Από αλλού το περίμενε και από αλλού το βρήκε. Η Τερέζα Μέι, η οποία αγωνίζεται να σώσει το σχέδιο για το «διαζύγιο» από την ΕΕ, έπεσε ξαφνικά πάνω στον «Βράχο» του Γιβραλτάρ, το γνωστό αγκάθι στις διμερείς σχέσεις Λονδίνου-Μαδρίτης.

Ο Πέδρο Σάντσεθ δηλώνει έτοιμος να μπλοκάρει το σχέδιο στη Σύνοδο που θα γίνει την Κυριακή, θεωρώντας ότι η Βρετανία προσπαθεί να εξαπατήσει την Ισπανία στο ζήτημα του «Βράχου» που στέκει ως βρετανική κτήση στην άκρη της Ανδαλουσίας.

«Μετά την τηλεφωνική μου συνομιλία με την Τερέζα Μέι, οι θέσεις μας για το θέμα είναι μακριά. Η κυβέρνησή μου θα υπερασπίζεται πάντοτε τα δικαιώματα της Ισπανίας. Αν δεν υπάρξουν αλλαγές, θα ασκήσουμε βέτο» δήλωσε ο Ισπανός πρωθυπουργός.

Ένα από τα ζητήματα που προκαλούν την ένταση: Η τιμή των καπνικών προϊόντων. Ο φόρος στο Γιβραλτάρ είναι χαμηλότερος σε σχέση με τον αντίστοιχο στην Ισπανία, με αποτέλεσμα να γίνεται ελκυστική η παράνομη εισαγωγή τους στην υπόλοιπη Ιβηρική. Αν προφανώς υπάρξει συμφωνία να κλείσει η «ψαλίδα», τότε το λαθρεμπόριο θα γίνει λιγότερο ελκυστικό.

Στο προσχέδιο που μοίρασε η Κομισιόν στις 27 χώρες-μέλη εν όψει της Συνόδου της Κυριακής δεν γίνεται αναφορά στο Γιβραλτάρ, προφανώς σε μια προσπάθεια να μην υπάρξει αντίρρηση. Άλλωστε, τα περισσότερα από τα καυτά ζητήματα του «διαζυγίου» παραπέμπονται στη μεταβατική περίοδο. Για ευνόητους λόγους.

Πίσω στο Λονδίνο, η Μέι συνεχίζει την προσπάθειά της να πείσει τους βουλευτές του κόμματός της ότι η συμφωνία που πέτυχε είναι η καλύτερη δυνατή. Ασφαλώς και θα την βοηθήσει το «πράσινο φως» των Βρυξελλών με την έννοια ότι θα «πουλήσει» ελαφρώς καλύτερα στην κοινή γνώμη, αλλά και το πολιτικό προσωπικό (που επιμένει σε νέα διαπραγμάτευση) ότι δεν υπάρχει τίποτε άλλο στο τραπέζι. Ήδη, στην υπόλοιπη ΕΕ ακούγονται φωνές να μπει τέλος στο σίριαλ του Brexit και να προχωρήσει η συμφωνία υλοποίησης.

Πάντως, το προσχέδιο που παρουσιάστηκε την Πέμπτη δεν έχει πολλές αλλαγές σε σχέση με αυτά που ήταν ήδη γνωστά, κατά συνέπεια η οργή των ευρωσκεπτικιστών θα παραμείνει έντονη. Το περίφημο backstop στην υπόθεση της Βορείου Ιρλανδίας είναι ακόμα στο τραπέζι, ενώ η ΕΕ εμφανίζεται πρόθυμη να προσφέρει ακόμα μεγαλύτερη μεταβατική περίοδο. 

Όμως η μεταβατική περίοδος έχει πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση. H πρόταση της Κομισιόν είναι για «οψιόν» παράτασης μέχρι και την 1η Ιανουαρίου 2023, δηλαδή, επτά ολόκληρα χρόνια μετά το δημοψήφισμα για το Brexit. 

Eίναι προφανές ότι μια 7ετής μεταβατική περίοδος θα δημιουργήσει δυσαρέσκεια στο Λονδίνο, ενισχύοντας τις φωνές των ευρωσκεπτικιστών που ήδη μιλούν για παγίδευση της χώρας στην Ένωση.

Επιπλέον, σε όλη τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, η Βρετανία οφείλει να συμμορφώνεται με όλους τους κανόνες της ΕΕ, χάνοντας την ιδιότητα του θεσμικού μέλους. Με λίγα λόγια: Θα συνεισφέρει στον κοινοτικό προϋπολογισμό (φέτος θα δώσει 11 δισ. λίρες), αλλά δεν θα έχει λόγο. Σε παράταση της μεταβατικής περιόδου, υπάρχει και αντίστοιχη παράταση της συνεισφοράς.

Μετά την 25η Νοεμβρίου, εφόσον τελικά εγκριθεί το Brexit από τη Σύνοδο της ΕΕ, η Τερέζα Μέι θα βρει μπροστά της τη Βουλή των Κοινοτήτων, η οποία θα κληθεί να ψηφίσει και εκείνη το σχέδιο. Η πρωθυπουργός ελπίζει αυτό να γίνει στις 10 Δεκεμβρίου. Αν δεν ψηφιστεί, όλα είναι στο τραπέζι: Από παραίτηση Μέι και εκλογές μέχρι άτακτο Brexit ή επιστροφή στις Βρυξέλλες για βελτιωτικές κινήσεις στο διαζύγιο. Υπάρχει και η Σύνοδος Κορυφής της 14ης Δεκεμβρίου, η τελευταία του 2018.

Πάντως, στην ΕΕ έχουν ήδη αρχίσει να κουράζονται. Γερμανικές πηγές τόνισαν σε κάποια στιγμή ότι «πρέπει επιτέλους να βάλουμε το καπάκι στην κατσαρόλα»...