Η συνάντηση Τσίπρα-Μέρκελ-Ολάντ στον ευρωπαϊκό Τύπο
<p>Για μια συνάντηση, που δεν απέφερε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα κάνει λόγο στο σύνολό του ο ευρωπαϊκός Τύπος σχολιάζοντας τις χθεσινές συνομιλίες</p>
Για μια συνάντηση, που δεν απέφερε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα κάνει λόγο στο σύνολό του ο ευρωπαϊκός Τύπος σχολιάζοντας τις χθεσινές συνομιλίες μεταξύ του Έλληνα πρωθυπουργού με την Γερμανίδα καγκελάριο και τον Γάλλο πρόεδρο, στις Βρυξέλλες.
Τα δημοσιεύματα αναφέρουν πως την ώρα που διεξάγονταν η συνάντηση η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας υποβαθμίζονταν για ακόμα μια φορά από τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor's.
Για Ελλάδα: “Οι ηγέτες απέτυχαν να φτάσουν σε μια συμφωνία για την βοήθεια προς την Ελλάδα” αναφέρουν οι FT. Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του Peter Spiegel “ο Αλέξης Τσίπρας, ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε έναν ακόμα γύρο συνομιλιών με τους ομολόγους του από τη Γαλλία και τη Γερμανία χθες το βράδυ χωρίς ωστόσο κάποια πλευρά να βρεθεί κοντά στη συμφωνία, που θα απελευθερώσει τα 7,2 δισ ευρώ προς την ελληνική κυβέρνηση, που ξεμένει από ρευστότητα”. (...) Οι συνομιλίες που τελικά δεν κατέληξαν κάπου πραγματοποιήθηκαν εν μέσω αυξανόμενων ενδείξεων ότι οι εκπρόσωποι των πιστωτών της Ελλάδας έχουν αρχίσει να χάνουν την υπομονή τους με την Αθήνα και αρχίζουν να υιοθετούν μια πιο σκληρή γραμμή που θα οδηγήσει σε πρόταση τελεσιγράφου προς την κυβέρνηση Τσίπρα. Σύμφωνα με τρεις αξιωματούχους της Ευρωζώνης οι εκπρόσωποι της γερμανικής κυβέρνησης τους έχουν δηλώσει ότι πιστεύουν πως η απόρριψη ενός συμβιβασμού από πλευράς Ελλάδας στην πρόταση που παρουσιάστηκε την περασμένη εβδομάδα στον κ. Τσίπρα ήταν μια σοβαρή ένδειξη ότι δεν πρόκειται να επιτευχθεί συμβιβασμός. (...) Το ρεπορτάζ κάνει αναφορά στα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα όσον αφορά την επικύρωση μιας συμφωνίας τόσο από το ελληνικό όσο και από άλλα κοινοβούλια, παρά το γεγονός ότι το τρέχων πρόγραμμα λήγει στο τέλος του μήνα. Επίσης, δίνει έμφαση στο γεγονός ότι την ώρα των συνομιλιών η Standard & Poor's υποβάθμιζε το ελληνικό αξιόχρεο αναφέροντας πως η κίνηση της Αθήνας να μην αποπληρώσει τη δόση προς το ΔΝΤ ήταν μια ένδειξη ότι η ελληνική κυβέρνηση δίνει έμφαση στις δημόσιες δαπάνες και όχι στις δανειακές της υποχρεώσεις. (...) Το ρεπορτάζ καταλήγει λέγοντας πως παρά το παγωμένο κλίμα μεταξύ του Α. Τσίπρα και του Ζ. Κλωντ Γιούνκερ οι δύο άνδρες τελικά είχαν χθες μια σύντομη συνάντηση στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής και θα συναντηθούν εκ νέου σήμερα.
“Δεν υπήρξε άρση του αδιεξόδου στη χθεσινή συνάντηση” είναι ο σχετικός τίτλος για τη συνάντηση Τσίπρα με Μέρκελ και Ολάντ από την DW. Οι ηγέτες της Ελλάδας, Γερμανίας και Γαλλίας συμφώνησαν αργά χθες το βράδυ να εντατικοποιηθούν οι συνομιλίες μεταξύ Αθήνας και πιστωτών σε μια τελική προσπάθεια να αποφευχθεί μια ελληνική χρεοκοπία. “Αποφασίσαμε να εντατικοποιήσουμε την προσπάθεια να γεφυρωθούν οι διαφορές μας και να προχωρήσουμε – νομίζω ότι θα προχωρήσουμε – σε μια λύση” δήλωσε ο Τσίπρας μετά την ολοκλήρωση των συνομιλιών. “Οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνειδητοποίησαν ότι θα πρέπει να προσφέρουμε μια βιώσιμη λύση και μια ευκαιρία στην Ελλάδα να επιστρέψει στην ανάπτυξη” δήλωσε. Από την πλευρά του εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης είπε απλά ότι οι συνομιλίες ήταν εποικοδομητικές. Το ρεπορτάζ της DW καταλήγει ωστόσο με την υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από την S&P.
