Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες των Ελλήνων διασωστών της ΕΜΑΚ - «Ενστικτωδώς έβγαλα τα γάντια μου και της έπιασα τα ποδαράκια όπως κάνω στο γιο μου»
Το εξάχρονο κορίτσι ήταν μαζί με τη μητέρα της και τα δύο αδέρφια της, πλακωμένοι όλοι από τα δοκάρια του δωματίου που βρίσκονταν
«Μπαίνοντας στα χαλάσματα βλέπω ένα κοριτσάκι που τα ποδαράκια του ήταν προς το μέρος μου. Ενστικτωδώς, βγάζω τα γάντια μου και πιάνω τα ποδαράκια της, όπως κάνω με τον γιο μου όταν τον βλέπω χωρίς κάλτσες».
Με αυτά τα λόγια, ο διασώστης της ΕΜΑΚ, Κώστας Αθανασόπουλος περιγράφει τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησε στην ισοπεδωμένη Αντιόχεια. Είναι ο άνθρωπος που η εικόνα του να ξεσπά σε κλάματα λίγη ώρα μετά την διάσωση ενός 6χρονου κοριτσιού από τα χαλάσματα του σπιτιού της έκανε τον γύρο του κόσμου.
Έχοντας φτάσει τα ξημερώματα της 7ης Φεβρουαρίου στην επαρχία Χατάι και με το πρώτο φως του ήλιου η ομάδα της ΕΜΑΚ ξεκινά να επιχειρεί εκεί όπου τους έχουν υποδείξει ότι υπάρχουν ίχνη ζωής. Ο κ. Αθανασόπουλος, βοηθά αρχικά στον απεγκλωβισμό ενός 50χρονου, όταν καλείται από τον επικεφαλής του, επιπυραγό, Δημήτρη Ρούπα, να συμβάλει στον απεγκλωβισμό ενός 6χρονου κοριτσιού. Το πρώτο πράγμα που κάνει με το που μπαίνει στα χαλάσματα και εντοπίζει το εξάχρονο κοριτσάκι είναι να του πιάσει τα πόδια και να τα αγκαλιάσει. «Βγάζω τα γάντια μου και πιάνω τα ποδαράκια της, όπως κάνω και με τον γιο μου όταν τον βλέπω πάντα χωρίς κάλτσες για να δω αν είναι κρύα με σκοπό να τον φροντίσω να μην μου αρρωστήσει. Τα πόδια της ήταν πάρα πολύ παγωμένα. Της τα πιάνω, της τα κάνω αγκαλιά έτσι να την ζεστάνω και βλέπω ότι αρχίζει να χαλαρώνει και πάει να κοιμηθεί. Φωνάζω τους γιατρούς του ΕΚΑΒ που ήταν μαζί μας. Του λέω γιατρέ πάει να μου κοιμηθεί. Μου λέει μην την αφήσεις να κοιμηθεί, κράτα την ξύπνια», περιγράφει ο κ. Αθανασόπουλος στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το εξάχρονο κορίτσι ήταν μαζί με τη μητέρα της και τα δύο αδέρφια της, πλακωμένοι όλοι από τα δοκάρια του δωματίου που βρίσκονταν. Ο κ. Αθανασόπουλος μαζί με την υπόλοιπη ομάδα προσπαθούν να απεγκλωβίσουν την 6χρονη, ανασύροντας πρώτα χωρίς τις αισθήσεις της την 7χρονη αδερφή της που με το άψυχο σώμα της «πλάκωνε» την επιζώσα. «Βγάλαμε το αδερφάκι της που είχε πιαστεί το χέρι της από κάτω, και ήταν χωρίς τις αισθήσεις της. Κάναμε κάποιες ενέργειες και ό,τι κάναμε τραβάγαμε την εξάχρονη να δούμε αν μπορεί να απεγκλωβιστεί και με το που φώναζε την αφήναμε. Μετά κόβω το χαλί γιατί το πάτωμα με το ταβάνι είχαν γίνει ένα και μετά αρχίζω να βγάζω πλακάκια ώστε να βρω κενό από κάτω. Εκεί ήμασταν μαζί με τον κ. Κατσινέλο. Στο αδερφάκι της ακούμπαγε το μάγουλό της. Ήταν ξαπλωμένη στο άψυχο κορμί της αδερφής της», αφηγείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Για πάνω από 4 ώρες οι διασώστες της ΕΜΑΚ επιχειρούσαν στα χαλάσματα για να απεγκλωβίσουν το μικρό κορίτσι. Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησής τους μιλούσαν μαζί της για να της δώσουν θάρρος ώστε να καταφέρουν να την βγάλουν από τα συντρίμμια του σπιτιού της, αλλά και για να καταλάβει ότι βρίσκονταν εκεί για να την βοηθήσουν. Ωστόσο αυτή δεν ήθελε να αφήσει τη μαμά της. «Της έλεγα έλα αγάπη μου, προσπάθησε, θα πας έξω, η μαμά σου σε έσωσε. Μετά από λίγη ώρα μου απλώνει το χέρι της με βογγητά, πάω κοντά της να την τραβήξω και καταλαβαίνω ότι δεν ήθελε να αφήσει τη μαμά της και τα αδέρφια της. Εκεί λύγισα. Με έπιασαν τα κλάματα», λέει ο κ. Αθανασόπουλος. Η ομάδα της ΕΜΑΚ απεγκλωβίζει το μικρό κορίτσι και εμφανώς συγκινημένοι αγκαλιάζονται που τα κατάφεραν. Είναι εκείνη η στιγμή που ο τηλεοπτικός φακός πιάνει τον κ. Αθανασόπουλο να έχει ξεσπάσει σε κλάματα και τους συναδέλφους του να τρέχουν να τον συγχαρούν και να τον αγκαλιάσουν. «Μου έλεγαν μπράβο Κώστα. Βγαίνουν τα παιδιά αγκαλιάζονται γιατί ήταν πολύ φορτισμένοι γιατί ήταν ανάμεσα στα σώματα και ήταν δύσκολο να βγάλουμε το χεράκι της. Και μετά έγινε αυτό που είδατε στις ειδήσεις. Ήταν δάκρυα χαράς, για το ότι την σώσαμε. Ήταν πολύ δύσκολο να βγει ανάμεσα από τα σώματα. Στη συνέχεια περίμενα τον συνάδελφο να την δέσει στο φορείο και να την πάρουμε να πάει στο γιατρό», σημειώνει.
