Πρόωρες εκλογές στην Βρετανία: Πού ποντάρουν Μπόρις Τζόνσον και Τζέρεμι Κόρμπιν
Σε κάλπες οδεύει το Ηνωμένο Βασίλειο, για δεύτερη φορά μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος (2016) που «έβγαλε» τη χώρα από την ΕΕ. Οι δύο βασικοί μονομάχοι, ο νυν πρωθυπουργός και ηγέτης των Συντηρητικών Μπόρις Τζόνσον και ο επικεφαλής των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν, οδεύουν στο ραντεβού με τα polling stations με τελείως διαφορετικές στρατηγικές.
Ο Τζόνσον θα επικεντρώσει την προσοχή του στην κεντρική και βόρεια Αγγλία (Midlands) -εκεί συνήθως κερδίζονται ή χάνονται οι εκλογές. Στις περιοχές αυτές, όπου ζουν εκατομμύρια μη προνομιούχοι Βρετανοί, το Εργατικό Κόμμα παραδοσιακά έχει δύναμη, αλλά οι ψηφοφόροι του ήθελαν το Brexit.
Μπορεί να τους κατακτήσει ένας συντηρητικός πρωθυπουργός; Εξαρτάται πώς θα τους παρουσιάσει το διακύβευμα των εκλογών: «Γιατί να ταλαιπωρηθείτε το 2020 με τουλάχιστον άλλο ένα τοξικό δημοψήφισμα -όπως θέλουν οι Εργατικοί- και να μην ψηφίσετε τους Συντηρητικούς που θα βάλουν οριστικό τέλος στην περιπέτεια του Brexit;»
Δεν είναι βέβαιο ότι θα τους πείσει. Πάντως, για την ώρα το προβάδισμα των Συντηρητικών είναι σχετικά ασφαλές. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό, διότι και η τέως πρωθυπουργός Τερέζα Μέι πήγε σε πρόωρες εκλογές, το 2017, με ένα «σχετικά ασφαλές» προβάδισμα και κατέληξε να σχηματίζει κυβέρνηση με το DUP της Βόρειας Ιρλανδίας.
Όμως ο Τζόνσον δεν έχει άλλη επιλογή, διότι κινδυνεύει να χάσει ψήφους από τους πιο μετριοπαθείς ψηφοφόρους των Συντηρητικών (υπάρχουν και τέτοιοι) που ψήφισαν υπέρ της παραμονής στην ΕΕ και ενδέχεται να προτιμήσουν τους Φιλελεύθερους που τάσσονται υπέρ της παραμονής στην Ένωση.
Από την πλευρά του ο Τζέρεμι Κόρμπιν υπόσχεται στους πολίτες νέα διαπραγμάτευση με την ΕΕ για το Brexit και στη συνέχεια δημοψήφισμα. Δεν ενθουσιάζει τους ψηφοφόρους να αρχίσει αυτή η ιστορία από την αρχή, ήδη μετρούν 3,5 χρόνια από τότε που ψήφισαν Brexit.
Έχει όμως ένα ακόμα όπλο στη φαρέτρα του: Προειδοποιεί τους πολίτες ότι το Brexit θα φέρει ακόμα μεγαλύτερες οικονομικές ανισότητες, εργασιακό μεσαίωνα, ακόμα και εισβολή (αμερικανών) ιδιωτών στο NHS, το Εθνικό Σύστημα Υγείας ή αλλιώς, στην «ιερή αγελάδα» των Βρετανών.
Οι δύο μονομάχοι έχουν στη διάθεσή τους έξι εβδομάδες για να πείσουν.
Για την ιστορία, η συμμετοχή στις κάλπες το 2017 έφτασε το 66,8%. Ικανοποιητικό ποσοστό, αν σκεφτεί κανείς ότι το 2001 είχε πέσει κάτω και από το 60%.
Ο Τζόνσον θα επικεντρώσει την προσοχή του στην κεντρική και βόρεια Αγγλία (Midlands) -εκεί συνήθως κερδίζονται ή χάνονται οι εκλογές. Στις περιοχές αυτές, όπου ζουν εκατομμύρια μη προνομιούχοι Βρετανοί, το Εργατικό Κόμμα παραδοσιακά έχει δύναμη, αλλά οι ψηφοφόροι του ήθελαν το Brexit.
Μπορεί να τους κατακτήσει ένας συντηρητικός πρωθυπουργός; Εξαρτάται πώς θα τους παρουσιάσει το διακύβευμα των εκλογών: «Γιατί να ταλαιπωρηθείτε το 2020 με τουλάχιστον άλλο ένα τοξικό δημοψήφισμα -όπως θέλουν οι Εργατικοί- και να μην ψηφίσετε τους Συντηρητικούς που θα βάλουν οριστικό τέλος στην περιπέτεια του Brexit;»
Δεν είναι βέβαιο ότι θα τους πείσει. Πάντως, για την ώρα το προβάδισμα των Συντηρητικών είναι σχετικά ασφαλές. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό, διότι και η τέως πρωθυπουργός Τερέζα Μέι πήγε σε πρόωρες εκλογές, το 2017, με ένα «σχετικά ασφαλές» προβάδισμα και κατέληξε να σχηματίζει κυβέρνηση με το DUP της Βόρειας Ιρλανδίας.
Όμως ο Τζόνσον δεν έχει άλλη επιλογή, διότι κινδυνεύει να χάσει ψήφους από τους πιο μετριοπαθείς ψηφοφόρους των Συντηρητικών (υπάρχουν και τέτοιοι) που ψήφισαν υπέρ της παραμονής στην ΕΕ και ενδέχεται να προτιμήσουν τους Φιλελεύθερους που τάσσονται υπέρ της παραμονής στην Ένωση.
Από την πλευρά του ο Τζέρεμι Κόρμπιν υπόσχεται στους πολίτες νέα διαπραγμάτευση με την ΕΕ για το Brexit και στη συνέχεια δημοψήφισμα. Δεν ενθουσιάζει τους ψηφοφόρους να αρχίσει αυτή η ιστορία από την αρχή, ήδη μετρούν 3,5 χρόνια από τότε που ψήφισαν Brexit.
Έχει όμως ένα ακόμα όπλο στη φαρέτρα του: Προειδοποιεί τους πολίτες ότι το Brexit θα φέρει ακόμα μεγαλύτερες οικονομικές ανισότητες, εργασιακό μεσαίωνα, ακόμα και εισβολή (αμερικανών) ιδιωτών στο NHS, το Εθνικό Σύστημα Υγείας ή αλλιώς, στην «ιερή αγελάδα» των Βρετανών.
Οι δύο μονομάχοι έχουν στη διάθεσή τους έξι εβδομάδες για να πείσουν.
Για την ιστορία, η συμμετοχή στις κάλπες το 2017 έφτασε το 66,8%. Ικανοποιητικό ποσοστό, αν σκεφτεί κανείς ότι το 2001 είχε πέσει κάτω και από το 60%.