Ανησυχία για τη Θεσσαλονίκη - Αύξηση κατά 57% στο ιικό φορτίο των λυμάτων σε σχέση με την περασμένη εβδομάδα
Σε επίπεδα Απριλίου οι μετρήσεις
Συνεχίζεται η αυξητική τάση στη συγκέντρωση του SARS-CoV-2 στα λύματα της Θεσσαλονίκης, με βάση τις καθημερινές μετρήσεις, που διεξάγει η Ομάδα Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ με την ΕΥΑΘ, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και στο πλαίσιο του Εθνικού Δικτύου του ΕΟΔΥ.
Το ιικό φορτίο των λυμάτων, όπως φαίνεται στα διαγράμματα που παρουσιάζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στην τελευταία μέτρηση έχει ανέλθει στο επίπεδο που μετρούταν στις 19 Απριλίου.
Συγκεκριμένα, στα δείγματα που λαμβάνονται καθημερινά στην είσοδο της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων Θεσσαλονίκης, αναφορικά με τις εξορθολογισμένες τιμές σχετικής έκκρισης ιικού φορτίου, η μέση τιμή των δύο πιο πρόσφατων μετρήσεων, δηλαδή της Τετάρτης 12/05 και της Πέμπτης 13/05 είναι:
-Αυξημένη κατά 21% σε σχέση με τη μέση τιμή των δύο αμέσως προηγούμενων μετρήσεων της Δευτέρας 10/05 και της Τρίτης 11/05.
-Αυξημένη κατά 57% σε σχέση με την μέση τιμή της προηγούμενης Τετάρτης 05/05 και Πέμπτης 06/05.
Ανησυχία για την αύξηση του ιικού φορτίου
«Η αυξητική πορεία -από τις 5 Μαΐου που ξεκίνησε να καταγράφεται- έχει μέχρι στιγμής σχετικά ήπιο ρυθμό και το ιικό φορτίο απέχει ακόμη από το κόκκινο επίπεδο συναγερμού, ωστόσο όσο δεν ανακόπτεται μας ανησυχεί, καθώς σύντομα θα αρχίσει να εκφράζεται και σε αυξημένους ημερήσιους αριθμούς κρουσμάτων και δυστυχώς σε μερικές εβδομάδες θα αποτυπωθεί και σε νέες εισαγωγές στα νοσοκομεία», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου.
«Είναι σημαντικό να εμπεδωθεί ότι η άρση των περιορισμών και οι περισσότερες ελευθερίες που απολαμβάνουμε δε συνεπάγονται επιστροφή στην κανονικότητα και την ανεμελιά της προ της πανδημίας εποχής. Αν δεν προστατεύσουμε τους εαυτούς μας και τον περίγυρό μας, με τα μέτρα που όλοι γνωρίζουμε, είναι πολύ υπαρκτός ο κίνδυνος να βρεθούμε ξανά μπροστά σε καταστάσεις οδυνηρές και για την κοινωνία και για την οικονομία», επισήμανε ο πρύτανης του ΑΠΘ.
Ερωτηθείς για τη συσχέτιση της επιδημιολογικής εικόνας των λυμάτων με τα κλινικά επιδημιολογικά χαρακτηριστικά ο καθηγητής Χημείας του ΑΠΘ, Θοδωρής Καραπάντσιος απάντησε: «Από τις αρχές Μαΐου παρατηρείται μια αργή αυξητική τάση στις τιμές του σχετικού ιικού φορτίου πέρα από τα όρια της πειραματικής αβεβαιότητας, η οποία δεν ακολουθεί την αποκλιμάκωση που παρατηρείται στην κλινική εικόνα της πόλης. Εδώ βρίσκεται η αξία και η σημασία των μετρήσεων στα λύματα, ότι δηλαδή μπορεί να εντοπίσει πιθανές τάσεις, πριν αυτές αποτυπωθούν στα δεδομένα της ιατρικής επιτήρησης. Μάλιστα, η περίπτωση των μετρήσεων των τελευταίων ημερών με την αύξηση της θερμοκρασίας και τις έντονες διακυμάνσεις σε συγκεκριμένες φυσικοχημικές παραμέτρους των λυμάτων έχει αναδείξει τη σπουδαιότητα του εξορθολογισμού των μετρήσεων που εφαρμόζουμε στο ΑΠΘ με βάση περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά των λυμάτων, αφού χωρίς εξορθολογισμό οι μετρήσεις έδειχναν μη ρεαλιστικές μεταβολές».