“Οι συζητήσεις για το ελληνικό χρέος θα πρέπει να εντατικοποιηθούν” είναι ο τίτλος του σχετικού δημοσιεύματος του BBC μετά τη χθεσινή συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με την Γερμανίδα καγκελάριο και τον Γάλλο πρόεδρο. Οι ηγέτες της Ελλάδας, Γαλλίας και Γερμανίας συμφώνησαν να εντατικοποιηθούν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών της, αλλά δεν υπήρξε σημαντική ένδειξη προόδου. Μετά τις χθεσινές συνομιλίες ο Έλληνας πρωθυπουργός δήλωσε ότι όλες οι πλευρές θα πρέπει να εργαστούν για να “γεφυρώσουν” τις διαφορές, που παραμένουν στο τραπέζι. Σύμφωνα με το BBC στις δηλώσεις του ο κ. Τσίπρας άφησε να εννοηθεί σαφώς ότι επιμένει στο αίτημά του να υπάρξει ελάφρυνση του χρέους για την Ελλάδα. Αλλά οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν πρόκειται να συναινέσουν σε μια τέτοια κίνηση, όχι πριν η Ελλάδα δεσμευθεί σε μεταρρυθμίσεις. Επομένως, λίγα επιτεύχθηκαν χθες και ενώ απομένουν μόνο λίγες μέρες προτού όλες οι πλευρές βρουν μια λύση.
Για μάταιη συνάντηση κάνει λόγο από την πλευρά της η Handelsblatt. Καμία ορατή προσέγγιση δεν έφερε η συνάντηση των τριών ηγετών για τη διαμάχη του χρέους της Ελλάδας. Η συνάντηση κατέληξε με συμφωνία πως διαπραγματεύσεις θα πρέπει να εντατικοποιηθούν. Όσον αφορά στο δημοσίευμα του Bloomberg σύμφωνα με το οποίο η κ. Μέρκελ είναι έτοιμη να καταλήξει σε συμφωνία εάν η Ελλάδα δεσμευτεί σε μία σημαντική μεταρρύθμιση η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ανέφερε πως: “η Γερμανία θα δεχθεί μόνο μία πρόταση από τα τρία θεσμικά όργανα. Όλα τα άλλα είναι έτοιμα”.
Επίσης η κ. Μέρκελ έχει τονίσει επανειλημμένα τις τελευταίες ημέρες ότι σε πολιτικό επίπεδο πραγματοποιούνται γενικές συζητήσεις και δεν υπάρχουν συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις σχετικά με τους τρόπους για την επίλυση της κρίσης του χρέους. Οι διαπραγματεύσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν Ελλάδα μόνο με τα λεγόμενα ιδρύματα που παλαιότερα ονομάζονταν Τρόικα. Αυτά είναι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η κ. Μέρκελ επίσης άφησε να εννοηθεί πριν από τη συνάντηση με Τσίπρα και Ολάντ ότι υπάρχει προθυμία για συμβιβασμό αναφέροντας: “Όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει τρόπος”.
Παράλληλα, ο επικεφαλής της ομάδας Γερούν Ντάσιλεμπλουμ είχε εκφράσει επιφυλάξεις αναφέροντας ότι “μια λύση θα ήταν εφικτή. Υπάρχουν μόνο μερικά σημεία που πρέπει να επιλυθούν”. Πάντως, η “διαρροή” της είδησης ότι η Γερμανία θα αποδέχονταν μια τμηματική συμφωνία οδήγησε χθες σε άνοδο των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων στο κλείσιμό τους σύμφωνα με τον Guardian.
Από την πλευρά της η Bild κάνει λόγο για “ακόμα μια άχρηστη Σύνοδο Κορυφής”. Στο δημοσίευμα επισημαίνεται ότι η Ελλάδα και το δράμα του χρέους της είναι το μόνιμο θέμα στις συναντήσεις των ηγετών της ΕΕ. Το συγκεκριμένο θέμα κυριάρχησε στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρώπης, στη Σύνολο ΕΕ - Ανατολής, στη Σύνοδο των G7 αλλά και στη χθεσινή Συνάντηση Κορυφής της ΕΕ με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής στις Βρυξέλλες.
“Αποτελέσμα; Έως τώρα κανένα!” αναφέρει η Bild επισημαίνοντας πως δεν συνέβη απολύτως τίποτα μετά την πολύωρη συνάντηση Μέρκελ, Ολάντ και Τσίπρα. “Άχρηστη Σύνοδος Κορυφής» τονίζει με έμφαση η Bild και δικαιολογεί τον τίτλο της αναφέροντας πως ο κ. Τσίπρας έχει αναπτύξει ένα ενδιαφέρον για συμβιβαστική λύση σε κάθε Σύνοδο Κορυφής. Ειδικότερα η Bild αναφέρει πως στην Εαρινή Σύνοδο Κορυφής στις 19 Μαρτίου ο κ. Τσίπρας μιλούσε με την Α. Μέρκελ τον Φρ. Ολάντ τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ στην οποία συμφώνησαν να επιταχύνουν τις εργασίες. Τρεις μήνες αργότερα οι ηγέτες της ΕΕ προειδοποιούν ακόμη πως “ο χρόνος εξαντλείται”. Το ρεπορτάζ καταλήγει με την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από την S&P.
