Το λιβάνι παραπέμπει σε τελετουργία, παράδοση και Χριστούγεννα. Ταυτόχρονα, όμως, έχει μετατραπεί σε περιζήτητη πρώτη ύλη της παγκόσμιας βιομηχανίας ευεξίας. Η αυξανόμενη ζήτηση το κάνει ανάρπαστο, αλλά στην αφετηρία της αλυσίδας παραγωγής η εικόνα είναι ανησυχητική: τα δέντρα Boswellia, από τα οποία προέρχεται η πολύτιμη ρητίνη, εξαντλούνται με ανησυχητικούς ρυθμούς.

Η υπερεκμετάλλευση, η κλιματική κρίση και οι στρεβλώσεις της αγοράς απειλούν πλέον ένα από τα αρχαιότερα εμπορεύματα στην ιστορία του ανθρώπου.


Λιβάνι: Από ιερό σύμβολο σε προϊόν ευεξίας

Το λιβάνι έχει βαθιές ρίζες στην παγκόσμια ιστορία. Από τα βιβλικά δώρα των Μάγων μέχρι την παραδοσιακή ιατρική της Ινδίας και της Κίνας, υπήρξε επί χιλιετίες σύμβολο ιερότητας και θεραπείας. Σήμερα, το χαρακτηριστικό ξυλώδες και πικάντικο άρωμά του το έχει καταστήσει βασικό συστατικό στη βιομηχανία αρωμάτων, καλλυντικών, διαλογισμού και εναλλακτικών θεραπειών, έναν κλάδο αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων.

Η επιστροφή στις τελετουργίες και στις «φυσικές» πρακτικές ευεξίας έχει εκτοξεύσει τη ζήτηση, χωρίς όμως να λαμβάνεται υπόψη η αντοχή των φυσικών πόρων.


Στην καρδιά της παραγωγής

Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής λιβανιού προέρχεται από το Κέρας της Αφρικής – περιοχές της Σομαλιλάνδης, της Σομαλίας, της Αιθιοπίας και του Σουδάν. Εκεί, οικογένειες συλλεκτών ζουν για μήνες κοντά στα άλση Boswellia, χαράσσοντας τον φλοιό των δέντρων ώστε να «δακρύσει» η ρητίνη.

Η παραδοσιακή πρακτική απαιτεί μέτρο: λίγες τομές και μεγάλα διαστήματα ανάπαυσης, ώστε το δέντρο να ανακάμπτει. Ωστόσο, η πραγματικότητα έχει αλλάξει. Οι χαμηλές αμοιβές, η απουσία ρυθμιστικού πλαισίου και η πίεση της αγοράς οδηγούν σε υπερβολική εκμετάλλευση. Έρευνες δείχνουν ότι ένα δέντρο μπορεί να χρειαστεί πάνω από δέκα χρόνια για να επανέλθει μετά από εντατικό «τάπινγκ».

Σε πολλές περιοχές, οι πληθυσμοί Boswellia καταρρέουν: περισσότερα από τα τρία τέταρτα των άλσεων δεν διαθέτουν νεαρά δέντρα, ενώ η φυσική αναγέννηση έχει σχεδόν σταματήσει.


Κλίμα, παράσιτα και κοινωνική πίεση

Στην εξίσωση προστίθενται η κλιματική αλλαγή με τις παρατεταμένες ξηρασίες και τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τα ξυλοφάγα έντομα, η υπερβόσκηση και οι πυρκαγιές. Το αποτέλεσμα είναι διπλό: λιγότερα υγιή δέντρα και μεγαλύτερη εξάρτηση των τοπικών κοινωνιών από το λιβάνι ως μοναδική πηγή εισοδήματος.

Παρότι το προϊόν πωλείται ακριβά στις αγορές της Δύσης, οι συλλέκτες συχνά αμείβονται με μόλις 2 έως 5 δολάρια το κιλό. Το μεγαλύτερο μέρος του κέρδους χάνεται στην άτυπη εφοδιαστική αλυσίδα, ιδιαίτερα σε περιοχές με πολιτική αστάθεια και ανύπαρκτη κρατική εποπτεία.


Η ανάγκη για βιώσιμες λύσεις

Ειδικοί προειδοποιούν ότι, χωρίς ουσιαστικά μέτρα βιωσιμότητας, η παγκόσμια παραγωγή λιβανιού μπορεί να μειωθεί έως και 50% μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες. Ήδη, πιλοτικές πρωτοβουλίες επιχειρούν να αλλάξουν το μοντέλο: συστήματα ιχνηλασιμότητας που συνδέουν κάθε παρτίδα με γεωγραφικά και οικολογικά δεδομένα, παρακολούθηση της υγείας των δέντρων και απευθείας πληρωμές στους παραγωγούς.

Η οργανωμένη καλλιέργεια Boswellia θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος της λύσης, αν και εγείρει νέες ανησυχίες για τη χρήση γης και υδάτινων πόρων.

Το συμπέρασμα είναι σαφές: αν το λιβάνι θέλει να παραμείνει σύμβολο παράδοσης και ευεξίας, η παγκόσμια αγορά οφείλει να αναγνωρίσει και να πληρώσει το πραγματικό κόστος της αειφορίας. Διαφορετικά, το άρωμά του κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια σπάνια ανάμνηση.