Προγραμματίζεται όμως η μερική αποκατάσταση της στέγης σε όλο το δυτικό πτερό του ναού και η αποκατάσταση του δυτικού τοίχου του σηκού του Παρθενώνα, όπως και η αντικατάσταση του τσιμεντένιου υπέρθυρου της γιγάντιας αρχαίας θύρας στο εσωτερικό του μνημείου. Δηλαδή, θα τοποθετηθούν επτά δοκοί (4 αρχαίοι και 3 από νέο μάρμαρο) και όλα τα φατνώματά τους πάνω από τη δυτική κιονοστοιχία (είναι αυτή που βλέπουμε αφήνοντας πίσω μας τα Προπύλαια) και την εσωτερική κιονοστοιχία του οπισθόναου, έτσι ώστε να γίνει κατανοητή από τους επισκέπτες η εικόνα που είχε ο ναός της θεάς Αθηνάς στην κλασική εποχή.

Την επέμβαση αυτή, σύμφωνα με το enet.gr, είχε δρομολογήσει στη δεκαετία του '50 ο Αναστάσιος Ορλάνδος και είχε μάλιστα κατασκευάσει με τους άριστους τεχνίτες εκείνης της εποχής τρεις ελεύθερες δοκούς, τέσσερις μεταδόκιες πλάκες και 18 φατνώματα από νέο πεντελικό μάρμαρο. Ηθελε με αυτό τον τρόπο να προστατεύσει τα γλυπτά της δυτικής ζωφόρου που ήταν ακόμη επάνω στο μνημείο (τώρα εκτίθενται στο Μουσείο της Ακρόπολης). Είχε από τότε γίνει αισθητή η διάβρωση των γλυπτών από την όξινη βροχή και τη ρύπανση της ατμόσφαιρας. Ο Ορλάνδος όμως δεν προχώρησε φοβούμενος τη στατική επάρκεια του μνημείου, καθώς οι δοκοί θα ακουμπούσαν στους κίονες του οπισθόναου που είχαν υποστεί βλάβες από τη μεγάλη πυρκαγιά του Παρθενώνα και δεν μπορούσε κανείς να ελέγξει τη συμπεριφορά τους σε έναν ενδεχόμενο σεισμό. Τα τελευταία χρόνια οι κίονες αυτοί ενισχύθηκαν με ενέματα και είναι σε θέση να σηκώσουν τέτοια φορτία, σύμφωνα με τους μελετητές του μνημείου που εισηγήθηκαν τη νέα πρόταση η οποία εγκρίθηκε ομόφωνα προχτές από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο.

Η στέγαση ή μη του Παρθενώνα ετέθη ως ερώτημα το 2013 στο διεθνές συνέδριο της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΕΣΜΑ) και οι σύνεδροι ψήφισαν με μεγάλη πλειοψηφία «υπέρ της πλήρους κάλυψης του δυτικού πτερού» όπως τόνισε ο πρόεδρος της ΕΣΜΑ Χαράλαμπος Μπούρας στο ΚΑΣ. Κι επειδή κάποια από τα μέλη του Συμβουλίου εξέφρασαν προβληματισμό για τη σκίαση των αντιγράφων γλυπτών της ζωφόρου μετά τη δημιουργία της οροφής, ο κ. Μπούρας ανέφερε πως «αν γίνει η οροφή τότε θα αντιληφθούμε κάτι που δεν γνωρίζει ίσως κανείς, ότι δηλαδή στην αρχαιότητα η ζωφόρος ήταν πάντα βαθύτατα σκιασμένη. Δηλαδή, αυτή η έννοια ενός λαμπρού γλυπτού στο φως ήταν αδιανόητη. Τώρα θα το ξανακερδίσουμε ως αίθηση». Την ίδια άποψη μας εξέφρασε και η πρώην διευθύντρια της ΥΣΜΑ Μαίρη Ιωαννίδου που έχει παρακολουθήσει την προετοιμασία αυτών των μελετών εδώ και χρόνια. Θεωρεί πως η αποκατάσταση του δυτικού πτερού θα βοηθήσει στην κατανόηση ενός τμήματος του μνημείου, θα βελτιώσει τη σεισμική συμπεριφορά του σε εκείνο το σημείο και συγχρόνως θα προστατεύσει τα αντίγραφα της ζωφόρου.

