Μια κρίσιμη εβδομάδα για το ενδεχόμενο ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία φαίνεται πως θα είναι η επόμενη, με τις δύο παραδοσιακά ουδέτερες χώρες να βρίσκονται προ ιστορικών αποφάσεων υποβολής αιτήματος ένταξης στο ΝΑΤΟ, που θα μετέβαλλε σοβαρά τα γεωστρατηγικά δεδομένα στην Ευρώπη, αλλά και θα μπορούσε να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για μια πιθανή επιθετική ενέργεια του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, σε ευρωπαϊκό έδαφος εκτός της Ουκρανίας.

Ο Γερμανός καγκελάριος, Ολαφ Σολτς, προ ημερών εξέφρασε ανοιχτά τον κίνδυνο: Σε δηλώσεις του με τις πρωθυπουργούς Φινλανδίας και Σουηδίας, Σάνα Μαρίν και Μαγκνταλένα Αντερσον, ξεκαθάρισε πως κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο η Ρωσία να παραβιάσει ξανά διά της βίας τη διεθνή νομιμότητα, διαβεβαιώνοντας πάντως πως οι δύο χώρες μπορούν να βασιστούν στη γερμανική βοήθεια.

Από την πλευρά της, η υπουργός Εξωτερικών της Σουηδίας, Αν Λιντ, μετά τη συνάντησή της με τον Αμερικανό ομόλογό της, Αντονι Μπλίνκεν, διαβεβαίωσε πως οι ΗΠΑ προσέφεραν κι αυτές εγγυήσεις ασφάλειας, κάτι που δεν επιβεβαίωσε η αμερικανική πλευρά.

Τι θα γίνει, όμως, εντός της επόμενης εβδομάδας; Σύμφωνα με δημοσίευμα της φινλανδικής εφημερίδας «Iltalehti», την προσεχή Πέμπτη η Φινλανδία πρόκειται να αποφασίσει αν θα υποβάλει ενταξιακό αίτημα, αφενός με τον πρόεδρο της χώρας, Σάουλι Νιινίστο, να ανακοινώνει αν το εγκρίνει και αφετέρου με τις κοινοβουλευτικές πολιτικές ομάδες να δηλώνουν από πλευράς τους την τοποθέτησή τους (όχι δηλαδή με ψηφοφορία εντός Κοινοβουλίου).

Ταυτόχρονα, και η Σουηδία θα ακολουθήσει παράλληλη πορεία, που θα εξαρτηθεί, τελικά, από τη φινλανδική απόφαση. Από τη Δευτέρα μέχρι και την Πέμπτη το κυβερνών Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα θα αποφασίσει αν θα ανατρέψει μια πολιτική ουδετερότητας δεκαετιών, υποβοηθούμενο την Παρασκευή και από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της έκθεσης αναθεώρησης της πολιτικής για την ασφάλεια που έχει παραγγείλει το σουηδικό Κοινοβούλιο.

Εφόσον αυτά τα βήματα προχωρήσουν με θετικό τρόπο, το κυβερνών κόμμα θα μπορούσε να έχει λάβει τις τελικές αποφάσεις έως τις 24 Μαΐου το αργότερο. Το τι έχει να κερδίσει το ΝΑΤΟ από την ένταξη των δύο σκανδιναβικών κρατών στη Συμμαχία θεωρείται δεδομένο από τους αναλυτές. Πρόκειται για τη θωράκιση του λεγόμενου «ανοίγματος Suwalki», που θεωρείται η «αχίλλειος πτέρνα» της Συμμαχίας στα βορειοανατολικά ευρωπαϊκά σύνορά της προς τη Ρωσία.