Όπως εξηγεί ο κ. Αθανασόπουλος, τα περισσότερα άτομα που κατάφεραν να απεγκλωβίσουν ζωντανά ήταν αγκαλιασμένα με άλλα μέλη των οικογενειών τους. Όπως στην περίπτωση της 20χρονης Αϊρίν που ήταν μαζί με τη μαμά της και ένα 5μηνών βρέφος, σε έναν καναπέ και είχαν πιαστεί στο δοκάρι. « Οικογένειες αγκαλιασμένες και πλακωμένες από τα ερείπια των κτιρίων που είχαν καταρρεύσει. Αυτή η εικόνα μου έχει μείνει χαραγμένη», αναφέρει.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Τουρκία τα μέλη της ελληνικής αποστολής έζησαν κάτω από αντίξοες συνθήκες, όπως το έντονο ψύχος, ωστόσο όπως αναφέρει ο κ. Αθανασόπουλος, το μυαλό τους ήταν στους σεισμοπαθείς που είχαν χάσει το σπίτι τους. Ο εδώ και σχεδόν 14 χρόνια διασώστης της ΕΜΑΚ όπου και αν έστρεφε το βλέμμα του αντίκριζε συντρίμμια κι ανάμεσα σε αυτά ανθρώπους, άλλοι με παντόφλες και άλλοι ξυπόλητοι, όλοι όμως με την ίδια απόγνωση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους. Αναζητούσαν τρόπους να ζεσταθούν βάζοντας φωτιές στους κάδους, κι έψαχναν μία προσωρινή στέγη να κοιμηθούν. Την έβρισκαν, στα κατεστραμμένα αμάξια τους, με τα σπασμένα τζάμια, τοποθετώντας γύρω γύρω νάιλον για να περιορίσουν το δριμύ ψύχος που επικρατούσε.
«Έψαχναν τα παπούτσια τους στα συντρίμμια. Έρχονταν προς εμάς, μας φίλαγαν τα χέρια μας τράβαγαν και έλεγαν, «έλα να δεις το παιδί μου, βοήθεια». Ο κόσμος εκεί μας έδωσε πολλή αγάπη και μας ευχαριστούσε. Είχε καταλάβει ότι είχαμε πάει να τους βοηθήσουμε. Μας έδιναν από το φαΐ τους ό,τι μπορούσαν, μας έφερναν τα νερά τους. Αν και δεν είχαν να φάνε τα έδιναν σε εμάς», τονίζει
Ο κ. Αθανασόπουλος ακολούθησε τον ίδιο δρόμο με τον πατέρα του Χρήστο Αθανασόπουλο, που ήταν κι εκείνος στην Πυροσβεστική και συγκεκριμένα στην ΕΜΑΚ. Μάλιστα, αξίζει να αναφερθεί ότι ο πατέρας του, με τον πατέρα του συναδέλφου του και μέλους της ελληνικής αποστολής, Κωνσταντίνο Νίκα, ήταν μαζί στον σεισμό του 1995 στο Αίγιο. 28 χρόνια μετά οι δύο γιοι συναντήθηκαν όπως οι πατεράδες τους σε κοινή αποστολή.
«Θα ήθελα να τονίσω την ιδιαίτερη συμβολή που είχαν όλα τα μέλη της αποστολής, 1ης και 2ης ΕΜΑΚ, οι διασώστες του ΕΚΑΒ, και όσοι συμμετείχαν, κατά τη διάρκεια της παραμονής μας εκεί. Ήμασταν όλοι μια ομάδα, ενωμένοι για έναν κοινό σκοπό, την διάσωση όσων ζωών μπορούσαμε. Καθένας μας ξεχωριστά συνέβαλε σε αυτή την αποστολή», επισημαίνει.
