Ρούλα Πισπιρίγκου: Στο μυαλό της κατηγορούμενης, αγάπη, θάνατος και καταστροφή γίνονται ένα, λέει η ψυχολόγος - Νέα στοιχεία έρχονται στο φως
«Ο λόγος διέπεται από αντιφάσεις, διχοτομήσεις, διάψευση της πραγματικότητας και στερείται γνήσιου συναισθήματος»
Λεπτομέρειες από την πραγματογνωμοσύνη της ψυχολόγου Δέσποινας Σαββόγλου που εξέτασε τη Ρούλα Πισπιρίγκου μέσα στη φυλακή, όπου κρατείται κατηγορούμενη για τη δολοφονία της κόρης της Τζωρτζίνας έρχονται στο «φως».
«Έχει έντονες ιδέες μεγαλείου που συνδέονται με τη διασημότητα-δημοσιότητα. Περιγράφει την πεποίθησή της ότι μπορεί να αποκτήσει κάποιος διασημότητα-μεγαλεία και μέσα από μη θεμικτές - παραβατικές πράξεις, στο πλαίσιο μιας ψυχοπαθητικής λειτουργίας. Φαίνεται να είναι σημαντικό για εκείνη να βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, μέσω της διασημότητας που προσφέρει η διασημότητα», αναφέρει στο συμπέρασμά της η ψυχολόγος που δημοσιεύει η εφημερίδα Real News και συνεχίζει: «Ο λόγος διέπεται από αντιφάσεις, διχοτομήσεις, διάψευση της πραγματικότητας και στερείται γνήσιου συναισθήματος. Οι πληροφορίες που δίνει δεν είναι αξιόπιστες, καθώς σε πολλά σημεία η αφήγησή της φαίνεται μη αληθής, στην προσπάθειά της να διαψεύσει μια οδυνηρή πραγματικότητα. Είναι φανερό ότι οι σκέψεις της και οι επενδύσεις της επικεντρώνονται γύρω από τον σύζυγό της, ενώ φαίνεται να δημιουργεί και εκ των υστέρων κατασκευές, γύρω από ζητήματα αντιζηλείας με άλλες γυναίκες. Οι περιγραφές για τα παιδιά της μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι τα αντιλαμβανόταν ως μια ναρκισσιστική προέκτασή της, που καλούνταν να εκπροσωπήσουν τον δικό της λόγο και τις δικές της επιθυμίες».
Υπάρχει μια διαρκής διαπραγμάτευση μέσα της: κάποιος αγαπά πολύ κάποιον, ο οποίος τελικά τον εγκαταλείπει. Και αυτός που εγκαταλείπεται δεν μπορεί να το αντέξει, γι΄αυτό και σκοτώνει ή "καταστρέφει", προκειμένου να μην εγκαταληφθεί. Και έτσι φαίνεται ότι, στο μυαλό της, η αγάπη, ο θάνατος και η καταστροφή γίνονται ένα.
Για τον σύζυγό της, η Ρούλα Πισπιρίγκου εκφράζει την πικρία της που δεν της συμπαραστέκεται σε αυτό που περνάει, αν και στο παρελθόν, όπως καταγράφηκε στο πόρισμα να λέει στην ψυχολόγο «Ήταν προστατευτικός ακόμα και μέχρι τώρα, πριν με συλλάβουν. Πάντα έπαιρνε το μέρος μου, παντού. Τώρα μόνο λέει ότι σκότωσα το παιδί. Δεν θέλει να έχουμε επικοινωνία... Νιώθω αδικία γιατί, επειδή τον ξέρω, γνωρίζω ότι δεν το πιστεύει, έχει επηρεαστεί από τα κανάλια. Δεν το περίμενα να αντιδράσει έτσι».
Στη συνέχεια, η ψυχολόγος αναφέρει ότι η 33χρονη προσπάθησε να τη χειραγωγήσει και να την παραπλανήσει: «Φαινόταν ιδιαίτερα συνεργάσιμη και στην πρώτη επαφή είχε μια υπερτονισμένη εικόνα μιας συντετριμμένης κα συμμορφωμένης γυναίκας. Φαινόταν ότι προσπαθούσε να το επικοινωνήσει μέσα από τη στάση του σώματός της, συρρικνώνοντάς το κα καμπουριάζοντας, μέσα από το βλέμμα της που διατηρούσε χαμηλά στο πάτωμα, ενώ κοιτούσε τριγύρω με κλεφτές, γρήγορες ματιές και μέσα από τον βηματισμό της, σέρνοντας τα πόδια της».
«Το βλέμμα της ήταν αρχικά εμφατικά κατεβασμένο στο πάτωμα, δηλώνοντας ηχηρά την υποτακτική της στάση. Ωστόσο, η εικόνα αυτή άλλαζε απότομα, φανερώνοντας έτσι τη μη αυθεντικότητα και συνέπεια αυτής. Έτσι, πολύ άμεσα, πριν καν ξεκινήσουμε τη συνάντηση, πήρε πρωτοβουλία να αλλάξει θέση στην καρέκλα της στο γραφείο που συναντηθήκαμε, ώστε να μην είμαστε τόσο μακριά, όπως είπε χαρακτηριστικά, φανερώνοντας έτσι την προσπάθειά της για οικειότητα.... Μέσα στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η πρόωρη εμπιστοσύνη που μου εξέφρασε τα πρώτα δευτερόλεπτα της συνάντησής μας, πριν καλά ξεκινήσουμε. Είπε χαρακτηριστικά: "Πιστεύω ότι θα δώσετε την αλήθεια για το παιδί μου, το πιστεύω..."».