Δηλαδή, τη λεπτή λωρίδα γης που ενώνει την Πολωνία με τη Λιθουανία -αφού ανάμεσα στις δύο χώρες παρεμβάλλεται ο ρωσικός θύλακας του Καλίνινγκραντ- και είναι το μόνο σημείο από το οποίο τα εδάφη της Συμμαχίας θα μπορούσαν να συνδράμουν (ηπειρωτικά) τις σχετικά απομονωμένες χώρες-μέλη Λιθουανία, Λετονία και Εσθονία, σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης. ενδεχομενα Αντίθετα, με μια ενδεχόμενη ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, η Βαλτική Θάλασσα θα μπορούσε να μετατραπεί σε «λίμνη του ΝΑΤΟ», όπως εύστοχα παρατηρεί σε άρθρο γνώμης στο Bloomberg ο πεπειραμένος σχολιαστής Αντρέας Κλουτ.

Αυτό ακριβώς το πλεονέκτημα αποτελεί και το μειονέκτημα που θα μπορούσε να προκαλέσει τη ρωσική επιθετικότητα και να φέρει τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, ενώπιον ενός «διλήμματος ασφαλείας». Με δεδομένο ότι έχει ξεκαθαρίσει πως η κόκκινη γραμμή για τη Μόσχα είναι η επέκταση του ΝΑΤΟ, πώς θα μπορούσε να δικαιολογήσει μια ρωσική αδράνεια σε μια τόσο μεγάλη πρόκληση;

Ηδη ο στενός σύμμαχος του Πούτιν, πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, διεμήνυσε από την πρώτη στιγμή πως, σε περίπτωση που η Σουηδία και η Φινλανδία γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ, «δεν θα είναι πλέον δυνατό να μιλάμε για ελεύθερο από πυρηνικά καθεστώς στη Βαλτική». Η αναφορά στα τακτικά πυρηνικά όπλα που βρίσκονται αποθηκευμένα από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου στο Καλίνινγκραντ (και τα οποία οι Αμερικανοί υπολογίζουν σε περίπου 2.000) ήταν σαφής.

Προστασία

Φυσικά, εφόσον κατατεθεί το αίτημα και επικυρωθεί η ένταξη των δύο κρατών-μελών -όπως έχει διαμηνύσει πως θα γίνει με ταχύρρυθμες διαδικασίες ο γ.γ. του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ-, οι δύο χώρες θα προστατεύονται από πιθανή επίθεση με την ενεργοποίηση του Αρθρου 5 της ιδρυτικής συνθήκης της Συμμαχίας, σύμφωνα με το οποίο μια επίθεση σε ένα κράτοςμέλος της Συμμαχίας εγείρει συλλογική απάντηση - κάτι που θεωρείται πως δεν θα ρισκάρει η Μόσχα.

Κρίσιμο, όμως, είναι το διάστημα μέχρι την επικύρωση του πιθανού ενταξιακού αιτήματος, οπότε οι δύο χώρες παραμένουν ευάλωτες σε μια ρωσική ενέργεια, η οποία θα μπορούσε να κυμανθεί από μια συντονισμένη κυβερνοεπίθεση μέχρι ακόμα και τη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων.

Οπως εξηγούν οι αναλυτές, το 1999 η ενταξιακή διαδικασία στο ΝΑΤΟ (μέχρι δηλαδή το ενταξιακό αίτημα να επικυρωθεί και από τα 30 κράτη-μέλη του) διαρκούσε περί τους 20 μήνες, ενώ τα επτά κράτη που εντάχθηκαν το 2004 το έπραξαν εντός 18 μηνών. Σήμερα, οι πολεμικές συνθήκες στην Ουκρανία είναι πιεστικές και κάποιοι κάνουν λόγο ακόμα και για μια ταχύρρυθμη διαδικασία, που μπορεί να ολοκληρωθεί έως τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, στις 29-30 Ιουνίου.

Στο μεσοδιάστημα (και εφόσον κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ολοκληρωθεί τόσο σύντομα), δυνητικά οι δύο χώρες που είναι κράτη-μέλη της Ε.Ε. καλύπτονται από τις αντίστοιχες ρήτρες αμοιβαίας συνδρομής της ιδρυτικής συνθήκης της Ε.Ε., όπως υπονόησε ο καγκελάριος Σολτς, ανοίγοντας όμως ιδιαίτερα ολισθηρά μονοπάτια για τις Βρυξέλλες.


Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 7 Μαϊου 2022