«Ευτυχώς που υπάρχετε»
Ο αντιπύραρχος, Μιλτιάδης Καραγεωργιάδης, στα 18 χρόνια που υπηρετεί στην 2η ΕΜΑΚ (από το 2005) δεν έχει αντικρίσει μεγαλύτερη καταστροφή από αυτήν του φονικού σεισμού της Τουρκίας. Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ , φθάνοντας στην πόλη της Αντιόχειας επαληθεύτηκαν οι χειρότεροι φόβοι τους, καθώς αντίκρισαν την απόλυτη καταστροφή σε κτίρια και υποδομές. «Με βάση την έκταση της καταστροφής θα έλεγα πως ναι, είναι η πιο δύσκολη και μεγαλύτερη καταστροφή, που έχω δει ποτέ», αναφέρει χαρακτηριστικά. Η εικόνα ωστόσο που θα του μείνει για πάντα χαραγμένη στο μυαλό είναι η φράση του Τούρκου στρατηγού που τους επισκέφθηκε στον καταυλισμό τους. «Βάζοντας το χέρι στην καρδιά, είπε την φράση «ευτυχώς που υπάρχετε». Αυτή η εικόνα θα μου μείνει για πάντα και όχι απλά για πολύ καιρό χαραγμένη στο μυαλό μου», τονίζει ο κ. Καραγεωργιάδης προσθέτοντας ότι πέρα από αυτή την φράση δεν θα ξεχάσει την ευγνωμοσύνη και την αγάπη που έλαβαν από τους ντόπιους καθώς και τις αντιδράσεις τους κάθε φορά που τους συναντούσαν στο πεδίο και στον δρόμο.
Με την άφιξη τους στην Αντιόχεια και βλέποντας την εικόνα του απόλυτου χάους, το συναίσθημα που κυριάρχησε σε όλη την ομάδα ήταν η ανάγκη να εμπλακούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα στις επιχειρήσεις διάσωσης, προκειμένου να απεγκλωβίσουν ζωντανό όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο. «Από το πρώτο λεπτό μέχρι και την τελευταία ώρα πριν αναχωρήσουμε, επιχειρούσαμε στο πεδίο, προσπαθώντας να απεγκλωβίσουμε κόσμο, δίνοντας τον καλύτερο μας εαυτό», σημειώνει.
Σχετικά με τον εξοπλισμό που χρησιμοποιούν στις επιχειρήσεις διάσωσης από καταρρεύσεις λόγω σεισμού ο κ. Καραγεωργιάδης επισημαίνει ότι απαιτείται μεγάλο εύρος εξοπλισμού, τόσο ως προς το μέγεθος, όσο και προς τον τρόπο λειτουργίας του. «Είναι απαραίτητο από το μικρότερο κοπτικό εργαλείο έως το μεγαλύτερο κρουστικά μηχάνημα. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούμε στους σεισμούς, χωρίζονται σε ηλεκτρικά, πνευματικά, επαναφορτιζόμενα, υδραυλικά και φυσικά οπτικοακουστικά εργαλεία, όπως κάμερες και γεώφωνα. Τέλος να μην ξεχνάμε το σημαντικότερο μας «εργαλείο», τους διασωστικούς σκύλους, που ανιχνεύουν ζωντανούς κάτω από τα ερείπια», τονίζει.
Τα μέλη της ελληνικής αποστολής επιχειρούσαν αδιαλείπτως κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες και με πολλούς κινδύνους να ενέχουν. «Το πυροσβεστικό επάγγελμα και ειδικά οι επιχειρήσεις σε περιβάλλον σεισμού, εμπεριέχουν πολλούς κινδύνους. Έχοντας αποκτήσει όμως όλα αυτά τα χρόνια υψηλό επίπεδο τεχνικής κατάρτισης και εμπειρίας, αλλά και παίρνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης, κατορθώνουμε να μειώσουμε χωρίς όμως να μπορούμε να εξαλείψουμε εντελώς την επικινδυνότητα», αναφέρει ο κ. Καραγεωργιάδης.
«Κατά την διάρκεια της επιχείρησης απεγκλωβισμού μας βοηθούσε ο αδερφός του εγκλωβισμένου»
Ο επιπυραγός, Παναγιώτης Γιαννόπουλος, από την διεύθυνση αντιμετώπισης Καταστροφών του αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος αποτέλεσε κι εκείνος μέλος της ελληνικής αποστολής που βρέθηκε από τα ξημερώματα της 7ης Φεβρουαρίου στην Αντιόχεια. Μία από τις εικόνες που του έχει μείνει χαραγμένη είναι όταν κατά τη διάρκεια της επιχείρησης απεγκλωβισμού ενός 15χρονου αγοριού, επιχείρηση που διήρκησε πάνω από δεκατέσσερις ώρες, τους βοηθούσε ένα νεαρό άτομο, το οποίο αποδείχθηκε ότι ήταν ο αδερφός του εγκλωβισμένου. Το απίστευτο ωστόσο στην όλη υπόθεση, είναι, όπως αναφέρει, «πως την επιχείρηση διάσωσης δυσχέραινε η παρουσία δύο πτωμάτων, του πατέρα και του αδερφού του, που λειτουργούσαν ως φραγμός». «Το παιδί αυτό έκανε στην άκρη κάθε συναισθηματισμό και βοηθούσε όσο μπορούσε στο έργο της διάσωσης του αδερφού του. Η φράση του εγκλωβισμένου παιδιού, 10%, που αφορούσε το επίπεδο αντοχής του καθώς και το ότι φώναζε το συνάδελφο μου που του έδινε νερό με το καλαμάκι, με το μικρό του όνομα, είναι κάτι που δε θα ξεχάσω ποτέ», σημειώνει και προσθέτει ότι οι ντόπιοι ήταν πάντα πρόθυμοι να προσφέρουν λίγο ζεστό τσάι ή ψωμί θέλοντας να ανταποδώσουν τη βοήθεια που προσέφεραν.
