Ο Τίπου Τζοουντούρι από το Μπαγκλαντές προσπαθεί να κατανοήσει πόσο αξίζει ένας άνθρωπος που έχει χαρακτηριστεί παράνομος. Ζει εδώ και 17 μήνες κάτω από άθλιες συνθήκες μαζεύοντας φράουλες, αλλά δεν θέλει να πει κακή κουβέντα για την Ελλάδα. Ο θυμός του έχει εξελιχθεί σε παραίτηση, σε φαταλισμό.

Τα γνωστά επεισόδια στην Μανωλάδα και η εξοργιστική απόφαση του δικαστηρίου έρχονται αίφνης στην κουβέντα που άνοιξε η Έλενα Σμιθ, δημοσιογράφος του Guardian που κατέγραψε την τωρινή κατάσταση στην περιοχή. Το πρώτο συμπέρασμα; Τίποτα δεν έχει αλλάξει προς το καλύτερο!

Για την επίθεση του 2013 ο Τίπου θυμάται και λέει: «Ήμασταν περίπου 200 μαζεμένοι και τους είδαμε να στρέφουν τα όπλα τους. Νομίζαμε ότι έκαναν πλάκα. Μας χρωστούσαν χρήματα. Δεν περιμέναμε πως θα μας πυροβολήσουν».

Το ρεπορτάζ σημειώνει πως κατά τη διάρκεια της ΔΕΘ στη Θεσσαλονίκη θα πραγματοποιηθεί πορεία και εκδήλωση αντιρατσιστικών οργανώσεων υπέρ των εργατών από το Μπαγκλαντές.

Πίσω, όμως, στο ματωβαμμένο 2013: όλοι οι εργάτες δούλευαν για τον Νίκο Βαγγελάτο, έναν πλούσιο της περιοχής που έφτιαξε περιουσία πουλώντας φράουλες στους Ρώσους, τους Γερμανούς και τους Βρετανούς. Παντού στις φυτείες υπήρχε μια στρατιωτική χροιά που σκίαζε τη δουλειά των εργατών.

Ώσπου έγινε το περιστατικό με τα όπλα και ο Τίπου ένιωσε μια σφαίρα να τρυπάει το δεξί του πόδι. «Ήταν να παίρνουμε 22 ευρώ την ημέρα, μείον τρία ευρώ για φαγητό και άλλα τρία για στέγαση. Αλλά κάθε φορά μας έλεγε ότι θα πληρωθούμε την επόμενη εβδομάδα. Πήγαμε κα βρήκαμε τον Βαγγελάτο στο γραφείο του, στην Λάπα, και μας είπε ότι θα μας πλήρωνε, αλλά στους άλλους έπρεπε να πούμε να κάνουν υπομονή. Και τότε αποφασίσαμε να κάνουμε απεργία», αναθυμάται ο Τίπου.

Όλοι, όμως, ήξεραν πως από τη στιγμή που δεν είχαν νόμιμα χαρτιά, κανείς δεν θα συνέδραμε τον αγώνα τους και τα χρήματα τα είχαν άμεση ανάγκη για τις οικογένειές τους. Οι Αρχές, ακόμα και αν πήγαιναν να τους μιλήσουν, δεν θα ενδιαφέρονταν να τους ακούσουν.

Ο Λίντον Καν, φίλος του Τίπου, λέει: «ένα μήνα πιο πριν είχαν σκοτώσει τα δύο σκυλιά που βρίσκονταν στον καταυλισμό μας. Τότε μας είπαν πως έτσι θα έκαναν και με εμάς». Ο Βαγγελάτος τους απείλησε ότι αν δεν συνεχίσουν να δουλεύουν, θα έφερνε άλλους εργάτες

Ο Τίπου συνεχίζει: «Πήγαμε στο χώρο εργασίας και άρχισαν να πυροβολούν. ’κουγες μόνο κραυγές και κλάματα από παντού και όλοι να ζητούν βοήθεια. Εκείνοι συνέχισαν να πυροβολούν και το αίμα είχε χυθεί παντού». Τότε μόνο ήρθε η αστυνομία.

Για τον Μωυσή Καραμπεϊλίδη, το δικηγόρο των μεταναστών, «επειδή αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν νόμιμα χαρτιά, δεν θα είχαν τη απόδοση δικαιοσύνης που θα έπρεπε. Η απόφαση βγήκε μέσα σε 15 λεπτά και δεν εξηγήθηκαν καν το σκεπτικό. Ντρέπομαι που είμαι Έλληνας! Η δίκη ήταν ανάμεσα στον Δαυίδ και τον Γολιάθ, τώρα ευλεπιστούμε πως η νέα δίκη θα είναι δίκαιη».

Την απόφαση ακολούθησαν κλάματα από την πλευρά των συγκεντρωμένων μεταναστών έξω από το δικαστικό μέγαρο της Πάτρας. Το ερώτημα του Τίπου από τότε παραμένει μέσα του: «πόσο κοστίζει ένας άνθρωπος;».

Από την Μανωλάδα έχουν περάσει για εργασία όλες σχεδόν οι εθνότητες: Αφγανοί, Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Αιγύπτιοι. Κατά την περίοδο της συλλογή περίπου 6000 μετανάστες δουλεύουν εκεί.

Ο ακτιβιστής Δημήτρης Πέππας λέει ευθαρσώς: «είμαι μια επιχείρηση με πάρα πολλά εκατομμύρια ευρώ. Τα οφέλη για τους μετανάστες είναι ελαχιστότατα. Τα χρήματα τα παίρνουν εκείνοι που οδηγούν Πόρσε και Καγιέν. Αυτοί οι άνθρωποι δουλεύουν κάτω από άθλιες συνθήκες

Ένας άλλος ακτιβιστής ο Πέτρος Κωνσταντίνου υποσημείωνει το ξενοφοβικό κλίμα στην Ελλάδα με την άνοδο της Χρυσής Αυγής.

Ο Τίπου έχει αποφασίσει να επιστρέψει στην πατρίδα του, η οικογένειά του τον πιέζει, αλλά εκείνος θέλει πρώτα να τελειώσει τη... δουλειά εδώ στην Ελλάδα και να δει τη Δικαιοσύνη να κάνει επιτέλους καλά τη δουλειά της. Στο μεταξύ στη Μανωλάδα οι φράουλες μαζεύονται συνεχώς και οι συνθήκες δεν έχουν αλλάξει για τους μετανάστες.