ΣτΕ για θάνατο 16χρονου από την Πελοπόννησο: Παράνομη πράξη η έκδοση εξιτηρίου σε ασθενή που παραμένει σε νοσηρή κατάσταση
Τους κανόνες υπό τους οποίους είναι νόμιμη η χορήγηση εξιτηρίου σε ασθενή θέτει απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με αφορμή την υπόθεση θανάτου 16χρόνου. Μετά από 17 χρόνια από το τραγικό περιστατικό, το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της χώρας, έκρινε την υπόθεση του 16χρόνου ο οποίος απεβίωσε μετά από το εξιτήριο που πήρε από νοσοκομείο της Πελοποννήσου.
Το 2003, ο έφηβος εισήχθη στο νοσοκομείο με εμετούς και διαρροικές εκκενώσεις, την επόμενη ημέρα παρουσίασε υπνηλία και διεγέρσεις ενώ την τρίτη ημέρα περιήλθε σε κωματώδη κατάσταση.Ο 16χρόνος εξετάστηκε από ψυχίατρο, νευρολόγο και παθολόγο.
Ο ψυχίατρος αποφάνθηκε ότι έπασχε από διαταραχές συμπεριφοράς με πιθανή φοβική νεύρωση.
Και οι τρεις γιατροί αποφάνθηκαν ότι έπασχε από οξεία γαστρεντερίτιδα, αφυδάτωση και διαταραχές συμπεριφοράς.
Παρ΄ όλα αυτά, το μεσημέρι της τρίτης ημέρας, οι γιατροί αποφάσισαν και του έδωσαν εξιτήριο, με την διάγνωση «οξεία γαστρεντερίτιδα, αφυδάτωση, διαταραχές συμπεριφοράς και σύνδρομο W.P.W.» (σ.σ.: πρόκειται για καρδιακή πάθηση που προκαλεί ταχυκαρδία).Το εξιτήριο όπως αναφέρεται στις δικαστικές αποφάσεις, δόθηκε καθώς, μεταξύ των άλλων, θεωρήθηκε ότι «το περιβάλλον του σπιτιού θα δράσει θεραπευτικά», ενώ ο ψυχίατρος του νοσοκομείου αποφάνθηκε ότι «καλό θα ήταν το παιδί να εξέλθει από το νοσοκομείο ώστε να ελεγχθούν οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες στρες, δηλαδή να ηρεμήσουν στο γνώριμο οικείο περιβάλλον».
Αφού, ο 16χρόνος επέστρεψε σπίτι του, λίγες ώρες μετά απεβίωσε.
Οι γιατροί του κρατικού νοσοκομείου αθωωθήκαν ποινικά ενώ οι συγγενείς του 16χρόνου διεκδικούν στα διοικητικά δικαστήρια να λάβουν αποζημίωση για την ηθική βλάβη που δέχθηκαν από την απώλεια του 16χρόνου αγοριού τους.
Συγκεκριμένα οι συγγενείς του 16χρόνου διεκδίκησαν από 250.000 ευρώ ο πατέρας και η μητέρα του 16χρόνου, από 230.000 ο καθένας από τα αδέλφια του και η γιαγιά 110.000 ευρώ.
Ακόμη, οι γονείς διεκδίκησαν το ποσό των 88.200 ευρώ, για την στέρηση των υπηρεσιών τις οποίες θα προσέφερε ο άτυχος γιός τους εάν ζούσε από την ηλικία των 18 έως 25 ετών, όπως και το ποσό των 1.134 ευρώ για τα έξοδα κηδείας
Τελικά, το Διοικητικό Εφετείο Πατρών, επιδίκασε αποζημίωση στον πατέρα του 16χρόνου 81.134 ευρώ, στην μητέρα του 80.000 ευρώ και στα δύο αδέλφιά του από 50.000 ευρώ.
Ωστόσο, οι συγγενείς του άτυχου 16χρόνου κατέθεσαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση με την οποία ζήτησαν να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση.
Το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ, με πρόεδρο την αντιπρόεδρο Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου και εισηγήτρια την πάρεδρο Χαρίκλεια Χαραλαμπίδη, αποφάνθηκε ότι το εξιτήριο που δόθηκε στον 16χρόνο, ήταν παράνομη ιατρική πράξη,λόγω της παραβίασης των γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων ιατρικής επιστήμης.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι είναι μη νόμιμη ιατρική πράξη η έκδοση εξιτηρίου αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτουν οι κανόνες της ιατρικής επιστήμης.
Το ΣτΕ οριοθέτησε τους κανόνες κάτω από τους οποίους είναι επιτρεπτή και νόμιμη η έκδοση εξιτηρίου ασθενούς από νοσοκομείο, ενώ παράλληλα καθόρισε τις ιατρικές πράξεις και ενέργειες που πρέπει προηγηθούν (και να τηρηθούν φυσικά) πριν την έκδοση του εξιτηρίου των ασθενών.