Για τον κ. Γιαννόπουλο δεν ήταν ο πρώτος σεισμός που είχε βρεθεί καθώς ήταν και στην αποστολή για τον σεισμό της Αλβανίας το 2019. Ωστόσο, όπως εξηγεί, οι διαφορές μεταξύ των δύο σεισμών είναι θεμελιώδεις.
«Στην περίπτωση του σεισμού της Αλβανίας η έκταση της καταστροφής περιορίστηκε σε δύο περιοχές. Οι συνέπειες του σεισμού δεν επηρέασε μεγάλα τμήματα του τοπικού πληθυσμού ενώ και οι ζημιές στις κατασκευές δεν ήταν τόσο εκτεταμένες. Το διάστημα για επαναφορά των πληγεισών περιοχών στη κανονικότητα δεν απαιτούσε πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Στο σεισμό της Τουρκίας εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έμειναν άστεγοι χωρίς πρόσβαση σε βασικά αγαθά. Σταμάτησε κάθε οικονομική δραστηριότητα ενώ επηρεάστηκαν βασικές υποδομές», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με το εάν τέτοιου είδους γεγονότα μας οδηγούν στην καλύτερη προετοιμασία και στη δημιουργία πιο ανθεκτικών κοινωνιών ο κ. Γιαννόπουλος επισημαίνει: « Στη διεθνή βιβλιογραφία μεγάλα καταστροφικά γεγονότα-φυσικές ή τεχνολογικές καταστροφές, αποτέλεσαν και αποτελούν τα καλύτερα παραδείγματα μέσα από τα οποία μπορούμε να αξιολογήσουμε την ανθεκτικότητα των κοινωνιών μας, να αναθεωρήσουμε τα υφιστάμενα συστήματα διαχείρισης κρίσεων, να αναπτύξουμε ή να εξελίξουμε συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για τους πληθυσμούς, να βρούμε τυχόν κενά μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διοίκησης, τυχόν αλληλοκάλυψη αρμοδιοτήτων μεταξύ φορέων και Υπηρεσιών, να θεσμοθετήσουμε πρωτόκολλα και διαδικασίες τόσο στο επίπεδο της πρόληψης όσο και στο επίπεδο της απόκρισης κ επαναφοράς στη κανονικότητα».
Περισσότερες από 4 ώρες διήρκησαν οι επιχειρήσεις απεγκλωβισμού της ελληνικής ομάδας Έρευνας και Διάσωσης
Πολλές ώρες διήρκησαν οι επιχειρήσεις απεγκλωβισμού της ελληνικής διασωστικής μονάδας Έρευνας και Διάσωσης, σύμφωνα με τον επιπυραγό, Παναγιώτη Γιαννόπουλο, καθώς οι θέσεις των θυμάτων απαιτούσαν πολύωρες επιχειρήσεις, άνω τεσσάρων ωρών, ενώ στην περίπτωση της Αϊρίν χρειάστηκε επιχείρηση άνω των 12 ωρών. Όπως εξηγεί ο κ. Γιαννόπουλος η διάρκεια των επιχειρήσεων του απεγκλωβισμού εξαρτάται από ένα σύνολο παραγόντων που σχετίζονται: με τους τύπους των κτιρίων (με λίγους ή πολλούς ορόφους), τα υλικά κατασκευής των (οπλισμένο σκυρόδεμα, γυάλινα κτίρια, κ.λπ), την ύπαρξη καθημερινών αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένων ακόμη και σορών, επίπλων ή οτιδήποτε άλλο η παρουσία των οποίων μπορεί να εμποδίζει την προσέγγιση, απεγκλωβισμό και διάσωση, τον διαμορφωμένο χώρο και τη θέση που βρίσκεται το θύμα μπορούν να επηρεάσουν το χρόνο απεγκλωβισμού, το είδος της κατάρρευσης, τη θέση των εγκλωβισμένων (επιφανειακά, μέσου βάθους, ή σε μεγάλο βάθος εγκλωβισμένοι).
Σύμφωνα με τον κ. Γιαννόπουλο, όταν εντοπίζονται ίχνη ζωής οι ενέργειες που ακολουθούνται σχετίζονται με την απομάκρυνση ερειπίων ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση προς τον εγκλωβισμένο. «Σε αυτό́ το στάδιο γίνονται όλες οι ενέργειες για την προσέγγιση του θύματος όπως η απομάκρυνση μπαζών, επίπλων, χαλασμάτων, η δημιουργία διαδρομής και υποστύλωσης της μέχρι το σημείο που βρίσκεται ο παγιδευμένος», αναφέρει και προσθέτει: «Η ένδειξη ζωής στα χαλάσματα θέτει την ομάδα σε εγρήγορση, ανεξαρτήτως σωματικής ή πνευματικής κούρασης. Η ζωή των ανθρώπων αυτών βρίσκεται στα χέρια μας, αισθανόμαστε υπεύθυνοι και καταβάλουμε κάθε προσπάθεια ώστε να τη διαφυλάξουμε. Δημιουργείται αυτόματα ενός είδους δεσμός μεταξύ διασώστη και διασωζόμενου. Τον θεωρούμε δικό μας άνθρωπο», σημειώνει.
