Πρόεδρος Ελλήνων Ποινικολόγων: Πιθανή η ποινική ευθύνη και για όσους προτρέπουν άλλους να παραβιάσουν τα μέτρα
«Υπάρχει δυνατότητα να στοιχειοθετηθεί -υπό προϋποθέσεις- ποινική ευθύνη σε βάρος… συνομωσιολόγων των μέσων κοινωνικών δικτύωσης, ιδιαίτερα αν αυτοί προτρέπουν άλλους σε παραβίαση των περιοριστικών μέτρων για την ανιμετώπιση της πανδημίας, όπως εξήγησε σήμερα μέσω του Radio North 98 ο γνωστός νομικός, καθηγητής Ποινικού Δικαίου στο ΕΚΠΑ και Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων κ. Ηλίας Αναγνωστόπουλος». Μάλιστα ο ίδιος επισήμανε την ανάγκη εκσυγχρονισμού της Δικαιοσύνης, η οποία δεν θα μείνει ανεπηρέαστη από το πέρασμα της πανδημίας.
«Για όποιον παραβιάζει τα μέτρα, υπάρχει αυτοτελής ποινική ευθύνη, γιατί αυτό είναι ειδικό αδίκημα, ενώ για εκείνους για τους οποίους μπορεί θεωρηθεί ότι προέτρεψαν τους πρώτους στο αδίκημα αυτό, επίσης μπορεί να υπάρξει ποινική ευθύνη, αν θεωρηθούν ηθικοί αυτουργοί», εξήγησε ο κ. Αναγνωστόπουλος.
«Θα πρέπει σ` αυτήν την περίπτωση, ο πρώτος, που διαπράττει το αδίκημα, να εξηγήσει ότι το διέπραξε επειδή άκουσε κάποιον συγκεκριμένο στα μέσα κοινωνικης δικτύωσης, που τον έπεισε με τα επιχειρήματα που διατύπωνε και τον προέτρεψε να παραβιάσει τα μέτρα. Κι αν ο συγκεκριμένος (σ.σ. που επιχειρηματολογεί στα social media) περιλαμβάνει στην ανάλυσή του μια προτροπή του τύπου “βγείτε έξω γιατί όσα σας λένε περι ιού είναι ανοησίες”, αυτό πλέον μπορεί να αποτελέσει βάση για να έχει ποινική ευθύνη και ο ίδιος», συμπλήρωσε.
Μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, σημείωσε ότι είναι καίριο (υπό τις τρέχουσες συνθήκες) το ερώτημα, αν και πότε ξεκινάει η Δικαιοσύνη να ασχοληθεί με τους λεγόμενους “συνωμοσιολόγους” και με τα fake news: «Κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να εκφράζεται και να λέει τη γνώμη του, ακόμα κι αν είναι υπερβολική ή ενδεχομένως και παράλογη, ή στηρίζεται σε συνωμοσιολογικές θεωρίες, που πάντα ασκούσαν γοητεία σε ορισμένους. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να προστατευτεί η δημόσια τάξη και η κοινωνική ειρήνη. Το Ποινικό Δίκαιο λοιπόν, ως έσχατο μέσο παρεμβαίνει, όταν η διασπορά ψευδών ειδήσεων έχει ως αποτέλεσμα να διαταράσει τη δημόσια τάξη. Φανταστείτε δηλαδή το εξής παράδειγμα που ευτυχώς είναι φανταστικό: κάποιος διαδίδει ότι το τάδε φαρμακείο έχει το φάρμακο για τον κορωνοϊό. Και έχουμε εξ` αυτού μια συρροή πολιτών που ξεχύνονται στους δρόμους για να σπεύσουν στο συγκεκριμένο φαρμακείο. Εκει η ψευδής είδηση, προκαλεί πλέον ευρύτερες συνέπειες, οπότε θα παρενέβαινε το ποινικό δίκαιο. Δυστυχώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν υπόκεινται σε κάποιο “φιλτράρισμα” όπως τα Μέσα Ενημέρωσης».
Όσον αφορά τη Δικαιοσύνη, ο κ. Αναγνωστόπουλος τόνισε ότι θα σημαδευτεί επίσης από την πανδημία, αφενός με την επιδείνωση του φαινομένου βραδύτητας απονομής, λόγω των υποθέσεων που δεν εκδικάζονται, είτε των προβλημάτων σ` αυτές που επιταχύνονται: «Εκδικάζονται οι πιο επείγουσες υποθέσεις, αλλά με τι μέτρα ασφαλείας; Πως να είναι οι παράγοντες τις δίκης σε απόσταση μεταξύ τους όταν δεν λειτουργούν, για παράδειγμα, οι μικροφωνικές εγκαταστάσεις για να ακούγονται;» Και αφετέρου με την ανάγκη τεχνολογικής προόδου και του θεσμού της Δικαιοσύνης: «Για παράδειγμα, ενώ στα αστικά δικαστήρια γίνεται δεκτή η διακίνηση εγγράφων μέσω e-mail, στα ποινικά, ο κατάθεση μιας μήνυσης πρέπει να γίνεται αυτοπροσώπως. Κάποτε πρέπει να εκσυγχρονιστούμε».
