Λινού στα Παραπολιτικά 90,1: Οποιοσδήποτε συνωστισμός σε οποιονδήποτε χώρο και για οποιονδήποτε λόγο ενέχει κίνδυνο
«Η ελπίδα όλων μας είναι ότι θα αρχίσουμε να βλέπουμε σταθεροποίηση των κρουσμάτων αλλά αφού δεν ξέρουμε πόσα είναι τα πραγματικά κρούσματα πώς να το ξέρουμε αυτό. Δεν είναι εύκολο. Αυτό που θα αναζητηθεί σαν αποτέλεσμα είναι να δούμε αριθμό θανάτων και αριθμό διασωληνώσεων να μειώνονται δραματικά», δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Κεντρικό Μαγκαζινο» με την δημοσιογράφο Ανδριάνα Ζαρακέλη, η καθηγήτρια επιδημιολογίας στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών, Αθηνά Λινού.
Αναφορικά με την πρόταση του κ. Τσίπρα για τη θέση της υπουργού Υγείας κοινής αποδοχής, η κ. Λινού σημείωσε: «Αυτό δεν είναι το σημαντικό, το σημαντικό είναι τι μπορούμε να κάνουμε για τον κοροναϊό αυτή τη στιγμή και από εκεί και πέρα είναι αποφάσεις που παίρνει η πολιτική ηγεσία».
Αναφορικά με την πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου, η καθηγήτρια επισήμανε: «Οποιοσδήποτε συνωστισμός σε οποιονδήποτε χώρο και για οποιονδήποτε λόγο ενέχει κίνδυνο οπότε δεν θα ήθελα να επικεντρωθώ στο θέμα του Πολυτεχνείου. Σε όλη τη χώρα υπάρχουν συνωστισμοί, σε όλη τη χώρα πρέπει να αποφευχθούν, πρέπει όλοι να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, να φοράμε μάσκα, να τηρούμε αποστάσεις τουλάχιστον 2 μέτρα ο ένας από τον άλλο οπουδήποτε και αν βρεθούμε ακόμα και στο ίδιο μας το γραφείο».
«Σε ποιο σημείο βρισκόμαστε δεν μπορεί να το ξέρει κανένας αυτή τη στιγμή γιατί δε υπάρχουν μελέτες οι οποίες να μετράνε στο γενικό πληθυσμό πόσα είναι τα κρούσματα. Δεν υπάρχει τυχαίο δείγμα το οποίο να εξετάστηκε από ότι γνωρίζω και όταν λέω τυχαίο εννοώ όπως αυτά που κάνουμε στις πολιτικές εκλογές για να δούμε τι αποτέλεσμα θα μας δώσουν poll. Κάτι τέτοιο από ότι γνωρίζω δεν γίνεται στην Ελλάδα επομένως ο αριθμός των κρουσμάτων που μετράμε δεν είναι αναγκαστικά αντιπροσωπευτικό του συνολικού πληθυσμού της χώρας για αυτό το λόγο επειδή δεν ξέρουμε πόσα είναι τα πραγματικά κρούσματα δεν μπορούμε να αποφανθούμε αν είναι πολλά ή λίγα, αν πρόκειται να αυξηθούν ή όχι τα κρούσματα που θα χρειαστούν ιδιαίτερη φροντίδα στις μονάδες εντατικής θεραπείας», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Αυτή τη στιγμή όμως αυτά τα κρούσματα που βλέπουμε στις ΜΕΘ και οι θάνατοι εκφράζουν το επίπεδο και τις συνθήκες της επιδημίας προ εικοσαημέρου, το τι έχει συμβεί από τότε μέχρι σήμερα δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Ξέρουμε ότι τα μέτρα μειώνουν τον αριθμό των κρουσμάτων από αυτόν που πραγματικά είναι, ότι θα είναι λιγότερος ο αριθμός των κρουσμάτων αλλά επειδή δεν ξέρουμε πόσα είναι τα πραγματικά κρούσματα δεν μπορούμε να εκφράσουμε έγκυρη απόφαση και να πούμε ότι η πρόβλεψη είναι τόσο. Εκείνο που θα ήθελα να πω είναι ότι τα κρούσματα που βλέπουμε τα πολύ σοβαρά σήμερα δεν αντιπροσωπεύουν την κατάσταση στην περίοδο του lockdown, αντιπροσωπεύουν την κατάσταση νωρίτερα», δήλωσε επιπρόσθετα.