Με αυτά τα λόγια, ο διασώστης της ΕΜΑΚ, Κώστας Αθανασόπουλος περιγράφει τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησε στην ισοπεδωμένη Αντιόχεια. Είναι ο άνθρωπος που η εικόνα του να ξεσπά σε κλάματα λίγη ώρα μετά την διάσωση ενός 6χρονου κοριτσιού από τα χαλάσματα του σπιτιού της έκανε τον γύρο του κόσμου.
Έχοντας φτάσει τα ξημερώματα της 7ης Φεβρουαρίου στην επαρχία Χατάι και με το πρώτο φως του ήλιου η ομάδα της ΕΜΑΚ ξεκινά να επιχειρεί εκεί όπου τους έχουν υποδείξει ότι υπάρχουν ίχνη ζωής. Ο κ. Αθανασόπουλος, βοηθά αρχικά στον απεγκλωβισμό ενός 50χρονου, όταν καλείται από τον επικεφαλής του, επιπυραγό, Δημήτρη Ρούπα, να συμβάλει στον απεγκλωβισμό ενός 6χρονου κοριτσιού. Το πρώτο πράγμα που κάνει με το που μπαίνει στα χαλάσματα και εντοπίζει το εξάχρονο κοριτσάκι είναι να του πιάσει τα πόδια και να τα αγκαλιάσει. «Βγάζω τα γάντια μου και πιάνω τα ποδαράκια της, όπως κάνω και με τον γιο μου όταν τον βλέπω πάντα χωρίς κάλτσες για να δω αν είναι κρύα με σκοπό να τον φροντίσω να μην μου αρρωστήσει. Τα πόδια της ήταν πάρα πολύ παγωμένα. Της τα πιάνω, της τα κάνω αγκαλιά έτσι να την ζεστάνω και βλέπω ότι αρχίζει να χαλαρώνει και πάει να κοιμηθεί. Φωνάζω τους γιατρούς του ΕΚΑΒ που ήταν μαζί μας. Του λέω γιατρέ πάει να μου κοιμηθεί. Μου λέει μην την αφήσεις να κοιμηθεί, κράτα την ξύπνια», περιγράφει ο κ. Αθανασόπουλος στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το εξάχρονο κορίτσι ήταν μαζί με τη μητέρα της και τα δύο αδέρφια της, πλακωμένοι όλοι από τα δοκάρια του δωματίου που βρίσκονταν. Ο κ. Αθανασόπουλος μαζί με την υπόλοιπη ομάδα προσπαθούν να απεγκλωβίσουν την 6χρονη, ανασύροντας πρώτα χωρίς τις αισθήσεις της την 7χρονη αδερφή της που με το άψυχο σώμα της «πλάκωνε» την επιζώσα. «Βγάλαμε το αδερφάκι της που είχε πιαστεί το χέρι της από κάτω, και ήταν χωρίς τις αισθήσεις της. Κάναμε κάποιες ενέργειες και ό,τι κάναμε τραβάγαμε την εξάχρονη να δούμε αν μπορεί να απεγκλωβιστεί και με το που φώναζε την αφήναμε. Μετά κόβω το χαλί γιατί το πάτωμα με το ταβάνι είχαν γίνει ένα και μετά αρχίζω να βγάζω πλακάκια ώστε να βρω κενό από κάτω. Εκεί ήμασταν μαζί με τον κ. Κατσινέλο. Στο αδερφάκι της ακούμπαγε το μάγουλό της. Ήταν ξαπλωμένη στο άψυχο κορμί της αδερφής της», αφηγείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Για πάνω από 4 ώρες οι διασώστες της ΕΜΑΚ επιχειρούσαν στα χαλάσματα για να απεγκλωβίσουν το μικρό κορίτσι. Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησής τους μιλούσαν μαζί της για να της δώσουν θάρρος ώστε να καταφέρουν να την βγάλουν από τα συντρίμμια του σπιτιού της, αλλά και για να καταλάβει ότι βρίσκονταν εκεί για να την βοηθήσουν. Ωστόσο αυτή δεν ήθελε να αφήσει τη μαμά της. «Της έλεγα έλα αγάπη μου, προσπάθησε, θα πας έξω, η μαμά σου σε έσωσε. Μετά από λίγη ώρα μου απλώνει το χέρι της με βογγητά, πάω κοντά της να την τραβήξω και καταλαβαίνω ότι δεν ήθελε να αφήσει τη μαμά της και τα αδέρφια της. Εκεί λύγισα. Με έπιασαν τα κλάματα», λέει ο κ. Αθανασόπουλος. Η ομάδα της ΕΜΑΚ απεγκλωβίζει το μικρό κορίτσι και εμφανώς συγκινημένοι αγκαλιάζονται που τα κατάφεραν. Είναι εκείνη η στιγμή που ο τηλεοπτικός φακός πιάνει τον κ. Αθανασόπουλο να έχει ξεσπάσει σε κλάματα και τους συναδέλφους του να τρέχουν να τον συγχαρούν και να τον αγκαλιάσουν. «Μου έλεγαν μπράβο Κώστα. Βγαίνουν τα παιδιά αγκαλιάζονται γιατί ήταν πολύ φορτισμένοι γιατί ήταν ανάμεσα στα σώματα και ήταν δύσκολο να βγάλουμε το χεράκι της. Και μετά έγινε αυτό που είδατε στις ειδήσεις. Ήταν δάκρυα χαράς, για το ότι την σώσαμε. Ήταν πολύ δύσκολο να βγει ανάμεσα από τα σώματα. Στη συνέχεια περίμενα τον συνάδελφο να την δέσει στο φορείο και να την πάρουμε να πάει στο γιατρό», σημειώνει.
