Τον Ιούνιο και τις πρώτες μέρες του Ιουλίου του 2025 η Ευρώπη βίωσε ένα από τα πιο πρόωρα και έντονα κύματα καύσωνα στην πρόσφατη ιστορία της. Πόλεις όπως το Παρίσι, το Μιλάνο, η Αθήνα και η Μαδρίτη κατέγραψαν θερμοκρασίες-ρεκόρ, ενώ οι υγειονομικές αρχές σε ολόκληρη την ήπειρο εξέδιδαν αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις. Ωστόσο, ορισμένοι ισχυρίζονται ότι, πίσω από τις προβλέψεις για υψηλές θερμοκρασίες και τις «κόκκινες» προειδοποιήσεις, κρύβεται μια αθόρυβη, υποεκτιμημένη τραγωδία: ο καύσωνας σκοτώνει πολύ περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους αναγνωρίζουμε επίσημα, λένε.

Μια σχετική, πρόσφατη ανάλυση του Imperial College London κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο ανθρώπινος παράγοντας της κλιματικής αλλαγής σχεδόν τριπλασίασε τους θανάτους που σχετίζονται με τη ζέστη στο φετινό κύμα καύσωνα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα πάντα με την εν λόγω ανάλυση, σε 12 ευρωπαϊκές πόλεις (όπως το Λονδίνο, η Ρώμη, η Βαρκελώνη και η Λισαβόνα), εκτιμήθηκαν 2.305 πλεονάζοντες θάνατοι λόγω υψηλών θερμοκρασιών μέσα σε μόλις δέκα μέρες, από τους οποίους οι 1.504 οφείλονταν αποκλειστικά – εδώ τίθεται ένα πολύ σοβαρό ερώτημα - στην ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή.

Προβληματισμός για τη μελέτη σχετικά με τους θανάτους λόγω καύσωνα

Πάντως, η ανάλυση σπεύδει να σχετικοποιήσει ακόμη και τα ίδια τα δικά της συμπεράσματα, καθώς τονίζει με νόημα ότι η πραγματική καταγραφή αυτών των θανάτων δεν αποτυπώνεται επίσημα, καθώς αυτοί οι θάνατοι δεν συνοδεύονται συστηματικά από τις απαραίτητες ιατρικές διαγνώσεις ή κωδικοποιήσεις. Δηλαδή, τα ιατρικά έγγραφα και τα πιστοποιητικά θανάτου σπανίως αναφέρουν τη ζέστη ως αιτία ή συνεισφέροντα παράγοντα.

Τι συμβαίνει, λοιπόν; Μήπως έχουμε να κάνουμε με μία επιστημονική ανάλυση μεν, μεροληπτική ως προς τις επιπτώσεις του καύσωνα, δε; Και, μάλιστα, τόσο μεροληπτική που εκτοξεύει τα σχετικά νούμερα; Αυτό το τελευταίο δεν το γνωρίζουμε. Εκείνο, όμως, το οποίο γνωρίζουμε είναι ότι η ανάλυση του Imperial College London δεν εξηγεί με ποιον τρόπο καταφέρνει (;) να απομονώσει τον καύσωνα και τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες ως μοναδική αιτία των ως άνω θανάτων…

Ενστάσεις

Χαρακτηριστική είναι η αποκλειστική δήλωση του προέδρου του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) και καθηγητή Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Χρήστου Χατζηχριστοδούλου, στο parapolitika.gr, σχετικά με την εν λόγω ανάλυση εκ μέρους του Imperial College London. Μας εξηγεί χαρακτηριστικά και με απόλυτη σαφήνεια ο Χρήστος Χατζηχριστοδούλου τα εξής: «Πρόκειται για μία μελέτη σχετικά με την υπερβάλλουσα θνησιμότητα, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη της άλλους πιθανούς παράγοντες κινδύνου. Πρέπει να πούμε, επίσης, ότι αυτή η ανάλυση αφορά τη γενική θνησιμότητα, χωρίς συγκεκριμένη αιτιολογία. Εκείνο το οποίο χρειάζεται και έχουμε ανάγκη είναι μία αναλυτική επιδημιολογία, προκειμένου να τεκμηριώσουμε οποιαδήποτε αιτιώδη συσχέτιση».

