Καθώς η παραγωγή κακάο «βουλιάζει» σε βασικές χώρες της Δυτικής Αφρικής, η σοκολάτα μπαίνει ξανά στο επίκεντρο της κλιματικής συζήτησης – με ορισμένους ειδικούς να προειδοποιούν ακόμη και για ένα μέλλον όπου το κακάο θα γίνει σπάνιο έως το 2050. Η εικόνα που περιγράφουν οι επιστήμονες είναι ξεκάθαρη: τα ακραία καιρικά φαινόμενα λειτουργούν σαν «κλιματικό βαρόμετρο» για μια καλλιέργεια που εξαρτάται από λεπτές ισορροπίες θερμοκρασίας και βροχοπτώσεων.

Η παγκόσμια αλυσίδα τροφοδοσίας σοκολάτας στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη Δυτική Αφρική – περίπου το 60% του κακάο παράγεται σε υγρά κράτη όπως η Ακτή Ελεφαντοστού και η Γκάνα. Όμως, τα τελευταία δύο χρόνια η παραγωγή φέρεται να έχει δεχθεί ισχυρό πλήγμα, με συνέπεια οι τιμές της σοκολάτας να εκτοξευτούν σε επίπεδα που –σύμφωνα με τις εκτιμήσεις– δεν είχαν εμφανιστεί από τη δεκαετία του 1970.


Κακάο: Ο «βασικός ένοχος» οι ακραίες βροχές

Παρότι κατά καιρούς έχουν αναφερθεί πολλοί παράγοντες πίεσης (από γηρασμένα δέντρα μέχρι παράνομες δραστηριότητες), η έρευνα δείχνει ότι ο κρίσιμος παράγοντας είναι οι έντονες αντιθέσεις στις βροχοπτώσεις. Το Ινστιτούτο Salata για το Κλίμα και τη Βιωσιμότητα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ επισημαίνει ότι η ευαισθησία του κακάο στον καιρό δεν είναι καινούργια, αλλά η κλιματική αλλαγή «εντείνει την ισχύ των έντονων επεισοδίων βροχόπτωσης» όσο ανεβαίνει η θερμοκρασία.

Οι ερευνητές το εξηγούν με απλά λόγια φυσικής: «Μια θερμότερη ατμόσφαιρα συγκρατεί περισσότερη υγρασία, εντείνοντας την ένταση των ακραίων βροχοπτώσεων». Και προειδοποιούν για το ντόμινο που ακολουθεί: «Αυτό προκαλεί υπερκορεσμό εδάφους από νερό, διάβρωση εδάφους και συνθήκες που ευνοούν μυκητιασικές ασθένειες».


Η εναλλακτική που εξετάζουν: χαρούπι αντί κακάο

Μέσα σε αυτό το σκηνικό, ερευνητές του Εθνικού Πανεπιστημίου της Σιγκαπούρης στρέφουν το βλέμμα στο χαρούπι, μια καλλιέργεια που ευδοκιμεί στη Μεσόγειο και θεωρείται ιδιαίτερα ανθεκτική στην ξηρασία, με χαμηλές απαιτήσεις σε νερό. Μετά το ψήσιμο, το χαρούπι μπορεί να δώσει άρωμα που θυμίζει κακάο – όμως η γεύση, όπως σημειώνεται, δεν είναι ίδια.

Για να «γεφυρώσουν» αυτή τη διαφορά, οι επιστήμονες ανέπτυξαν δύο τεχνικές επεξεργασίας που στοχεύουν στη ρύθμιση του γευστικού προφίλ, αξιοποιώντας ένζυμα ώστε να ενισχυθούν στοιχεία όπως η πικράδα και η γλυκύτητα. Πρόκειται –όπως τονίζεται– για πιο «καθαρή» και ήπια μέθοδο σε σύγκριση με άλλες παρεμβάσεις που βασίζονται σε ισχυρά χημικά.

Η λογική είναι πρακτική: αν το χαρούπι αποκτήσει πιο «σοκολατένιο» χαρακτήρα, θα μπορεί να μπει πιο εύκολα σε προϊόντα που σήμερα απαιτούν κακάο – από σοκολάτες και σκόνες κακάο μέχρι ροφήματα βύνης και άλλα παράγωγα.


«Δεν είναι μόνο αντιγραφή – είναι διαφοροποίηση»

Οι ερευνητές εκτιμούν ότι, εφόσον η λύση περάσει σε μεγάλη κλίμακα, θα μπορούσε να «μειώσει σημαντικά» την εξάρτηση της σοκολατοβιομηχανίας από το κακάο, κάνοντας τις εφοδιαστικές αλυσίδες πιο ανθεκτικές απέναντι τόσο στην κλιματική αστάθεια όσο και σε ασθένειες των καλλιεργειών.

Ο Manfred Ku, πρώτος συγγραφέας της μελέτης, το θέτει καθαρά: «Η έρευνά μας δεν αφορά μόνο την αντιγραφή της γεύσης του κακάο, αλλά τη διαφοροποίηση των συστατικών που χρησιμοποιούμε για να φτιάξουμε εναλλακτικές της σοκολάτας». Και προσθέτει: «Στρέφοντας την προσοχή μας σε ανθεκτικές στο κλίμα καλλιέργειες όπως το χαρούπι, μπορούμε να βοηθήσουμε τον κλάδο να προσαρμοστεί στις περιβαλλοντικές προκλήσεις, προσφέροντας παράλληλα στους καταναλωτές ένα προϊόν που θα απολαμβάνουν.»