Όπως εξηγεί ο κ. Αθανασόπουλος, τα περισσότερα άτομα που κατάφεραν να απεγκλωβίσουν ζωντανά ήταν αγκαλιασμένα με άλλα μέλη των οικογενειών τους. Όπως στην περίπτωση της 20χρονης Αϊρίν που ήταν μαζί με τη μαμά της και ένα 5μηνών βρέφος, σε έναν καναπέ και είχαν πιαστεί στο δοκάρι. « Οικογένειες αγκαλιασμένες και πλακωμένες από τα ερείπια των κτιρίων που είχαν καταρρεύσει. Αυτή η εικόνα μου έχει μείνει χαραγμένη», αναφέρει.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Τουρκία τα μέλη της ελληνικής αποστολής έζησαν κάτω από αντίξοες συνθήκες, όπως το έντονο ψύχος, ωστόσο όπως αναφέρει ο κ. Αθανασόπουλος, το μυαλό τους ήταν στους σεισμοπαθείς που είχαν χάσει το σπίτι τους. Ο εδώ και σχεδόν 14 χρόνια διασώστης της ΕΜΑΚ όπου και αν έστρεφε το βλέμμα του αντίκριζε συντρίμμια κι ανάμεσα σε αυτά ανθρώπους, άλλοι με παντόφλες και άλλοι ξυπόλητοι, όλοι όμως με την ίδια απόγνωση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους. Αναζητούσαν τρόπους να ζεσταθούν βάζοντας φωτιές στους κάδους, κι έψαχναν μία προσωρινή στέγη να κοιμηθούν. Την έβρισκαν, στα κατεστραμμένα αμάξια τους, με τα σπασμένα τζάμια, τοποθετώντας γύρω γύρω νάιλον για να περιορίσουν το δριμύ ψύχος που επικρατούσε.
«Έψαχναν τα παπούτσια τους στα συντρίμμια. Έρχονταν προς εμάς, μας φίλαγαν τα χέρια μας τράβαγαν και έλεγαν, «έλα να δεις το παιδί μου, βοήθεια». Ο κόσμος εκεί μας έδωσε πολλή αγάπη και μας ευχαριστούσε. Είχε καταλάβει ότι είχαμε πάει να τους βοηθήσουμε. Μας έδιναν από το φαΐ τους ό,τι μπορούσαν, μας έφερναν τα νερά τους. Αν και δεν είχαν να φάνε τα έδιναν σε εμάς», τονίζει
Ο κ. Αθανασόπουλος ακολούθησε τον ίδιο δρόμο με τον πατέρα του Χρήστο Αθανασόπουλο, που ήταν κι εκείνος στην Πυροσβεστική και συγκεκριμένα στην ΕΜΑΚ. Μάλιστα, αξίζει να αναφερθεί ότι ο πατέρας του, με τον πατέρα του συναδέλφου του και μέλους της ελληνικής αποστολής, Κωνσταντίνο Νίκα, ήταν μαζί στον σεισμό του 1995 στο Αίγιο. 28 χρόνια μετά οι δύο γιοι συναντήθηκαν όπως οι πατεράδες τους σε κοινή αποστολή.
«Θα ήθελα να τονίσω την ιδιαίτερη συμβολή που είχαν όλα τα μέλη της αποστολής, 1ης και 2ης ΕΜΑΚ, οι διασώστες του ΕΚΑΒ, και όσοι συμμετείχαν, κατά τη διάρκεια της παραμονής μας εκεί. Ήμασταν όλοι μια ομάδα, ενωμένοι για έναν κοινό σκοπό, την διάσωση όσων ζωών μπορούσαμε. Καθένας μας ξεχωριστά συνέβαλε σε αυτή την αποστολή», επισημαίνει.
