Μπύρες χωρίς αλκοόλ: Πόσο ''αθώες'' είναι τελικά για την υγεία μας;
Τι έδειξε μελέτη
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nutrients, η καθημερινή κατανάλωση μπύρας χωρίς αλκοόλ μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στον μεταβολισμό

Τα τελευταία χρόνια, η κατανάλωση μπύρας χωρίς αλκοόλ έχει αποκτήσει φανατικούς υποστηρικτές. Εμφανίζεται ως η έξυπνη επιλογή για όσους επιδιώκουν μια πιο υγιεινή καθημερινότητα, αποφεύγοντας τις συνέπειες του αλκοόλ, όπως η μέθη και η υπερφόρτωση του νευρικού συστήματος. Παράλληλα, υπόσχεται χαμηλότερες θερμίδες και έναν πιο «καθαρό» τρόπο απόλαυσης. Όμως, μια πρόσφατη επιστημονική μελέτη έρχεται να αμφισβητήσει αυτή την ιδανική εικόνα.
Διαβάστε: Κι όμως! Υπάρχει αλκοολούχο ποτό που ενυδατώνει και είναι ιδανικό για τον καύσωνα
Μπύρες χωρίς αλκοόλ: Ραγδαία άνοδος, αλλά με τι κόστος;
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι πωλήσεις μπύρας χωρίς αλκοόλ το 2023 ξεπέρασαν τα 120 εκατομμύρια ποτήρια, παρουσιάζοντας άνοδο σχεδόν 80% μέσα σε τέσσερα χρόνια. Και στην Ελλάδα, η στροφή προς μη αλκοολούχα ποτά είναι εμφανής, καθώς αυξάνεται η ζήτηση για επιλογές με λιγότερες επιπτώσεις στην υγεία. Ωστόσο, το γεγονός ότι λείπει το αλκοόλ από ένα ποτό δεν το καθιστά απαραίτητα αβλαβές.
Η μελέτη που αλλάζει τα δεδομένα
Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nutrients, η καθημερινή κατανάλωση μπύρας χωρίς αλκοόλ μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στον μεταβολισμό. Συγκεκριμένα, 44 υγιείς άνδρες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: η μία κατανάλωνε δύο φιάλες μπύρας χωρίς αλκοόλ την ημέρα για τέσσερις εβδομάδες, ενώ η άλλη περιορίστηκε στην κατανάλωση νερού. Οι αναλύσεις αίματος που πραγματοποιήθηκαν συστηματικά, έδειξαν ανησυχητικές μεταβολές στους βιοδείκτες των συμμετεχόντων της πρώτης ομάδας.
Τι ακριβώς βρέθηκε;
- Αύξηση γλυκόζης και ινσουλίνης: Η καθημερινή κατανάλωση των συγκεκριμένων ποσοτήτων προκάλεσε αύξηση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα και εμφάνιση υπερινσουλιναιμίας, κατάσταση που ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο για μελλοντική ανάπτυξη διαβήτη τύπου 2.
- Άνοδος στα λιπίδια του αίματος: Οι συμμετέχοντες εμφάνισαν επίσης αύξηση στα τριγλυκερίδια και στην LDL («κακή») χοληστερόλη — δείκτες που σχετίζονται άμεσα με τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων.
Όχι όλες οι μπύρες ίδιες
Ένα σημαντικό εύρημα της μελέτης ήταν ότι οι επιδράσεις διαφέρουν ανάλογα με το είδος της μπύρας. Ποικιλίες όπως οι σταρένιες και οι αρωματισμένες (με πορτοκάλι, λεμόνι κ.λπ.) είχαν εντονότερες μεταβολικές επιπτώσεις. Αντίθετα, οι pilsner τύπου, με ελάχιστο αλκοόλ (έως 0,5%) και χωρίς πρόσθετα γλυκαντικά, εμφάνισαν μικρότερες επιβαρύνσεις, αν και δεν ήταν εντελώς «ουδέτερες».
Το πρόβλημα φαίνεται να έγκειται λιγότερο στην απουσία αλκοόλ και περισσότερο στη σύσταση των ίδιων των προϊόντων — πολλές περιέχουν πρόσθετη ζάχαρη ή άλλους υδατάνθρακες για καλύτερη γεύση, με αποτέλεσμα να έχουν υψηλό γλυκαιμικό φορτίο.
Η σωστή στάση απέναντι στις ''ελαφριές'' επιλογές
Η επιλογή να αποφύγει κανείς το αλκοόλ είναι σαφώς επωφελής για την υγεία, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει πως όλα τα μη αλκοολούχα ποτά είναι εξίσου αθώα. Η υπερβολική κατανάλωση μπύρας χωρίς αλκοόλ, ειδικά σε καθημερινή βάση και χωρίς προσοχή στα συστατικά, μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στον μεταβολισμό και τη μακροπρόθεσμη υγεία. Η μετριοπάθεια και η προσεκτική ανάγνωση των ετικετών είναι κλειδιά για όσους επιθυμούν να απολαύσουν τέτοια ποτά χωρίς να διακινδυνεύσουν την ευεξία τους. Επιλέξτε προϊόντα χωρίς πρόσθετη ζάχαρη και προτιμήστε τύπους με χαμηλότερο γλυκαιμικό φορτίο — η «νηφάλια» απόλαυση δεν πρέπει να έρχεται εις βάρος της υγείας.