«Έχει έντονες ιδέες μεγαλείου που συνδέονται με τη διασημότητα-δημοσιότητα. Περιγράφει την πεποίθησή της ότι μπορεί να αποκτήσει κάποιος διασημότητα-μεγαλεία και μέσα από μη θεμικτές - παραβατικές πράξεις, στο πλαίσιο μιας ψυχοπαθητικής λειτουργίας. Φαίνεται να είναι σημαντικό για εκείνη να βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, μέσω της διασημότητας που προσφέρει η διασημότητα», αναφέρει στο συμπέρασμά της η ψυχολόγος που δημοσιεύει η εφημερίδα Real News και συνεχίζει: «Ο λόγος διέπεται από αντιφάσεις, διχοτομήσεις, διάψευση της πραγματικότητας και στερείται γνήσιου συναισθήματος. Οι πληροφορίες που δίνει δεν είναι αξιόπιστες, καθώς σε πολλά σημεία η αφήγησή της φαίνεται μη αληθής, στην προσπάθειά της να διαψεύσει μια οδυνηρή πραγματικότητα. Είναι φανερό ότι οι σκέψεις της και οι επενδύσεις της επικεντρώνονται γύρω από τον σύζυγό της, ενώ φαίνεται να δημιουργεί και εκ των υστέρων κατασκευές, γύρω από ζητήματα αντιζηλείας με άλλες γυναίκες. Οι περιγραφές για τα παιδιά της μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι τα αντιλαμβανόταν ως μια ναρκισσιστική προέκτασή της, που καλούνταν να εκπροσωπήσουν τον δικό της λόγο και τις δικές της επιθυμίες».
Υπάρχει μια διαρκής διαπραγμάτευση μέσα της: κάποιος αγαπά πολύ κάποιον, ο οποίος τελικά τον εγκαταλείπει. Και αυτός που εγκαταλείπεται δεν μπορεί να το αντέξει, γι΄αυτό και σκοτώνει ή "καταστρέφει", προκειμένου να μην εγκαταληφθεί. Και έτσι φαίνεται ότι, στο μυαλό της, η αγάπη, ο θάνατος και η καταστροφή γίνονται ένα.
Τι είπε για τον Μάνο Δασκαλάκη
Στο πόρισμά της, η κ. Σαββόγλου περιγράφει τη Ρούλα Πισπιρίγκου ως μια «προβληματική» προσωπικότητα, εγωκεντρική, μυθομανή, ενίοτε εκτός πραγματικότητας, η οποία έχει, ακόμα και τώρα, ως βασικές της προτεραιότητες τη δημοσιότητα, τα μεγαλεία και τον... Μάνο Δασκαλάκη.Για τον σύζυγό της, η Ρούλα Πισπιρίγκου εκφράζει την πικρία της που δεν της συμπαραστέκεται σε αυτό που περνάει, αν και στο παρελθόν, όπως καταγράφηκε στο πόρισμα να λέει στην ψυχολόγο «Ήταν προστατευτικός ακόμα και μέχρι τώρα, πριν με συλλάβουν. Πάντα έπαιρνε το μέρος μου, παντού. Τώρα μόνο λέει ότι σκότωσα το παιδί. Δεν θέλει να έχουμε επικοινωνία... Νιώθω αδικία γιατί, επειδή τον ξέρω, γνωρίζω ότι δεν το πιστεύει, έχει επηρεαστεί από τα κανάλια. Δεν το περίμενα να αντιδράσει έτσι».
Στη συνέχεια, η ψυχολόγος αναφέρει ότι η 33χρονη προσπάθησε να τη χειραγωγήσει και να την παραπλανήσει: «Φαινόταν ιδιαίτερα συνεργάσιμη και στην πρώτη επαφή είχε μια υπερτονισμένη εικόνα μιας συντετριμμένης κα συμμορφωμένης γυναίκας. Φαινόταν ότι προσπαθούσε να το επικοινωνήσει μέσα από τη στάση του σώματός της, συρρικνώνοντάς το κα καμπουριάζοντας, μέσα από το βλέμμα της που διατηρούσε χαμηλά στο πάτωμα, ενώ κοιτούσε τριγύρω με κλεφτές, γρήγορες ματιές και μέσα από τον βηματισμό της, σέρνοντας τα πόδια της».
«Το βλέμμα της ήταν αρχικά εμφατικά κατεβασμένο στο πάτωμα, δηλώνοντας ηχηρά την υποτακτική της στάση. Ωστόσο, η εικόνα αυτή άλλαζε απότομα, φανερώνοντας έτσι τη μη αυθεντικότητα και συνέπεια αυτής. Έτσι, πολύ άμεσα, πριν καν ξεκινήσουμε τη συνάντηση, πήρε πρωτοβουλία να αλλάξει θέση στην καρέκλα της στο γραφείο που συναντηθήκαμε, ώστε να μην είμαστε τόσο μακριά, όπως είπε χαρακτηριστικά, φανερώνοντας έτσι την προσπάθειά της για οικειότητα.... Μέσα στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η πρόωρη εμπιστοσύνη που μου εξέφρασε τα πρώτα δευτερόλεπτα της συνάντησής μας, πριν καλά ξεκινήσουμε. Είπε χαρακτηριστικά: "Πιστεύω ότι θα δώσετε την αλήθεια για το παιδί μου, το πιστεύω..."».