«Ευτυχώς που υπάρχετε»
Ο αντιπύραρχος, Μιλτιάδης Καραγεωργιάδης, στα 18 χρόνια που υπηρετεί στην 2η ΕΜΑΚ (από το 2005) δεν έχει αντικρίσει μεγαλύτερη καταστροφή από αυτήν του φονικού σεισμού της Τουρκίας. Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ , φθάνοντας στην πόλη της Αντιόχειας επαληθεύτηκαν οι χειρότεροι φόβοι τους, καθώς αντίκρισαν την απόλυτη καταστροφή σε κτίρια και υποδομές. «Με βάση την έκταση της καταστροφής θα έλεγα πως ναι, είναι η πιο δύσκολη και μεγαλύτερη καταστροφή, που έχω δει ποτέ», αναφέρει χαρακτηριστικά. Η εικόνα ωστόσο που θα του μείνει για πάντα χαραγμένη στο μυαλό είναι η φράση του Τούρκου στρατηγού που τους επισκέφθηκε στον καταυλισμό τους. «Βάζοντας το χέρι στην καρδιά, είπε την φράση «ευτυχώς που υπάρχετε». Αυτή η εικόνα θα μου μείνει για πάντα και όχι απλά για πολύ καιρό χαραγμένη στο μυαλό μου», τονίζει ο κ. Καραγεωργιάδης προσθέτοντας ότι πέρα από αυτή την φράση δεν θα ξεχάσει την ευγνωμοσύνη και την αγάπη που έλαβαν από τους ντόπιους καθώς και τις αντιδράσεις τους κάθε φορά που τους συναντούσαν στο πεδίο και στον δρόμο.
Με την άφιξη τους στην Αντιόχεια και βλέποντας την εικόνα του απόλυτου χάους, το συναίσθημα που κυριάρχησε σε όλη την ομάδα ήταν η ανάγκη να εμπλακούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα στις επιχειρήσεις διάσωσης, προκειμένου να απεγκλωβίσουν ζωντανό όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο. «Από το πρώτο λεπτό μέχρι και την τελευταία ώρα πριν αναχωρήσουμε, επιχειρούσαμε στο πεδίο, προσπαθώντας να απεγκλωβίσουμε κόσμο, δίνοντας τον καλύτερο μας εαυτό», σημειώνει.
Σχετικά με τον εξοπλισμό που χρησιμοποιούν στις επιχειρήσεις διάσωσης από καταρρεύσεις λόγω σεισμού ο κ. Καραγεωργιάδης επισημαίνει ότι απαιτείται μεγάλο εύρος εξοπλισμού, τόσο ως προς το μέγεθος, όσο και προς τον τρόπο λειτουργίας του. «Είναι απαραίτητο από το μικρότερο κοπτικό εργαλείο έως το μεγαλύτερο κρουστικά μηχάνημα. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούμε στους σεισμούς, χωρίζονται σε ηλεκτρικά, πνευματικά, επαναφορτιζόμενα, υδραυλικά και φυσικά οπτικοακουστικά εργαλεία, όπως κάμερες και γεώφωνα. Τέλος να μην ξεχνάμε το σημαντικότερο μας «εργαλείο», τους διασωστικούς σκύλους, που ανιχνεύουν ζωντανούς κάτω από τα ερείπια», τονίζει.
Τα μέλη της ελληνικής αποστολής επιχειρούσαν αδιαλείπτως κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες και με πολλούς κινδύνους να ενέχουν. «Το πυροσβεστικό επάγγελμα και ειδικά οι επιχειρήσεις σε περιβάλλον σεισμού, εμπεριέχουν πολλούς κινδύνους. Έχοντας αποκτήσει όμως όλα αυτά τα χρόνια υψηλό επίπεδο τεχνικής κατάρτισης και εμπειρίας, αλλά και παίρνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης, κατορθώνουμε να μειώσουμε χωρίς όμως να μπορούμε να εξαλείψουμε εντελώς την επικινδυνότητα», αναφέρει ο κ. Καραγεωργιάδης.
«Κατά την διάρκεια της επιχείρησης απεγκλωβισμού μας βοηθούσε ο αδερφός του εγκλωβισμένου»
Ο επιπυραγός, Παναγιώτης Γιαννόπουλος, από την διεύθυνση αντιμετώπισης Καταστροφών του αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος αποτέλεσε κι εκείνος μέλος της ελληνικής αποστολής που βρέθηκε από τα ξημερώματα της 7ης Φεβρουαρίου στην Αντιόχεια. Μία από τις εικόνες που του έχει μείνει χαραγμένη είναι όταν κατά τη διάρκεια της επιχείρησης απεγκλωβισμού ενός 15χρονου αγοριού, επιχείρηση που διήρκησε πάνω από δεκατέσσερις ώρες, τους βοηθούσε ένα νεαρό άτομο, το οποίο αποδείχθηκε ότι ήταν ο αδερφός του εγκλωβισμένου. Το απίστευτο ωστόσο στην όλη υπόθεση, είναι, όπως αναφέρει, «πως την επιχείρηση διάσωσης δυσχέραινε η παρουσία δύο πτωμάτων, του πατέρα και του αδερφού του, που λειτουργούσαν ως φραγμός». «Το παιδί αυτό έκανε στην άκρη κάθε συναισθηματισμό και βοηθούσε όσο μπορούσε στο έργο της διάσωσης του αδερφού του. Η φράση του εγκλωβισμένου παιδιού, 10%, που αφορούσε το επίπεδο αντοχής του καθώς και το ότι φώναζε το συνάδελφο μου που του έδινε νερό με το καλαμάκι, με το μικρό του όνομα, είναι κάτι που δε θα ξεχάσω ποτέ», σημειώνει και προσθέτει ότι οι ντόπιοι ήταν πάντα πρόθυμοι να προσφέρουν λίγο ζεστό τσάι ή ψωμί θέλοντας να ανταποδώσουν τη βοήθεια που προσέφεραν.