Ερωτηθείσα αν επαρκεί ο χρόνος του lockdown, απάντησε: «Η ελπίδα όλων μας είναι ότι θα αρχίσουμε να βλέπουμε σταθεροποίηση των κρουσμάτων αλλά αφού δεν ξέρουμε πόσα είναι τα πραγματικά κρούσματα πώς να το ξέρουμε αυτό. Δεν είναι εύκολο. Αυτό που θα αναζητηθεί σαν αποτέλεσμα είναι να δούμε αριθμό θανάτων και αριθμό διασωληνώσεων να μειώνονται δραματικά. Τα κρούσματα αντιπροσωπεύουν τον αριθμό και των πληθυσμό από τον οποίο λήφθηκε το δείγμα αλλά αυτό το δείγμα δεν ξέρουμε πως προήλθε, δηλαδή το πιο πιθανό είναι οι άνθρωποι που ανησύχησαν και πήγαν να εξεταστούν ή είχαν κάποια συμπτώματα, δεν είναι ο γενικός πληθυσμός. Έπρεπε να γίνει μια δημοσκόπηση σε όλο τον πληθυσμό η οποία μεν να είναι μεν τυχαίο δείγμα αλλά να εκπροσωπείται όλος ο πληθυσμός, όλες οι ηλικίες, όλες οι κοινωνικές τάξεις, και τα δύο φύλα και έτσι να δούμε πόσα είναι τα κρούσματα και μετά να κάνουμε ένα παρόμοιο δείγμα σε 3-4 μέρες και πάλι ξανά για να δούμε πως εξελίσσεται η επιδημία».
«Αυτή τη στιγμή αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε σαν κράτος θα ήταν να κάνουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να ενημερωθεί ο πληθυσμός και να αποδεχτεί μέτρα αμέσως μετά με το άνοιγμα. Να εφαρμόζονται δηλαδή τα βασικά μέτρα στο 100% του πληθυσμού και αυτό είναι δύσκολο να επιτευχθεί αλλά χωρίς αυτό θα ξαναπέσουμε στην ίδια κατάσταση», υπογράμμισε η ίδια.
Ερωτηθείσα για τις μετρήσεις στα λύματα, απάντησε: «Όλα τα τεστ βέβαια έχουν ένα επίπεδο λάθους αλλά όταν βλέπουμε να αυξάνει η συγκέντρωση του ιού στα λύματα αυτό είναι σοβαρή ένδειξη ότι αυξάνουν και τα κρούσματα στον πληθυσμό. Και στην Αθήνα έχουμε αυτό το πλεονέκτημα ότι συγκεντρώνονται στο μεγαλύτερο μέρος στην Ψυτάλλεια, γιατί δεν περνάει από παντού το δίκτυο αλλά ίσως θα έπρεπε παράλληλα και σε περιοχές που δεν έχουν δίκτυο και εκείνο που με ανησυχεί ιδιαίτερα είναι περιοχές όπου υπάρχουν καταυλισμοί Ρομά, ίσως συνύπαρξη πολλών αστέγων, αν δεν είναι συνδεδεμένες αυτές οι περιοχές με το δίκτυο αυτό που μετράμε στα λύματα δεν τους εκπροσωπεί».
Αναφορικά με την πρόταση του κ. Τσίπρα για τη θέση της υπουργού Υγείας κοινής αποδοχής, η κ. Λινού σημείωσε: «Αυτό δεν είναι το σημαντικό, το σημαντικό είναι τι μπορούμε να κάνουμε για τον κοροναϊό αυτή τη στιγμή και από εκεί και πέρα είναι αποφάσεις που παίρνει η πολιτική ηγεσία».
Αναφορικά με την πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου, η καθηγήτρια επισήμανε: «Οποιοσδήποτε συνωστισμός σε οποιονδήποτε χώρο και για οποιονδήποτε λόγο ενέχει κίνδυνο οπότε δεν θα ήθελα να επικεντρωθώ στο θέμα του Πολυτεχνείου. Σε όλη τη χώρα υπάρχουν συνωστισμοί, σε όλη τη χώρα πρέπει να αποφευχθούν, πρέπει όλοι να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, να φοράμε μάσκα, να τηρούμε αποστάσεις τουλάχιστον 2 μέτρα ο ένας από τον άλλο οπουδήποτε και αν βρεθούμε ακόμα και στο ίδιο μας το γραφείο».