Η μεθοδολογία αποτίμησης του κοροναϊού στα αστικά απόβλητα, που ανέπτυξε η ομάδα του ΑΠΘ, εξορθολογίζει τις μετρήσεις συγκέντρωσης του γονιδιώματος του ιού με βάση 24 περιβαλλοντικούς παράγοντες, που δύνανται να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων.
Το ιικό φορτίο των λυμάτων, όπως φαίνεται στα διαγράμματα που παρουσιάζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στην τελευταία μέτρηση έχει ανέλθει στο επίπεδο που μετρούταν στις 19 Απριλίου.
Αύξηση 57% σε σχέση με την περασμένη εβδομάδα
Συγκεκριμένα, στα δείγματα που λαμβάνονται καθημερινά στην είσοδο της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων Θεσσαλονίκης, αναφορικά με τις εξορθολογισμένες τιμές σχετικής έκκρισης ιικού φορτίου, η μέση τιμή των δύο πιο πρόσφατων μετρήσεων, δηλαδή της Τετάρτης 12/05 και της Πέμπτης 13/05 είναι:
-Αυξημένη κατά 21% σε σχέση με τη μέση τιμή των δύο αμέσως προηγούμενων μετρήσεων της Δευτέρας 10/05 και της Τρίτης 11/05.
-Αυξημένη κατά 57% σε σχέση με την μέση τιμή της προηγούμενης Τετάρτης 05/05 και Πέμπτης 06/05.
Ανησυχία για την αύξηση του ιικού φορτίου
«Η αυξητική πορεία -από τις 5 Μαΐου που ξεκίνησε να καταγράφεται- έχει μέχρι στιγμής σχετικά ήπιο ρυθμό και το ιικό φορτίο απέχει ακόμη από το κόκκινο επίπεδο συναγερμού, ωστόσο όσο δεν ανακόπτεται μας ανησυχεί, καθώς σύντομα θα αρχίσει να εκφράζεται και σε αυξημένους ημερήσιους αριθμούς κρουσμάτων και δυστυχώς σε μερικές εβδομάδες θα αποτυπωθεί και σε νέες εισαγωγές στα νοσοκομεία», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου.
«Είναι σημαντικό να εμπεδωθεί ότι η άρση των περιορισμών και οι περισσότερες ελευθερίες που απολαμβάνουμε δε συνεπάγονται επιστροφή στην κανονικότητα και την ανεμελιά της προ της πανδημίας εποχής. Αν δεν προστατεύσουμε τους εαυτούς μας και τον περίγυρό μας, με τα μέτρα που όλοι γνωρίζουμε, είναι πολύ υπαρκτός ο κίνδυνος να βρεθούμε ξανά μπροστά σε καταστάσεις οδυνηρές και για την κοινωνία και για την οικονομία», επισήμανε ο πρύτανης του ΑΠΘ.
Ερωτηθείς για τη συσχέτιση της επιδημιολογικής εικόνας των λυμάτων με τα κλινικά επιδημιολογικά χαρακτηριστικά ο καθηγητής Χημείας του ΑΠΘ, Θοδωρής Καραπάντσιος απάντησε: «Από τις αρχές Μαΐου παρατηρείται μια αργή αυξητική τάση στις τιμές του σχετικού ιικού φορτίου πέρα από τα όρια της πειραματικής αβεβαιότητας, η οποία δεν ακολουθεί την αποκλιμάκωση που παρατηρείται στην κλινική εικόνα της πόλης. Εδώ βρίσκεται η αξία και η σημασία των μετρήσεων στα λύματα, ότι δηλαδή μπορεί να εντοπίσει πιθανές τάσεις, πριν αυτές αποτυπωθούν στα δεδομένα της ιατρικής επιτήρησης. Μάλιστα, η περίπτωση των μετρήσεων των τελευταίων ημερών με την αύξηση της θερμοκρασίας και τις έντονες διακυμάνσεις σε συγκεκριμένες φυσικοχημικές παραμέτρους των λυμάτων έχει αναδείξει τη σπουδαιότητα του εξορθολογισμού των μετρήσεων που εφαρμόζουμε στο ΑΠΘ με βάση περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά των λυμάτων, αφού χωρίς εξορθολογισμό οι μετρήσεις έδειχναν μη ρεαλιστικές μεταβολές».
Η μεθοδολογία αποτίμησης του κοροναϊού στα αστικά απόβλητα, που ανέπτυξε η ομάδα του ΑΠΘ, εξορθολογίζει τις μετρήσεις συγκέντρωσης του γονιδιώματος του ιού με βάση 24 περιβαλλοντικούς παράγοντες, που δύνανται να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων.