Xατζίνοβα (κάτοικος Μαριούπολης) στα Παραπολιτικά 90,1: Φοβήθηκα ότι θα σκοτωθούμε μέσα στην πόλη από τους βομβαρδισμούς
«Πήγα μαζί τους και περάσαμε από το κέντρο εθελοντών που έχουμε εκεί πολλούς γνωστούς και είδαμε μια εικόνα ας πούμε πανικού»
Η πρώην κάτοικος της Μαριούπολης, Αθηνά Χατζίνοβα , μίλησε στα Παραπολιτικά 90.1, στην εκπομπή «Μπρα ντε φερ» με τους δημοσιογράφους Δημήτρη Τάκη και Χριστίνα Κοραή.
Μεταξύ άλλων, στη συνέντευξη που έδωσε επισήμανε τα εξής:
Τώρα είμαι στην Κύπρο μαζί με την μητέρα μου. Έφυγα από την Μαριούπολη στις 15 αλλά δεν προοριζόμουν για την Κύπρο απλώς έπρεπε να φύγω από τις βόμβες, τους βομβαρδισμούς. Αφού έφυγα από την Μαριούπολη έμαθα ότι ο αδελφός μας που ζει εδώ στην Κύπρο ήρθε στην Πολωνία για να είναι πιο κοντά μας γιατί δεν είχε κανένα νέο. Κάναμε μεγάλο δρόμο, έκανα περίπου 9 μέρες πήρε για να φτάσω στη Κύπρο.
Τις τελευταίες έξι μέρες που ήμασταν κάτω από τις βόμβες είχαμε φιλοξενήσει την οικογένεια μιας φίλης μου κι αυτή είχανε δυο αυτοκίνητα, ένα επιβατικό κι ένα φορτηγάκι της δουλειάς, και το πρωί στις 15 αφού μαγειρεύαμε έξω στις φωτιές είδαμε ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας στην αυλή της πολυκατοικίας μας και πήγαμε να μάθουμε τα νέα. Και οι αστυνομικοί μας είπανε ότι μόλις ήρθαν από μια μεριά που δεν βομβαρδίζεται, είναι έξω από την πόλη, ρωτήσαμε αν μπορούμε να φύγουμε απ’ εκεί και λέει «δεν μπορούμε να σας πούμε τίποτα ότι θα είστε ασφαλείς. Πάντως όταν ερχόμασταν ήταν ήσυχα». Οι φίλοι μου πήραν απόφαση να φύγουνε, είναι οικογένεια με δυο παιδιά, και μας είπανε ότι έχουμε μια ώρα να πάρουμε απόφαση με την μαμά μου αν θέλουμε να φύγουμε. Και η μαμά μου άφησε την απόφαση σε έμενα.
Εγώ φοβόμουν ότι δεν θα φτάσουμε ούτε καν στην άκρη της πόλης, ότι θα έχουμε σκοτωθεί γιατί δεν σταματούσαν οι βομβαρδισμοί μέσα στην πόλη. Τελευταία στιγμή εγώ είπα να πάω να βρω τον αδελφό μου και την οικογένεια του και να με πάνε μέχρι το κέντρο της πόλης τουλάχιστον και μετά να περπατήσω. Και πήγα μαζί τους και περάσαμε από το κέντρο εθελοντών που έχουμε εκεί πολλούς γνωστούς και είδαμε μια εικόνα ας πούμε πανικού. Και πήρα την απόφαση. Ευτυχώς που η φίλη μου συμφώνησε και επιτρέψαμε στο σπίτι. Αυτή ρίσκαρε στο δρόμο γιατί πέφτανε βόμβες συνέχεια γύρω μας. Πήραμε την μητέρα μου, μαζέψαμε σε δέκα λεπτά τα πράγματα, ότι βρίσκαμε και φύγαμε. Και μόλις προχθές η μαμά μου μου είπε ότι εκείνη την ώρα που εγώ της είπα φεύγουμε τα μάτια μου ήταν σαν τρελά. Δηλαδή «αν δεν έβλεπα αυτά τα μάτια σου δεν θα πήγαινα πουθενά».
Ερωτηθείσα αν έχουν μείνει συγγενείς της στη Μαριούπολη: Ναι, δυστυχώς, είναι ο αδελφός μου με την οικογένεια του και με τις δυο ανιψιές μου 15 και 6 χρονών και δεν έχουμε νέα τους.
Ελπίζετε ότι θα γυρίσετε πίσω κάποια στιγμή;
Θα ήθελα πάρα πολύ αλλά βλέπετε τι κάνανε στην πόλη. Την έχουνε καταστρέψει εντελώς, την έχουν βιάσει, έχουν πατήσει με τα βρώμικα παπούτσια τους το χώμα μας. Πόσα χρόνια θα περάσουν για να γυρίσουμε εκεί και να ζήσουμε μια πλήρη ζωή;
Ερωτηθείσα αν θα μείνει στην Κύπρο
Δεν υπάρχει κανένα σχέδιο. Το σχέδιο μου είναι να βρω τις ανιψιές μου και να τις αγκαλιάσω. Με τις ανιψιές μου μιλούσα την 1η Μάρτιου μιλήσαμε στο viber με video και την επομένη μέρα μου έστειλε κάτι μηνύματα η ανίψια μου και μετά κόπηκε η επικοινωνία.