Γιατί χρειαζόμαστε μία αναλυτική επιδημιολογία, όπως μας εξηγεί ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ, και όχι έναν απλό δείκτη, έστω εκείνον της υπερβάλλουσας θνησιμότητας; Πολύ απλά, γιατί υπερβάλλουσα θνησιμότητα ορίζεται ως ο αριθμός των θανάτων από όλες τις αιτίες, ο οποίος υπερβαίνει τον μέσο ετήσιο αριθμό θανάτων, σε σχέση με μια συγκεκριμένη περίοδο αναφοράς. Η υπερβάλλουσα θνησιμότητα, ασφαλώς, είναι στην κορυφή της ατζέντας όλων εκείνων οι οποίοι σχεδιάζουν την πολιτική της υγείας, αλλά οι τελευταίοι έχουν πλήρη γνώση των ατελειών του εν λόγω δείκτη, όπως προκύπτει, ακριβώς, και από την ως άνω αποκλειστική δήλωση του προέδρου του ΕΟΔΥ στο parapolitika.gr.

thumbnail_xatzixristodoulou_xristos_eody


"Δύσκολο να αποδοθεί ένας θάνατος αποκλειστικά στον καύσωνα"

Αλλά και ο αναπληρωτής καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας και της Επιστημονικής Επιτροπής του ΕΟΔΥ, Γκίκας Μαγιορκίνης, εξηγεί επίσης με απόλυτη σαφήνεια στο parapolitika.gr: «Ο καύσωνας είναι από τα φυσικά φαινόμενα που επηρεάζουν ποικιλοτρόπως τις ανθρώπινες βιολογικές λειτουργίες. Η υψηλή θερμοκρασία και η αφυδάτωση επηρεάζει δυσμενώς την λειτουργία όλων των συστημάτων με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά δύσκολο να μετρηθεί άμεσα η επίδρασή του καύσωνα στην Δημόσια Υγεία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι είναι δύσκολο να αποδοθεί ένας θάνατος αποκλειστικά και μόνο στον καύσωνα εκτός και αν πρόκειται για περιπτώσεις όπως είναι η θερμοπληξία».

thumbnail_magiorkinis


Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζει ο Γκίκας Μαγιορκίνης στο parapolitika.gr, «γνωρίζουμε ότι ο καύσωνας επιβαρύνει και απορρυθμίζει χρόνια νοσήματα με πιο χαρακτηριστικά τα καρδιαγγειακά και αναπνευστικά νοσήματα. Έτσι για παράδειγμα είναι πιθανόν ένας ασθενής με Χρόνια Αναπνευστική Πνευμονοπάθεια να απορρυθμιστεί λόγω των υψηλών παρατεταμένων θερμοκρασιών και να οδηγηθεί στο νοσοκομείο με συμπτώματα δύσπνοιας ή και ακόμα να καταλήξει. Σε αυτήν την περίπτωση δεν είναι άμεσα συνεπαγόμενη η σύνδεση του θανάτου με τον καύσωνα ακόμα και αν ο καύσωνας επιτάχυνε την εξέλιξη της νόσου. Έχει λοιπόν παρατηρηθεί ότι σε περιόδους καύσωνα έχουμε αύξηση των απορρυθμισμένων χρόνιων νοσούντων αλλά και θανάτων που σχετίζονται με αυτά τα χρόνια νοσήματα».

Τέλος, σε ελαφρώς διαφορετικό μήκος κύματος, σε σχέση με τον Χρήστο Χατζηχριστοδούλου, ο Γκίκας Μαγιορκίνης δέχεται ότι η υπερβάλλουσα θνησιμότητα είναι ένας αποδεκτός επιστημονικά δείκτης, υπό πολύ αυστηρές προϋποθέσεις, όμως. Όπως μας αναφέρει ο ίδιος, «αυτό το φαινόμενο μπορούμε να το μελετήσουμε με την υπερβάλλουσα θνησιμότητα, με την μέτρηση δηλαδή των θανάτων που φαίνεται ότι είναι περισσότεροι από όσους θα αναμέναμε για το ίδιο χρονικό διάστημα και εποχή. Αν την ίδια χρονική περίοδο δεν υπάρχει κάποια άλλη αιτία που αυξάνει τους θανάτους όπως μία επιδημία λοιμώδους νοσήματος, τότε η υπερβάλλουσα θνησιμότητα δείχνει με σχετικά καλή αξιοπιστία την επίδραση του καύσωνα στην Δημόσια Υγεία. Στην Ευρώπη έχουμε συστηματική καταγραφή της υπερβάλλουσας θνησιμότητας και τα αποτελέσματα αναρτώνται στην ιστοσελίδα euromomo.eu».