Ξαφνική απώλεια ακοής: Γιατί συμβαίνει και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;
Επείγουσα ωτολογική νόσος που απαιτεί άμεση δράση
Η ξαφνική απώλεια ακοής είναι επείγουσα κατάσταση που χρειάζεται άμεση θεραπεία. Μάθετε τα αίτια, τα συμπτώματα και τις σύγχρονες θεραπευτικές προσεγγίσεις

Η ξαφνική απώλεια ακοής αποτελεί μια σοβαρή ωτολογική κατάσταση που εμφανίζεται απροσδόκητα και απαιτεί επείγουσα ιατρική παρέμβαση. Όταν η νευροαισθητήρια βαρηκοΐα αναπτύσσεται μέσα σε λίγες ώρες και υπερβαίνει τα 30 decibel σε τρεις συνεχόμενες ακουστικές συχνότητες, χαρακτηρίζεται ως αιφνίδια και χρειάζεται άμεση προσοχή.
Διαβάστε: Μεταφέρεις χρήματα μέσω Iris; Τι πρέπει να κάνεις για να μην σου χτυπήσει την πόρτα η εφορία
Επιδημιολογικά στοιχεία και χαρακτηριστικά
Η ξαφνική απώλεια ακοής θεωρείται σπάνια πάθηση με δυσδιάκριτη αιτιολογία. Η συχνότητα εμφάνισης κυμαίνεται από 5 έως 20 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα για τη μονόπλευρη μορφή, ενώ περίπου 2% των ασθενών παρουσιάζει αμφίπλευρη προσβολή. Η νόσος εμφανίζεται κυρίως σε άτομα ηλικίας 40 έως 54 ετών, επηρεάζοντας εξίσου άνδρες και γυναίκες, με ελαφρώς μεγαλύτερη τάση προσβολής του αριστερού αυτιού. Σε ποσοστό 60% των περιστάσεων, η ξαφνική απώλεια ακοής παραμένει ιδιοπαθής, χωρίς να εντοπίζεται συγκεκριμένη αιτία. Ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι σε ποσοστό 32% έως 79% των ασθενών η ακουστική λειτουργία αποκαθίσταται αυτόματα, συνήθως εντός δύο εβδομάδων από την εκδήλωση. Πλήρης ανάκαμψη παρατηρείται στο 36% των περιπτώσεων.
Αιτιολογικοί παράγοντες
Παρά το γεγονός ότι η ακριβής αιτιολογία της ξαφνικής απώλειας ακοής δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί, υπάρχουν δύο κυρίαρχες θεωρίες που εξηγούν την παθογένεσή της: η ιογενής και η αγγειακή υπόθεση.
Στην ιογενή θεωρία, ορολογικές εξετάσεις έχουν αναδείξει τη συμμετοχή διαφόρων ιών, συμπεριλαμβανομένων του ερπητοϊού, κυτταρομεγαλοϊού, του ιού της ανεμοβλογιάς, της γρίπης, της ερυθράς, της ιλαράς και της παρωτίτιδας. Αντίθετα, οι χαρακτηριστικές αλλοιώσεις που συναντώνται σε αγγειακές αποφράξεις, όπως η ίνωση και η οστεοποίηση μικρών αγγείων, δεν ανιχνεύονται στην ιδιοπαθή μορφή της νόσου.
Κλινικά συμπτώματα
Η ξαφνική απώλεια ακοής συνοδεύεται συχνά από επιπρόσθετα συμπτώματα που επιδεινώνουν την ποιότητα ζωής του ασθενή. Οι εμβοές και ο ίλιγγος αποτελούν τα πιο συνηθισμένα συνοδά φαινόμενα. Πολλοί ασθενείς αναφέρουν έντονο αίσθημα πληρότητας στο προσβεβλημένο αυτί, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένη διάγνωση και ακατάλληλη θεραπεία με αποσυμφορητικά, αντιβιοτικά ή αντιισταμινικά φάρμακα.