Μεταξύ άλλων, στη συνέντευξη που έδωσε επισήμανε τα εξής:
Τώρα είμαι στην Κύπρο μαζί με την μητέρα μου. Έφυγα από την Μαριούπολη στις 15 αλλά δεν προοριζόμουν για την Κύπρο απλώς έπρεπε να φύγω από τις βόμβες, τους βομβαρδισμούς. Αφού έφυγα από την Μαριούπολη έμαθα ότι ο αδελφός μας που ζει εδώ στην Κύπρο ήρθε στην Πολωνία για να είναι πιο κοντά μας γιατί δεν είχε κανένα νέο. Κάναμε μεγάλο δρόμο, έκανα περίπου 9 μέρες πήρε για να φτάσω στη Κύπρο.
Τις τελευταίες έξι μέρες που ήμασταν κάτω από τις βόμβες είχαμε φιλοξενήσει την οικογένεια μιας φίλης μου κι αυτή είχανε δυο αυτοκίνητα, ένα επιβατικό κι ένα φορτηγάκι της δουλειάς, και το πρωί στις 15 αφού μαγειρεύαμε έξω στις φωτιές είδαμε ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας στην αυλή της πολυκατοικίας μας και πήγαμε να μάθουμε τα νέα. Και οι αστυνομικοί μας είπανε ότι μόλις ήρθαν από μια μεριά που δεν βομβαρδίζεται, είναι έξω από την πόλη, ρωτήσαμε αν μπορούμε να φύγουμε απ’ εκεί και λέει «δεν μπορούμε να σας πούμε τίποτα ότι θα είστε ασφαλείς. Πάντως όταν ερχόμασταν ήταν ήσυχα». Οι φίλοι μου πήραν απόφαση να φύγουνε, είναι οικογένεια με δυο παιδιά, και μας είπανε ότι έχουμε μια ώρα να πάρουμε απόφαση με την μαμά μου αν θέλουμε να φύγουμε. Και η μαμά μου άφησε την απόφαση σε έμενα.
Εγώ φοβόμουν ότι δεν θα φτάσουμε ούτε καν στην άκρη της πόλης, ότι θα έχουμε σκοτωθεί γιατί δεν σταματούσαν οι βομβαρδισμοί μέσα στην πόλη. Τελευταία στιγμή εγώ είπα να πάω να βρω τον αδελφό μου και την οικογένεια του και να με πάνε μέχρι το κέντρο της πόλης τουλάχιστον και μετά να περπατήσω. Και πήγα μαζί τους και περάσαμε από το κέντρο εθελοντών που έχουμε εκεί πολλούς γνωστούς και είδαμε μια εικόνα ας πούμε πανικού. Και πήρα την απόφαση. Ευτυχώς που η φίλη μου συμφώνησε και επιτρέψαμε στο σπίτι. Αυτή ρίσκαρε στο δρόμο γιατί πέφτανε βόμβες συνέχεια γύρω μας. Πήραμε την μητέρα μου, μαζέψαμε σε δέκα λεπτά τα πράγματα, ότι βρίσκαμε και φύγαμε. Και μόλις προχθές η μαμά μου μου είπε ότι εκείνη την ώρα που εγώ της είπα φεύγουμε τα μάτια μου ήταν σαν τρελά. Δηλαδή «αν δεν έβλεπα αυτά τα μάτια σου δεν θα πήγαινα πουθενά».
Ερωτηθείσα αν έχουν μείνει συγγενείς της στη Μαριούπολη: Ναι, δυστυχώς, είναι ο αδελφός μου με την οικογένεια του και με τις δυο ανιψιές μου 15 και 6 χρονών και δεν έχουμε νέα τους.
Ελπίζετε ότι θα γυρίσετε πίσω κάποια στιγμή;
Θα ήθελα πάρα πολύ αλλά βλέπετε τι κάνανε στην πόλη. Την έχουνε καταστρέψει εντελώς, την έχουν βιάσει, έχουν πατήσει με τα βρώμικα παπούτσια τους το χώμα μας. Πόσα χρόνια θα περάσουν για να γυρίσουμε εκεί και να ζήσουμε μια πλήρη ζωή;
Ερωτηθείσα αν θα μείνει στην Κύπρο
Δεν υπάρχει κανένα σχέδιο. Το σχέδιο μου είναι να βρω τις ανιψιές μου και να τις αγκαλιάσω. Με τις ανιψιές μου μιλούσα την 1η Μάρτιου μιλήσαμε στο viber με video και την επομένη μέρα μου έστειλε κάτι μηνύματα η ανίψια μου και μετά κόπηκε η επικοινωνία.