Για τον κ. Γιαννόπουλο δεν ήταν ο πρώτος σεισμός που είχε βρεθεί καθώς ήταν και στην αποστολή για τον σεισμό της Αλβανίας το 2019. Ωστόσο, όπως εξηγεί, οι διαφορές μεταξύ των δύο σεισμών είναι θεμελιώδεις.
«Στην περίπτωση του σεισμού της Αλβανίας η έκταση της καταστροφής περιορίστηκε σε δύο περιοχές. Οι συνέπειες του σεισμού δεν επηρέασε μεγάλα τμήματα του τοπικού πληθυσμού ενώ και οι ζημιές στις κατασκευές δεν ήταν τόσο εκτεταμένες. Το διάστημα για επαναφορά των πληγεισών περιοχών στη κανονικότητα δεν απαιτούσε πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Στο σεισμό της Τουρκίας εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έμειναν άστεγοι χωρίς πρόσβαση σε βασικά αγαθά. Σταμάτησε κάθε οικονομική δραστηριότητα ενώ επηρεάστηκαν βασικές υποδομές», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με το εάν τέτοιου είδους γεγονότα μας οδηγούν στην καλύτερη προετοιμασία και στη δημιουργία πιο ανθεκτικών κοινωνιών ο κ. Γιαννόπουλος επισημαίνει: « Στη διεθνή βιβλιογραφία μεγάλα καταστροφικά γεγονότα-φυσικές ή τεχνολογικές καταστροφές, αποτέλεσαν και αποτελούν τα καλύτερα παραδείγματα μέσα από τα οποία μπορούμε να αξιολογήσουμε την ανθεκτικότητα των κοινωνιών μας, να αναθεωρήσουμε τα υφιστάμενα συστήματα διαχείρισης κρίσεων, να αναπτύξουμε ή να εξελίξουμε συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για τους πληθυσμούς, να βρούμε τυχόν κενά μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διοίκησης, τυχόν αλληλοκάλυψη αρμοδιοτήτων μεταξύ φορέων και Υπηρεσιών, να θεσμοθετήσουμε πρωτόκολλα και διαδικασίες τόσο στο επίπεδο της πρόληψης όσο και στο επίπεδο της απόκρισης κ επαναφοράς στη κανονικότητα».
Περισσότερες από 4 ώρες διήρκησαν οι επιχειρήσεις απεγκλωβισμού της ελληνικής ομάδας Έρευνας και Διάσωσης
Πολλές ώρες διήρκησαν οι επιχειρήσεις απεγκλωβισμού της ελληνικής διασωστικής μονάδας Έρευνας και Διάσωσης, σύμφωνα με τον επιπυραγό, Παναγιώτη Γιαννόπουλο, καθώς οι θέσεις των θυμάτων απαιτούσαν πολύωρες επιχειρήσεις, άνω τεσσάρων ωρών, ενώ στην περίπτωση της Αϊρίν χρειάστηκε επιχείρηση άνω των 12 ωρών. Όπως εξηγεί ο κ. Γιαννόπουλος η διάρκεια των επιχειρήσεων του απεγκλωβισμού εξαρτάται από ένα σύνολο παραγόντων που σχετίζονται: με τους τύπους των κτιρίων (με λίγους ή πολλούς ορόφους), τα υλικά κατασκευής των (οπλισμένο σκυρόδεμα, γυάλινα κτίρια, κ.λπ), την ύπαρξη καθημερινών αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένων ακόμη και σορών, επίπλων ή οτιδήποτε άλλο η παρουσία των οποίων μπορεί να εμποδίζει την προσέγγιση, απεγκλωβισμό και διάσωση, τον διαμορφωμένο χώρο και τη θέση που βρίσκεται το θύμα μπορούν να επηρεάσουν το χρόνο απεγκλωβισμού, το είδος της κατάρρευσης, τη θέση των εγκλωβισμένων (επιφανειακά, μέσου βάθους, ή σε μεγάλο βάθος εγκλωβισμένοι).
Σύμφωνα με τον κ. Γιαννόπουλο, όταν εντοπίζονται ίχνη ζωής οι ενέργειες που ακολουθούνται σχετίζονται με την απομάκρυνση ερειπίων ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση προς τον εγκλωβισμένο. «Σε αυτό́ το στάδιο γίνονται όλες οι ενέργειες για την προσέγγιση του θύματος όπως η απομάκρυνση μπαζών, επίπλων, χαλασμάτων, η δημιουργία διαδρομής και υποστύλωσης της μέχρι το σημείο που βρίσκεται ο παγιδευμένος», αναφέρει και προσθέτει: «Η ένδειξη ζωής στα χαλάσματα θέτει την ομάδα σε εγρήγορση, ανεξαρτήτως σωματικής ή πνευματικής κούρασης. Η ζωή των ανθρώπων αυτών βρίσκεται στα χέρια μας, αισθανόμαστε υπεύθυνοι και καταβάλουμε κάθε προσπάθεια ώστε να τη διαφυλάξουμε. Δημιουργείται αυτόματα ενός είδους δεσμός μεταξύ διασώστη και διασωζόμενου. Τον θεωρούμε δικό μας άνθρωπο», σημειώνει.