Είναι έτοιμες οι φατνωματικές πλάκες που θα ανέβουν στον Παρθενώνα. Αριστερά, σχεδιαστική αναπαράσταση της στέγασης του δυτικού πτερού 

Είναι έτοιμες οι φατνωματικές πλάκες που θα ανέβουν στον Παρθενώνα. Αριστερά, σχεδιαστική αναπαράσταση της στέγασης του δυτικού πτερού Η περιοχή αυτή στην αρχαιότητα καλυπτόταν από 7 δοκούς (όσες θα επανατοποθετηθούν) επί των οποίων εδράζονταν 18 φατνωματικές πλάκες με πλούσιο διάκοσμο, που αποτελούσαν την οροφή του πτερού. Τέσσερις από τις δοκούς σώθηκαν στη θέση τους έως το 1992, οπότε κατέβηκαν από το μνημείο για να μεταφερθεί η ζωφόρος στο μουσείο. Εκτοτε εκκρεμούσε η επανατοποθέτησή τους, κάτι που προϋπέθετε στατική ενίσχυση της περιοχής αυτής. Τη μελέτη ανέλαβαν ο αρχιτέκτων Κοσμάς Σκαρής, ο πολιτικός μηχανικός Ζαννής Κοντέας σε συνεργασία με την υπεύθυνη για τα έργα στον Παρθενώνα αρχιτέκτονα Ροζαλία Χριστοδουλοπούλου και την πολιτικό μηχανικό Αντιγόνη Βρούβα.

Στην ίδια συνεδρίαση αποφασίστηκε επίσης η αποκατάσταση του δυτικού τοίχου του σηκού του Παρθενώνα, όπως και η αντικατάσταση του τσιμεντένιου υπέρθυρου, σύμφωνα με τη μελέτη της αρχιτέκτονα Λένας Λαμπρινού και του πολιτικού μηχανικού Βασίλη Παπαβασιλείου.

Η διευθύντρια της ΥΣΜΑ Βασιλική Ελευθερίου ανέφερε στο συμβούλιο ότι «ο δυτικός τοίχος είναι ένα από τα καλύτερα διατηρούμενα μέρη του μεγάλου ναού αν και έχει υποστεί θερμικές θραύσεις τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική επιφάνειά του». Το κυριότερο πρόβλημα εντοπίζεται στο υπέρθυρο, γιατί έχει τοποθετηθεί τσιμεντένιο από τις αναστυλώσεις του Μπαλάνου (1926) και έχει διαβρωθεί. Η αποκατάστασή του, είπαν πως θα στηριχθεί στην αναλυτική περιγραφή και τεκμηρίωση του υπερθύρου (το οποίο αποτελείται από τέσσερις πλινθίδες) του Μαν. Κορρέ (1994). Ο κ. Κορρές έχει κάνει την αναπαράσταση του τρόπου στερέωσης και λειτουργίας της γιγάντιας αρχαίας θύρας, την ταύτιση και μελέτη των μαρμάρινων σπολίων με τα οποία είχε γίνει κατά την υστερορωμαϊκή περίοδο η επισκευή της μετά τη μεγάλη πυρκαγιά και τη μελέτη αποκατάστασης του υπέρθυρου. Η επέμβαση όμως λόγω άλλων προτεραιοτήτων δεν έγινε τελικά και ανατέθηκε νέα μελέτη στους Λαμπρινού και Παπαβασιλείου ώστε να διερευνηθεί η δυνατότητα συνδέσεως και συμπληρώσεως των θραυσμάτων των τριών αρχαίων πλινθίδων και μιας 4ης από νέο μάρμαρο. Το υλικό έχει ήδη εξασφαλιστεί και θα αρχίσει άμεσα η κατεργασία του.