Κλιμάκωση της έντασης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας έφερε εντός της εβδομάδας το νομοσχέδιο που πέρασε από το Κογκρέσο και υπεγράφη από τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, περί απαίτησης αποκοπής των δεσμών του TikTok με την μητρική του εταιρεία, την κινεζική ByteDance και ευρύτερα με την Κίνα.

Η απόφαση αυτή έρχεται υπό το πρίσμα της μη απαγόρευσης της δημοφιλέστερης πλατφόρμας στον πλανήτη εντός των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία βρέθηκε στο επίκεντρο για την συλλογή των δεδομένων χρηστών από την Κίνα, με συντάκτες του νομοσχεδίου να επισημαίνουν ότι το νομοσχέδιο προστατεύει τους Αμερικανούς από την επιρροή της κινεζικής προπαγάνδας. Σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται, εφόσον η εταιρεία που εδρεύει στο Πεκίνο δεν λύσει την συνεργασία της με το TikTok, τότε το δεύτερο θα πάψει να υφίσταται ως διαθέσιμη εφαρμογή στα app stores στις ΗΠΑ.

Ο νόμος και οι αντιδράσεις

Η πρώτη επιχείρηση για block στο TikTok είχε λάβει χώρα επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ το 2020, βρίσκοντας ως εμπόδιο τη δικαιοσύνη. Βάσει των ειδικών, το νέο νομοσχέδιο έχει πολύ πιο ισχυρή νομική βάση, με τον Λευκό Οίκο να μπορεί να αξιοποιήσει νέα εργαλεία απαγόρευσης ή να εξαναγκάσει σε πώληση άλλες ξένης ιδιοκτησίας εφαρμογές που εκτιμά ότι απειλούν την εθνική ασφάλεια της χώρας. Με τη νέα νομοθεσία καθίσταται σαφές ότι οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου θα είχαν την υποχρέωση να μπλοκάρουν και τη μέσω web πρόσβαση στον χώρο του TikTok.

Εφόσον τεθεί σε ισχύ, η ByteDance έχει την υποχρέωση να πουλήσει το TikTok μέσα σε διάστημα 12 μηνών, ενώ η απαγόρευση πρόκειται να τεθεί σε ισχύ έπειτα από ένα διάστημα 270 ημερών, εκτός κι αν η εταιρεία προβεί σε πώληση της πλατφόρμας σε κάποια μη κινεζική εταιρεία. Έτσι, όσοι χρήστες εντός των ΗΠΑ έχουν ήδη εγκαταστήσει την εφαρμογή θα βρεθούν σε ένα άτυπο αδιέξοδο καθώς θα μπορούν να το χρησιμοποιούν δίχως κυρώσεις ατομικά, όμως δεν θα είναι διαθέσιμες οι νέες ενημερώσεις και η επανεγκατάσταση της εφαρμογής, εφόσον αυτή διαγραφεί.

Η αντίδραση από το TikTok δεν άργησε να έρθει, διαμηνύοντας ότι θα κινηθεί νομικά ενάντια στον νέο νόμο, καταγγέλλοντας την παρέμβαση αυτή ως παραβίαση «στην ελευθερία έκφρασης των χρηστών του» και υποστηρίζοντας ότι δεν έχει μοιραστεί και δεν σκοπεύει να μοιραστεί δεδομένα των Αμερικανών χρηστών του με την κινεζική κυβέρνηση. Η εταιρεία με μήνυμά της στο πρακτορείο Reuters και επικαλούμενη την Πρώτη Τροπολογία, επισήμανε ότι παραβιάζονται ξεκάθαρα τα δικαιώματα 170 εκ. Αμερικανών χρηστών του TikTok, ενώ ταυτόχρονα γνωστοποίησε στους εργαζομένους της ότι θα προσφύγει στα δικαστήρια για να εμποδίσει την εφαρμογή της νομοθεσίας.

Κίνδυνοι και ρήξη

Το νέο αυτό επεισόδιο ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις δεν εγκυμονεί μόνο την προοπτική μίας άνευ προηγουμένου ρήξης στις διπλωματικές τους σχέσεις, αλλά ενδέχεται να φέρει αλυσιδωτές αντιδράσεις στην αγορά του ηλεκτρονικού εμπορίου. Σύμφωνα με τους Financial Times, το TikTok είναι έναςισχυρός παίκτης « στα μέτωπα του social commerce και του shoppertainment», δηλαδή στον συνδυασμό του ψυχιαγωγικού περιεχομένου και των -εξατομικευμένων- διαφημίσεων, βάσει του αλγορίθμου, με πάνω από 7 εκατ. Μικρές επιχειρήσεις στις ΗΠΑ να το αξιοποιούν για εμπορικούς σκοπούς. Μετέπειτα, η απαγόρευσή του δύναται να ευνοήσει άλλες ανταγωνιστικές υπηρεσίες και θα επηρεάσει τον τρόπο «που οι νέοι σε ηλικία Αμερικανοί ‘’διαβάζουν’’ ειδήσεις», με την κίνηση αυτή να ενισχύει τη στάση περί αποκοπής από την «κινεζική προπαγάνδα» την οποία πλέον το Κογκρέσο αντιμετωπίζει ως μεγάλο εθνικό κίνδυνο.

Έχοντας ως βάση την διαμόρφωση της πολιτικής γνώμης, το TikTok θα μπορούσε δυναμικά να κρίνει μέχρι και τις εκλογές στις ΗΠΑ, όντας η δημοφιλέστερη εφαρμογή με την μεγαλύτερη επιρροή στις νεότερες γενιές, καθώς αρκετοί νέοι έχουν ήδη εκφράσει την αντίθεσή τους με την θέση αυτή, ενώ influencers να επισημαίνουν ότι μία ενδεχόμενη απαγόρευση θα ήταν «καταστροφική». Σε μία περίοδο που κάθε ψήφος μετράει, το αυτό συνηγορεί υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος έχει δεσμούς με τον επενδυτή της Bytedance Τζεφ Γιας, τον τρίτο μεγαλύτερο δωρητή των Ρεπουμπλικανών. Τέλος, ένα πιθανό ban της εφαρμογής θα μπορούσε να φέρει μία σειρά αντιποίνων και κυρώσεων εκ μέρους της κινεζικής κυβέρνησης, αυξάνοντας ταυτόχρονα την πίεση στις αμερικανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά στη χώρα.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή της Κυριακής