Οι τελευταίες στιγμές του "Μπρούνο" στα χέρια του δολοφόνου του
Τον έπνιξε πριν βάλει φωτιά στο σπίτι για να καλύψει τα ίχνη του
Οι αποκαλύψεις που έρχονται στο φως για τη δολοφονία του «Μπρούνο» επιβεβαιώνουν τον τραγικό τρόπο με τον οποίο έχασε τη ζωή του ένα από τα πιο γνωστά «καμάκια» της Ρόδου, ο κατά κόσμον Ηλίας Φανούρης. Μπορεί ο 35χρονος Βούλγαρος να μην έχει ομολογήσει ακόμα το έγκλημα, όμως η 37χρονη Βουλγάρα στην κατάθεσή της περιγράφει λεπτό προς λεπτό τις τελευταίες ώρες του «Μπρούνο».
Όλα συνέβησαν στο σπίτι του θύματος στην οδό Πεισάνδρου, στον ’γιο Φανούριο στην Παλιά Πόλη της Ρόδου. Από τα όσα έχει αναφέρει η Βουλγάρα, που εκδίδονταν με τηλεφωνικά ραντεβού, ο κατηγορούμενος, που σημειωτέον είναι πυγμάχος γρονθοκόπησε ξαφνικά τον «Μπρούνο», τον άφησε λιπόθυμο και στη συνέχεια τον έπνιξε με τα χέρια του.
Η επόμενη φάση του φρικτού εγκλήματος ήταν να ξαπλώσει τον «Μπρούνο» στο κρεβάτι του και να βάλει φωτιά στο σπίτι, ώστε να εξαφανιστούν όλα τα ίχνη που θα οδηγούσαν στη σύλληψή του.
Το κίνητρο της δολοφονίας του «Μπρούνο» είναι οι οικονομικές διαφορές, ενώ επιβεβαιώθηκαν οι πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες το ζεύγος των Βουλγάρων, πριν βάλουν φωτιά και εγκαταλείψουν το σπίτι, πήραν μαζί τους από το τσαντάκι μέσης που φορούσε περίπου 500 ευρώ και πολλά κοσμήματα.
Τα ξημερώματα της επομένης του φονικού, οι δύο Βούλγαροι έβγαλαν εισιτήρια και έφυγαν από τη Ρόδο για τον Πειραιά και από εκεί οδικώς μετέβησαν στη Χαλκιδική, όπου και εντοπίστηκαν από αστυνομικούς του Αστυνομικού Τμήματος Πολυγύρου.
Η εφημερίδα «Δημοκρατική» της Ρόδου, δημοσιεύει την κατάθεσή της, όπως την έδωσε η αστυνομία: «Οι αστυνομικοί εξέτασαν προφορικά την 37χρονη, η οποία δήλωσε ότι μαζί με τον 35χρονο πήγαν στην οικία του θύματος περί ώρα 21.00 της 12ης Ιουνίου 2014. Παρέμειναν στην οικία του θύματος, όπου η ίδια και ο 35χρονος ήπιαν μπίρα. Περί ώρα 22.00 το θύμα δέχθηκε τηλεφώνημα από άγνωστη γυναίκα και εκείνος αποχώρησε από την οικία του και επέστρεψε μετά από περίπου 15 λεπτά.
Το θύμα στη συνέχεια, όπως ισχυρίστηκε αρχικώς, της δώρισε ένα φόρεμα και ζήτησε από αυτήν να το φορέσει. Η 37χρονη, είπε ότι το φόρεσε και μετά ο 35χρονος πρότεινε στο θύμα και στη 37χρονη να ξαπλώσουν στο κρεβάτι και να τους βγάλει φωτογραφία.
Στη συνέχεια το θύμα ζήτησε να βγουν και δεύτερη φωτογραφία. Η 37χρονη ισχυρίστηκε ότι έβγαλε το φόρεμα και έμεινε με τα εσώρουχα. Τότε ο 35χρονος, για λόγους που η 37χρονη δήλωσε ότι δεν γνωρίζει, επιτέθηκε στο θύμα, ενώ εκείνος ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι.
Ακολούθησε πάλη μεταξύ των δύο ανδρών και ο 35χρονος κατάφερε αρκετά χτυπήματα στο θύμα με αποτέλεσμα να πέσει αναίσθητο.
Η 35χρονη ισχυρίστηκε ότι η ίδια ήταν σε πανικό και ρώτησε τον 37χρονο αν το θύμα είχε πεθάνει.
Εκείνος της είπε ότι μάλλον πέθανε και της είπε να βγει έξω στην αυλή της οικίας καθώς χαρακτηριστικά της είπε «Θα βάλω φωτιά στο σπίτι».
Αυτή βγήκε στην αυλή και δήλωσε ότι δεν είδε τον 35χρονο να βάζει φωτιά αλλά η ίδια μύρισε από την αυλή που βρισκόταν εύφλεκτο υγρό, ρακί ή οινόπνευμα.
Η 37χρονη παραδέχθηκε ότι και οι δύο αφαίρεσαν από ένα τσαντάκι μέσης του θύματος το χρηματικό ποσό των 450-500 ευρώ, ένα κινητό τηλέφωνο και μια κάμερα. Στη συνέχεια αποχώρησαν από την οικία μετά τα μεσάνυχτα της 12ης προς την 13η Ιουνίου 2014 και περί την 01.00 ώρα της 13ης Ιουνίου 2014.
Με το αυτοκίνητο του 35χρονου πήγαν σε ερημική παραλία με βράχια, για να κρυφτούν. Εκεί ο 35χρονος φέρεται να απέκρυψε σε κάποιο σημείο στα βράχια το κινητό τηλέφωνο και την κάμερα, που είχαν νωρίτερα αφαιρέσει. Στη συνέχεια πήγαν στην οικία, όπου διέμεναν, και νωρίς το πρωί αγόρασαν εισιτήρια για την φυγή τους από το νησί».