Σύμφωνα με την νομοθεσία, υπογραμμίζουν οι δικαστές του ΣτΕ, συνιστούν γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, μεταξύ των άλλων, η λήψη πλήρους ιστορικού του ασθενούς από τον θεράποντα ιατρό, μη δυνάμενου του ιατρού να επαφίεται στον ασθενή για να τον ενημερώσει σχετικώς, δεδομένου ότι ο τελευταίος, ελλείψει ιατρικών γνώσεων δεν γνωρίζει ποιες είναι οι κρίσιμες από ιατρική άποψη πληροφορίες, περαιτέρω δε, η διενέργεια όλων των αναγκαίων ιατρικών εξετάσεων μέχρι να καταστεί εφικτή η εκ μέρους του τεκμηριωμένη και σαφής διάγνωση, καθώς και η παραπομπή του ασθενούς σε ιατρούς άλλων ειδικοτήτων, η συμβολή των οποίων είναι αναγκαία με βάση τις εκάστοτε αντικειμενικές συνθήκες του υπό διερεύνηση ιατρικού περιστατικού.
Περαιτέρω, συνεχίζει η δικαστική απόφαση, ως αντικειμενικές συνθήκες κάθε ιατρικού περιστατικού νοούνται ιδίως τα ευρήματα και συμπτώματα του ασθενούς, τα οποία, κατόπιν συνθετικής και δημιουργικής αξιοποίησής τους από τον θεράποντα ιατρό κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, καθορίζουν τις κατευθύνσεις της ιατρικής έρευνας στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Επομένως, σύμφωνα με το ΣτΕ, η έκδοση εξιτηρίου στον ασθενή πριν διενεργηθούν εκ μέρους των θεραπόντων ιατρών του οι ιατρικές πράξεις που επιβάλλονται σύμφωνα με τους ανωτέρω κανόνες της ιατρικής επιστήμης και ενώ αυτός παραμένει σε νοσηρή κατάσταση συνιστά παράνομη πράξη, κατά την έννοια των διατάξεων του Εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα.
Σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, το Διοικητικό Εφετείο δεν ερεύνησε αν συνέτρεχαν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις έκδοσης του εξιτηρίου και διακοπής της νοσηλείας που επιβάλλονται από τους γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας ότι δεν είναι νόμιμη η κρίση του Διοικητικού Εφετείου ότι η έκδοση εξιτηρίου από τους ιατρούς του αναιρεσίβλητου νοσοκομείου ήταν ιατρική πράξη σύμφωνη με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης.
Για το λόγο αυτό αναίρεσε το ΣτΕ την εφετειακή απόφαση και ανέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο για νέα κρίση.
Το 2003, ο έφηβος εισήχθη στο νοσοκομείο με εμετούς και διαρροικές εκκενώσεις, την επόμενη ημέρα παρουσίασε υπνηλία και διεγέρσεις ενώ την τρίτη ημέρα περιήλθε σε κωματώδη κατάσταση.Ο 16χρόνος εξετάστηκε από ψυχίατρο, νευρολόγο και παθολόγο.
Ο ψυχίατρος αποφάνθηκε ότι έπασχε από διαταραχές συμπεριφοράς με πιθανή φοβική νεύρωση.
Και οι τρεις γιατροί αποφάνθηκαν ότι έπασχε από οξεία γαστρεντερίτιδα, αφυδάτωση και διαταραχές συμπεριφοράς.
Παρ΄ όλα αυτά, το μεσημέρι της τρίτης ημέρας, οι γιατροί αποφάσισαν και του έδωσαν εξιτήριο, με την διάγνωση «οξεία γαστρεντερίτιδα, αφυδάτωση, διαταραχές συμπεριφοράς και σύνδρομο W.P.W.» (σ.σ.: πρόκειται για καρδιακή πάθηση που προκαλεί ταχυκαρδία).Το εξιτήριο όπως αναφέρεται στις δικαστικές αποφάσεις, δόθηκε καθώς, μεταξύ των άλλων, θεωρήθηκε ότι «το περιβάλλον του σπιτιού θα δράσει θεραπευτικά», ενώ ο ψυχίατρος του νοσοκομείου αποφάνθηκε ότι «καλό θα ήταν το παιδί να εξέλθει από το νοσοκομείο ώστε να ελεγχθούν οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες στρες, δηλαδή να ηρεμήσουν στο γνώριμο οικείο περιβάλλον».
Αφού, ο 16χρόνος επέστρεψε σπίτι του, λίγες ώρες μετά απεβίωσε.
Οι γιατροί του κρατικού νοσοκομείου αθωωθήκαν ποινικά ενώ οι συγγενείς του 16χρόνου διεκδικούν στα διοικητικά δικαστήρια να λάβουν αποζημίωση για την ηθική βλάβη που δέχθηκαν από την απώλεια του 16χρόνου αγοριού τους.