«Για όποιον παραβιάζει τα μέτρα, υπάρχει αυτοτελής ποινική ευθύνη, γιατί αυτό είναι ειδικό αδίκημα, ενώ για εκείνους για τους οποίους μπορεί θεωρηθεί ότι προέτρεψαν τους πρώτους στο αδίκημα αυτό, επίσης μπορεί να υπάρξει ποινική ευθύνη, αν θεωρηθούν ηθικοί αυτουργοί», εξήγησε ο κ. Αναγνωστόπουλος.
«Θα πρέπει σ` αυτήν την περίπτωση, ο πρώτος, που διαπράττει το αδίκημα, να εξηγήσει ότι το διέπραξε επειδή άκουσε κάποιον συγκεκριμένο στα μέσα κοινωνικης δικτύωσης, που τον έπεισε με τα επιχειρήματα που διατύπωνε και τον προέτρεψε να παραβιάσει τα μέτρα. Κι αν ο συγκεκριμένος (σ.σ. που επιχειρηματολογεί στα social media) περιλαμβάνει στην ανάλυσή του μια προτροπή του τύπου “βγείτε έξω γιατί όσα σας λένε περι ιού είναι ανοησίες”, αυτό πλέον μπορεί να αποτελέσει βάση για να έχει ποινική ευθύνη και ο ίδιος», συμπλήρωσε.
Μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, σημείωσε ότι είναι καίριο (υπό τις τρέχουσες συνθήκες) το ερώτημα, αν και πότε ξεκινάει η Δικαιοσύνη να ασχοληθεί με τους λεγόμενους “συνωμοσιολόγους” και με τα fake news: «Κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να εκφράζεται και να λέει τη γνώμη του, ακόμα κι αν είναι υπερβολική ή ενδεχομένως και παράλογη, ή στηρίζεται σε συνωμοσιολογικές θεωρίες, που πάντα ασκούσαν γοητεία σε ορισμένους. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να προστατευτεί η δημόσια τάξη και η κοινωνική ειρήνη. Το Ποινικό Δίκαιο λοιπόν, ως έσχατο μέσο παρεμβαίνει, όταν η διασπορά ψευδών ειδήσεων έχει ως αποτέλεσμα να διαταράσει τη δημόσια τάξη. Φανταστείτε δηλαδή το εξής παράδειγμα που ευτυχώς είναι φανταστικό: κάποιος διαδίδει ότι το τάδε φαρμακείο έχει το φάρμακο για τον κορωνοϊό. Και έχουμε εξ` αυτού μια συρροή πολιτών που ξεχύνονται στους δρόμους για να σπεύσουν στο συγκεκριμένο φαρμακείο. Εκει η ψευδής είδηση, προκαλεί πλέον ευρύτερες συνέπειες, οπότε θα παρενέβαινε το ποινικό δίκαιο. Δυστυχώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν υπόκεινται σε κάποιο “φιλτράρισμα” όπως τα Μέσα Ενημέρωσης».
Όσον αφορά τη Δικαιοσύνη, ο κ. Αναγνωστόπουλος τόνισε ότι θα σημαδευτεί επίσης από την πανδημία, αφενός με την επιδείνωση του φαινομένου βραδύτητας απονομής, λόγω των υποθέσεων που δεν εκδικάζονται, είτε των προβλημάτων σ` αυτές που επιταχύνονται: «Εκδικάζονται οι πιο επείγουσες υποθέσεις, αλλά με τι μέτρα ασφαλείας; Πως να είναι οι παράγοντες τις δίκης σε απόσταση μεταξύ τους όταν δεν λειτουργούν, για παράδειγμα, οι μικροφωνικές εγκαταστάσεις για να ακούγονται;» Και αφετέρου με την ανάγκη τεχνολογικής προόδου και του θεσμού της Δικαιοσύνης: «Για παράδειγμα, ενώ στα αστικά δικαστήρια γίνεται δεκτή η διακίνηση εγγράφων μέσω e-mail, στα ποινικά, ο κατάθεση μιας μήνυσης πρέπει να γίνεται αυτοπροσώπως. Κάποτε πρέπει να εκσυγχρονιστούμε».