμπήματα υμενοπτέρων.

Άλλες δυνητικά επικίνδυνες μορφές αλλεργιών περιλαμβάνουν το μη ελεγχόμενο αλλεργικό άσθμα ή τις επιβραδυνόμενες αντιδράσεις σε φάρμακα, που μπορεί να προκαλέσουν βαρύτατες επιπλοκές. Ωστόσο, ακόμη και οι πιο «αθώες» αλλεργίες, εάν δεν αντιμετωπιστούν σωστά, μπορεί να εξελιχθούν ή να επηρεάσουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών μας. Κάθε περιστατικό αλλεργίας πρέπει να αξιολογείται εξατομικευμένα. Ακόμα και μια ήπια αρχική αντίδραση μπορεί να εξελιχθεί σε σοβαρό επεισόδιο στην επόμενη έκθεση.

Θα τις θεραπεύουμε κάποτε τις αλλεργίες; Υπάρχει δυνατότητα να περάσουμε από την αποφυγή των αλλεργιών στη θεραπεία τους;

Η επιστήμη εξελίσσεται και από την παθητική αποφυγή των αλλεργιογόνων, περνάμε σε μια δυναμική-ενεργητική διαχείριση της αλλεργίας.
Μπορεί να μη βρισκόμαστε ακόμη στο σημείο της «απόλυτης» θεραπείας, αλλά πλησιάζουμε σε μια εποχή όπου οι αλλεργίες θα προβλέπονται, θα ελέγχονται και –σε κάποιες περιπτώσεις– θα εξαλείφονται οριστικά. Μέχρι τότε, ο καλύτερος σύμμαχος είναι η έγκαιρη διάγνωση και η εξατομικευμένη προσέγγιση από ειδικό αλλεργιολόγο, καθώς κάθε περίπτωση είναι μοναδική. Η ιατρική αξιολόγηση από ειδικό παραμένει απαραίτητη για τη σωστή πρόληψη και θεραπεία.