Η γερμανική υπηρεσία πληροφοριών διέγραψε χιλιάδες αιτήματα παρακολούθησης της NSA
Τι αναφέρουν τα γερμανικά ΜΜΕ
Η γερμανική υπηρεσία πληροφοριών BND, που κατηγορείται ότι κατασκόπευε εταιρείες και δημόσιους οργανισμούς για λογαριασμό της αμερικανικής Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας (NSA), είχε διαγράψει 12.000 αιτήματα για την παρακολούθηση αξιωματούχων, υποστηρίζει το περιοδικό Der Spiegel.
Σύμφωνα με γερμανικά μέσα ενημέρωσης, η BND παρακολουθούσε μεταξύ άλλων το υπουργείο Εξωτερικών της Γαλλίας, τη γαλλική προεδρία και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η λαϊκή εφημερίδα Μπιλντ έγραψε ότι στόχος παρακολουθήσεων είχαν γίνει και Αυστριακοί αξιωματούχοι.
Ωστόσο το Σπίγκελ γράφει ότι το 2013 ένας Γερμανός πράκτορας μελέτησε τα αιτήματα που είχαν υποβληθεί από την NSA στην BND στο πλαίσιο της συνεργασίας που είχαν ξεκινήσει οι δύο χώρες από το 2002 για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Χρησιμοποιώντας λέξεις-κλειδιά όπως "diplo", "bundesamt" και "gov" (χαρακτηριστικές των διευθύνσεων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που χρησιμοποιούν αξιωματούχοι), ο πράκτορας εντόπισε 12.000 αιτήματα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν οι διευθύνσεις "ορισμένου αριθμού υψηλόβαθμων αξιωματούχων της γαλλικής διπλωματίας", καθώς επίσης και μελών "θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών ευρωπαϊκών χωρών", συνεχίζει το περιοδικό.
Στις 14 Αυγούστου 2013 ο πράκτορας απευθύνθηκε στους ανωτέρους και ζητώντας να του πουν τι να κάνει με τα αιτήματα αυτά. Η απάντηση που πήρε ήταν "να τα διαγράψει".
Η εφημερίδα Μπιλντ έγραψε την Δευτέρα ότι η BND προσπαθούσε από το 2005 να κατασκοπεύσει την EADS (νυν Airbus) και τη Eurocopter (σήμερα Airbus Helicopters) για λογαριασμό της NSA. Η αποκάλυψη αυτή, στην οποία την Τετάρτη προστέθηκε και η κατηγορία για κατασκοπεία σε βάρος πολιτικών, έχει φέρει σε αμηχανία την κυβέρνηση της καγκελαρίου Άγγελα Μέρκελ που εμφανιζόταν μέχρι τώρα ως "θύμα" των συμμάχων της.
Σύμφωνα πάντα με την Μπιλντ, η καγκελαρία ενημερώθηκε από το 2008 για τις ενέργειες σε βάρος εταιρειών όπως η Airbus αλλά δεν αντέδρασε ώστε να μην ψυχράνει τις σχέσεις της με την Ουάσινγκτον και να μην θέσει σε κίνδυνο τη συνεργασία της με τις ΗΠΑ σε θέματα καταπολέμησης της τρομοκρατίας.