«Σε ποιο σημείο βρισκόμαστε δεν μπορεί να το ξέρει κανένας αυτή τη στιγμή γιατί δε υπάρχουν μελέτες οι οποίες να μετράνε στο γενικό πληθυσμό πόσα είναι τα κρούσματα. Δεν υπάρχει τυχαίο δείγμα το οποίο να εξετάστηκε από ότι γνωρίζω και όταν λέω τυχαίο εννοώ όπως αυτά που κάνουμε στις πολιτικές εκλογές για να δούμε τι αποτέλεσμα θα μας δώσουν poll. Κάτι τέτοιο από ότι γνωρίζω δεν γίνεται στην Ελλάδα επομένως ο αριθμός των κρουσμάτων που μετράμε δεν είναι αναγκαστικά αντιπροσωπευτικό του συνολικού πληθυσμού της χώρας για αυτό το λόγο επειδή δεν ξέρουμε πόσα είναι τα πραγματικά κρούσματα δεν μπορούμε να αποφανθούμε αν είναι πολλά ή λίγα, αν πρόκειται να αυξηθούν ή όχι τα κρούσματα που θα χρειαστούν ιδιαίτερη φροντίδα στις μονάδες εντατικής θεραπείας», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Αυτή τη στιγμή όμως αυτά τα κρούσματα που βλέπουμε στις ΜΕΘ και οι θάνατοι εκφράζουν το επίπεδο και τις συνθήκες της επιδημίας προ εικοσαημέρου, το τι έχει συμβεί από τότε μέχρι σήμερα δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Ξέρουμε ότι τα μέτρα μειώνουν τον αριθμό των κρουσμάτων από αυτόν που πραγματικά είναι, ότι θα είναι λιγότερος ο αριθμός των κρουσμάτων αλλά επειδή δεν ξέρουμε πόσα είναι τα πραγματικά κρούσματα δεν μπορούμε να εκφράσουμε έγκυρη απόφαση και να πούμε ότι η πρόβλεψη είναι τόσο. Εκείνο που θα ήθελα να πω είναι ότι τα κρούσματα που βλέπουμε τα πολύ σοβαρά σήμερα δεν αντιπροσωπεύουν την κατάσταση στην περίοδο του lockdown, αντιπροσωπεύουν την κατάσταση νωρίτερα», δήλωσε επιπρόσθετα.
Ερωτηθείσα αν επαρκεί ο χρόνος του lockdown, απάντησε: «Η ελπίδα όλων μας είναι ότι θα αρχίσουμε να βλέπουμε σταθεροποίηση των κρουσμάτων αλλά αφού δεν ξέρουμε πόσα είναι τα πραγματικά κρούσματα πώς να το ξέρουμε αυτό. Δεν είναι εύκολο. Αυτό που θα αναζητηθεί σαν αποτέλεσμα είναι να δούμε αριθμό θανάτων και αριθμό διασωληνώσεων να μειώνονται δραματικά. Τα κρούσματα αντιπροσωπεύουν τον αριθμό και των πληθυσμό από τον οποίο λήφθηκε το δείγμα αλλά αυτό το δείγμα δεν ξέρουμε πως προήλθε, δηλαδή το πιο πιθανό είναι οι άνθρωποι που ανησύχησαν και πήγαν να εξεταστούν ή είχαν κάποια συμπτώματα, δεν είναι ο γενικός πληθυσμός. Έπρεπε να γίνει μια δημοσκόπηση σε όλο τον πληθυσμό η οποία μεν να είναι μεν τυχαίο δείγμα αλλά να εκπροσωπείται όλος ο πληθυσμός, όλες οι ηλικίες, όλες οι κοινωνικές τάξεις, και τα δύο φύλα και έτσι να δούμε πόσα είναι τα κρούσματα και μετά να κάνουμε ένα παρόμοιο δείγμα σε 3-4 μέρες και πάλι ξανά για να δούμε πως εξελίσσεται η επιδημία».
«Αυτή τη στιγμή αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε σαν κράτος θα ήταν να κάνουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να ενημερωθεί ο πληθυσμός και να αποδεχτεί μέτρα αμέσως μετά με το άνοιγμα. Να εφαρμόζονται δηλαδή τα βασικά μέτρα στο 100% του πληθυσμού και αυτό είναι δύσκολο να επιτευχθεί αλλά χωρίς αυτό θα ξαναπέσουμε στην ίδια κατάσταση», υπογράμμισε η ίδια.
Ερωτηθείσα για τις μετρήσεις στα λύματα, απάντησε: «Όλα τα τεστ βέβαια έχουν ένα επίπεδο λάθους αλλά όταν βλέπουμε να αυξάνει η συγκέντρωση του ιού στα λύματα αυτό είναι σοβαρή ένδειξη ότι αυξάνουν και τα κρούσματα στον πληθυσμό. Και στην Αθήνα έχουμε αυτό το πλεονέκτημα ότι συγκεντρώνονται στο μεγαλύτερο μέρος στην Ψυτάλλεια, γιατί δεν περνάει από παντού το δίκτυο αλλά ίσως θα έπρεπε παράλληλα και σε περιοχές που δεν έχουν δίκτυο και εκείνο που με ανησυχεί ιδιαίτερα είναι περιοχές όπου υπάρχουν καταυλισμοί Ρομά, ίσως συνύπαρξη πολλών αστέγων, αν δεν είναι συνδεδεμένες αυτές οι περιοχές με το δίκτυο αυτό που μετράμε στα λύματα δεν τους εκπροσωπεί».