Από την πλευρά της η WSJ σε ένα από τα βασικά θέματα στην ηλεκτρονική της έκδοση φέρει τον τίτλο “Πώς η Ευρωζώνη θα πρέπει να αντιμετωπίσει οπισθοχωρήσεις” - Μια γενναία λύση χρειάζεται για να πειστούν κράτη μέλη που δεν ανταποκρίνονται στους κανόνες για να αναλαμβάνουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Το άρθρο υπογράφει ο Simon Nixon. Όπως λέει χαρακτηριστικά “όποιο και εάν είναι το αποτέλεσμα της αέναης ελληνικής κρίσης αυτό που έχει αναδειχθεί είναι μια μεγάλη πρόκληση για την Ευρωζώνη: Πως θα μπορούσε να πείσει ένα κράτος μέλος να προωθήσει απαραίτητες πολιτικές όχι μόνο για την δική του οικονομία αλλά και για όλα τα άλλα κράτη – μέλη; Πως μπορούν κυβερνήσεις να πειστούν να αναλάβουν μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν σε μια ευελιξία τις οικονομίες τους και επομένως, θα μπορούν εύκολα να αντιμετωπίσουν τυχόν κρίσεις;
Η ευελιξία είναι απαραίτητη για την νομισματική ένωση όπου τα κράτη μέλη δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν παραδοσιακά εργαλεία όπως η υποτίμηση ή η κοπή νέου χρήματος. Μια είναι η λέξη – κλειδί που χρησιμοποιείται συνεχώς από τότε που εισήχθη το κοινό νόμισμα όπως υπενθύμισε την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι “δομικές μεταρρυθμίσεις”. Παρά τα συνεχή “σοκ” της ευρωπαϊκής οικονομίας πριν από 7 χρόνια οι κυβερνήσεις καθυστερούν στην υιοθέτηση μέτρων που θα αποσκοπούν στη μείωση του μεγέθους και του κόστους του δημόσιου τομέα, της γραφειοκρατίας και της απελευθέρωσης της αγοράς. (...) Το άρθρο καταλήγει λέγοντας πως μια ιδέα που κυκλοφορεί έντονα το τελευταίο διάστημα στις Βρυξέλλες είναι ότι η Ευρωζώνη θα πρέπει πλέον να δίνει κίνητρα για δομικές μεταρρυθμίσεις δημιουργώντας έναν νέο κοινό προϋπολογισμό που θα αφορά μόνο συγκεκριμένες χώρες που θα προχωρούν με τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Ο στόχος είναι να δημιουργηθεί μια νέα διαδικασία εξισορρόπησης των μέτρων, παρόμοια με εκείνη που είχαν πάρει για την ένταξή τους στην Ευρωζώνη. Ίσως αυτό να είναι αρκετά ριζοσπαστικό για κάποια κράτη μέλη που συνεχίζουν να μην θέλουν να αφήσουν στις Βρυξέλλες να ορίζουν τα φορολογικά τους μέτρα. Η ιστορία της Ε.Ε δείχνει ότι μια τέτοια θαρραλέα κίνηση θα γινόταν εφικτή μόνο σε περίπτωση μιας τεράστιας κρίσης. Ίσως η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ να είναι καταλυτική...
Στον Guardian o αρθρογράφος Seumas Milne γράφει πως “την υπόθεση της ριζοσπαστικής αλλαγής της Ευρώπης δεν πρέπει να τη διαχειριστεί η εθνικιστική δεξιά”. Αν ψάχνει κανείς το αληθινό πρόσωπο της ΕΕ, δεν χρειάζεται να το αναζητήσει επί μακρόν: ο πόλεμος ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της, θα του δώσει την πιο εύγλωττη απάντηση.
Κατά τον αρθρογράφο όλες οι ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα πως η Γερμανία και η τρόικα είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τους Έλληνες με σκοπό να τους “γονατίσουν”. Παρά τα συντριπτικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η λιτότητα “ακρωτηριάζει” και οδηγεί στην εξάπλωση του χρέους, η ελίτ της ΕΕ ούτε που θέλει να ακούσει για διαγραφή. Η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει, αλλιώς η σανίδα σωτηρίας θα κοπεί. Δηλαδή: η ρευστότητα από την ΕΚΤ και έτσι θα αναγκαστεί να βγει από την Ευρωζώνη. Το άρθρο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι σημαντική η υπόθεση της ριζικής αλλαγής της Ευρώπης – και μια ρήξη με τις αντιδημοκρατικές, εταιρικά ελεγχόμενες δομές της. Μόνο που αυτό δεν πρέπει να γίνει με όρους της δεξιάς. “Η εμπειρία στην Ελλάδα σε άλλα κράτη που έχουν “υποστεί” την Τρόικα, δείχνει πόσο μακριά είναι η ΕΕ από το να θεωρείται όαση ενός προοδευτικού διεθνισμού. Γι' αυτό και πρέπει να αλλάξει”.