Συγκεκριμένα οι συγγενείς του 16χρόνου διεκδίκησαν από 250.000 ευρώ ο πατέρας και η μητέρα του 16χρόνου, από 230.000 ο καθένας από τα αδέλφια του και η γιαγιά 110.000 ευρώ.
Ακόμη, οι γονείς διεκδίκησαν το ποσό των 88.200 ευρώ, για την στέρηση των υπηρεσιών τις οποίες θα προσέφερε ο άτυχος γιός τους εάν ζούσε από την ηλικία των 18 έως 25 ετών, όπως και το ποσό των 1.134 ευρώ για τα έξοδα κηδείας
Τελικά, το Διοικητικό Εφετείο Πατρών, επιδίκασε αποζημίωση στον πατέρα του 16χρόνου 81.134 ευρώ, στην μητέρα του 80.000 ευρώ και στα δύο αδέλφιά του από 50.000 ευρώ.
Ωστόσο, οι συγγενείς του άτυχου 16χρόνου κατέθεσαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση με την οποία ζήτησαν να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση.
Το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ, με πρόεδρο την αντιπρόεδρο Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου και εισηγήτρια την πάρεδρο Χαρίκλεια Χαραλαμπίδη, αποφάνθηκε ότι το εξιτήριο που δόθηκε στον 16χρόνο, ήταν παράνομη ιατρική πράξη,λόγω της παραβίασης των γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων ιατρικής επιστήμης.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι είναι μη νόμιμη ιατρική πράξη η έκδοση εξιτηρίου αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτουν οι κανόνες της ιατρικής επιστήμης.
Το ΣτΕ οριοθέτησε τους κανόνες κάτω από τους οποίους είναι επιτρεπτή και νόμιμη η έκδοση εξιτηρίου ασθενούς από νοσοκομείο, ενώ παράλληλα καθόρισε τις ιατρικές πράξεις και ενέργειες που πρέπει προηγηθούν (και να τηρηθούν φυσικά) πριν την έκδοση του εξιτηρίου των ασθενών.
Σύμφωνα με την νομοθεσία, υπογραμμίζουν οι δικαστές του ΣτΕ, συνιστούν γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, μεταξύ των άλλων, η λήψη πλήρους ιστορικού του ασθενούς από τον θεράποντα ιατρό, μη δυνάμενου του ιατρού να επαφίεται στον ασθενή για να τον ενημερώσει σχετικώς, δεδομένου ότι ο τελευταίος, ελλείψει ιατρικών γνώσεων δεν γνωρίζει ποιες είναι οι κρίσιμες από ιατρική άποψη πληροφορίες, περαιτέρω δε, η διενέργεια όλων των αναγκαίων ιατρικών εξετάσεων μέχρι να καταστεί εφικτή η εκ μέρους του τεκμηριωμένη και σαφής διάγνωση, καθώς και η παραπομπή του ασθενούς σε ιατρούς άλλων ειδικοτήτων, η συμβολή των οποίων είναι αναγκαία με βάση τις εκάστοτε αντικειμενικές συνθήκες του υπό διερεύνηση ιατρικού περιστατικού.
Περαιτέρω, συνεχίζει η δικαστική απόφαση, ως αντικειμενικές συνθήκες κάθε ιατρικού περιστατικού νοούνται ιδίως τα ευρήματα και συμπτώματα του ασθενούς, τα οποία, κατόπιν συνθετικής και δημιουργικής αξιοποίησής τους από τον θεράποντα ιατρό κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, καθορίζουν τις κατευθύνσεις της ιατρικής έρευνας στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Επομένως, σύμφωνα με το ΣτΕ, η έκδοση εξιτηρίου στον ασθενή πριν διενεργηθούν εκ μέρους των θεραπόντων ιατρών του οι ιατρικές πράξεις που επιβάλλονται σύμφωνα με τους ανωτέρω κανόνες της ιατρικής επιστήμης και ενώ αυτός παραμένει σε νοσηρή κατάσταση συνιστά παράνομη πράξη, κατά την έννοια των διατάξεων του Εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα.
Σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, το Διοικητικό Εφετείο δεν ερεύνησε αν συνέτρεχαν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις έκδοσης του εξιτηρίου και διακοπής της νοσηλείας που επιβάλλονται από τους γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας ότι δεν είναι νόμιμη η κρίση του Διοικητικού Εφετείου ότι η έκδοση εξιτηρίου από τους ιατρούς του αναιρεσίβλητου νοσοκομείου ήταν ιατρική πράξη σύμφωνη με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης.
Για το λόγο αυτό αναίρεσε το ΣτΕ την εφετειακή απόφαση και ανέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο για νέα κρίση.