«Όλα τα ιδρύματα είναι de facto κακοποιητικά, δεν χρειάζεται να εστιάσουμε στην κακοποίηση που ασκείται από το προσωπικό», δήλωσε η βοηθός Συνήγορος του Πολίτη για τα Δικαιώματα του Παιδιού, Θεώνη Κουφονικολάκου, μιλώντας σε ημερίδα σχετικά με την αναδοχή παιδιών. Την ίδια ώρα, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην ίδια ημερίδα, το ενδιαφέρον των γονιών για αναδοχή είναι πολύ μικρότερο από ό,τι για υιοθεσία.

 Σχολιάζοντας την επικαιρότητα, η κυρία Κουφονικολάκου ανέφερε ότι «η απουσία προσώπου αναφοράς για το παιδί στα ιδρύματα, δηλαδή η ματιά του αποκλειστικού φροντιστή, είναι κακοποιητική, είναι σε τέτοιο βαθμό παραμελητική ώστε υπονομεύει την πλήρη ανάπτυξη του παιδιού που θα βρεθεί εκεί». Επίσης, στα ιδρύματα, συνέχισε η ίδια, τα παιδιά πολύ συχνά δεν έχουν φροντίδα για την εκπαιδευτική τους ένταξη, για ζητήματα ψυχικής υγείας και για την κοινωνικοποίησή τους, δεν έχουν καμία ενίσχυση της σχέσης με τη βιολογική οικογένεια ή με το κοινωνικό τους περιβάλλον.

 Αναφερόμενη στα κενά του συστήματος παιδικής προστασίας, η βοηθός Συνήγορος του Πολίτη παρατήρησε ότι οι επαγγελματίες των κοινωνικών υπηρεσιών στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών των παιδιών, ενώ παρατηρούνται ιδιαίτερα ανομοιογενείς πρακτικές σε υπηρεσίες ελλείψει πρωτοκόλλων υποστήριξης, παρέμβασης, διερεύνησης και ως προς την υποστήριξη της οικογένειας και ως προς την εποπτεία της αναδοχής και των ιδρυμάτων. Επίσης, οι θεσμικές παρεμβάσεις χαρακτηρίζονται από αποσπασματικότητα και έλλειψη βιωσιμότητας.

 Σύμφωνα με στοιχεία που προέρχονται από το πληροφοριακό σύστημα αναδοχής και υιοθεσίας, τα οποία παρουσίασε η ερευνήτρια Θεοδώρα Μώρου, διαπιστώνεται αξιοσημείωτη επιβράδυνση του ρυθμού αναδοχών και υιοθεσιών το τελευταίο διάστημα. Συγκεκριμένα, την περίοδο από 4 Οκτωβρίου 2021 ως 3 Οκτωβρίου 2022 οι ολοκληρωμένες αναδοχές ανήλθαν σε 98 και υιοθεσίες σε 158. Την περίοδο 7 Ιουλίου 2020 ως 3 Οκτωβρίου 2021 οι ολοκληρωμένες αναδοχές ήταν 419 και οι υιοθεσίες 386. Επιπλέον, το ενδιαφέρον των γονιών για αναδοχή είναι πολύ μικρότερο από ό,τι για υιοθεσία. Την περίοδο 7/7/2020-3/10/2022 οι εγκεκριμένοι γονείς για αναδοχή ήταν 45 ενώ οι ανήλικοι προς αναδοχή 624, ενώ από την άλλη πλευρά οι γονείς για υιοθεσία ήταν 1.580 την ώρα που οι ανήλικοι για υιοθεσία ήταν μόλις 114.

 Σημειώνεται ότι δεν υπάρχουν ξεχωριστά στοιχεία για την αναδοχή ασυνόδευτων παιδιών μεταναστών και προσφύγων, ωστόσο στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα ασυνόδευτα παιδιά αποκλείονται από την αναδοχή γιατί είναι άνω των 12 ετών.

 Όπως είπε ο Ανδρέας Δήμου, συνεργάτης της Ειδικής Γραμματείας Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, μόλις έξι ή επτά αναδοχές είναι σε διαδικασία υλοποίησης.

 Ο ίδιος χαρακτήρισε ύψιστης σημασίας την αναδοχή και για τα ασυνόδευτα παιδιά παρά το γεγονός ότι τα περισσότερα βρίσκονται για λίγο καιρό στην Ελλάδα και αναμένουν την επανένωσή τους με μέλη της οικογένειάς τους σε άλλες χώρες.

 Σημαντική χαρακτήρισε ο Ανδρέας Κασκανιώτης, κοινωνικός λειτουργός του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Αττικής, την ανάγκη αναδοχής και των παιδιών με αναπηρία, όπως και την επαρκή στελέχωση των υπηρεσιών υποστήριξής τους.

 Τη διαδικτυακή συζήτηση για τον θεσμό της αναδοχής διοργάνωσε το ΚΜΟΠ- Κέντρο Κοινωνικής Δράσης και Καινοτομίας, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Η εκδήλωση οργανώθηκε στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας «FAB! Φροντίδα οικογενειακού τύπου για παιδιά μετανάστες και πρόσφυγες», η οποία αποσκοπεί στην ενίσχυση και επέκταση της εναλλακτικής οικογενειακής φροντίδας μέσω της αναδοχής για ασυνόδευτα παιδιά σε πέντε ευρωπαϊκές χώρες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή υποδοχής: την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία, τη Μάλτα και την Κύπρο.

 

ΠΗΓΗ ΑΠΕ