Διαγνωστική προσέγγιση
Η διάγνωση της ξαφνικής απώλειας ακοής απαιτεί ολοκληρωμένη εξέταση της περιοχής κεφαλής και τραχήλου, με ιδιαίτερη έμφαση στον ακοολογικό έλεγχο. Η διαγνωστική διαδικασία περιλαμβάνει:
• Εξέταση με διαπασών και ωτοσκόπηση
• Τυμπανομετρία και λεπτομερές ακοόγραμμα
• Ηλεκτρονυσταγμογράφημα για έλεγχο του αιθουσαίου συστήματος
• Ακουστικά προκλητά δυναμικά εγκεφαλικού στελέχους
Η μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου με σκιαγραφικό υλικό είναι απαραίτητη για τον έλεγχο των γεφυροπαγκεφαλιδικών γωνιών και τον αποκλεισμό ακουστικού νευρινώματος. Η αξονική τομογραφία των κροταφικών οστών αποκαλύπτει πιθανές συγγενείς ανωμαλίες του εσωτερικού ωτός.
Ο εργαστηριακός έλεγχος ολοκληρώνει τη διαγνωστική διερεύνηση και περιλαμβάνει εξετάσεις για ηλεκτρολύτες, αυτοαντισώματα, ρευματοειδή παράγοντα, προθρομβίνη, χοληστερίνη, τριγλυκερίδια, αντισώματα έναντι ιών, καθώς και έλεγχο για σακχαρώδη διαβήτη, σύφιλη και θυρεοειδοπάθεια.
Θεραπευτικές επιλογές
Η θεραπεία της ξαφνικής απώλειας ακοής πρέπει να ξεκινήσει άμεσα, ακόμη και πριν από την ολοκλήρωση των εργαστηριακών εξετάσεων. Τα κορτικοστεροειδή αποτελούν τη θεραπεία πρώτης γραμμής, χορηγούμενα ενδοφλέβια ή από το στόμα σε δόση 60 mg ημερησίως για δύο εβδομάδες. Ανάλογα με την ανταπόκριση του ασθενή, η θεραπεία μπορεί να παραταθεί. Συμπληρωματικά χορηγούνται αγγειοδιασταλτικά φάρμακα και σκευάσματα που αυξάνουν τον όγκο του πλάσματος, καθώς και αντιιικά φάρμακα. Τα αντιιικά φάρμακα πρέπει να χορηγούνται άμεσα μετά την εκδήλωση των συμπτωμάτων, καθώς η καθυστερημένη χορήγηση μειώνει σημαντικά την αποτελεσματικότητά τους.
Πρόσφατα, η ενδοτυμπανική χορήγηση κορτικοστεροειδών έχει αναδειχθεί ως σημαντική θεραπευτική επιλογή για ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στη συστηματική αγωγή. Αυτή η μέθοδος εφαρμόζεται εντός 20 ημερών από την έναρξη της νόσου και παρουσιάζει ελάχιστη συστηματική απορρόφηση, καθιστώντας την ιδανική για ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, πεπτικό έλκος, φυματίωση ή γλαύκωμα. Επιπλέον, επιτυγχάνει υψηλότερες συγκεντρώσεις φαρμάκου στο όργανο στόχο.
Προγνωστικοί παράγοντες
Η πρόγνωση της ξαφνικής απώλειας ακοής εξαρτάται κυρίως από το υποκείμενο αίτιο και τη μορφή της βαρηκοΐας. Ασθενείς με προσβολή χαμηλών και μεσαίων συχνοτήτων παρουσιάζουν πλήρη αποκατάσταση της ακοής σε ποσοστό 70%. Όταν η βαρηκοΐα είναι ίδια στις συχνότητες 4000 και 8000 Hz, η βελτίωση της ακοής φτάνει το 75%. Αντίθετα, όταν η προσβολή αφορά κυρίως τις υψηλές συχνότητες και η βαρηκοΐα στα 8000 Hz υπερβαίνει αυτή των 4000 Hz, τα ποσοστά βελτίωσης μειώνονται στο 25%. Σε περιπτώσεις πλήρους απώλειας ακοής, η πρόγνωση είναι δυσμενής.
Ευνοϊκοί προγνωστικοί παράγοντες περιλαμβάνουν την άμεση θεραπευτική αντιμετώπιση, τη νεαρή ηλικία του ασθενή, την ήπια βαρηκοΐα με ανιούσα πορεία και τη βελτίωση εντός δύο εβδομάδων. Αντίθετα, η απουσία βελτίωσης μετά από δύο εβδομάδες θεραπείας, η σοβαρή βαρηκοΐα, η κατιούσα ακοομετρική καμπύλη και η παρουσία ιλίγγου συνδέονται με δυσμενή πρόγνωση.