«Ναι» είπε το Συμβούλιο της Επικρατείας στη διαδικασία απαλλαγής των μη ορθόδοξων χριστιανών μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από το μάθημα των θρησκευτικών.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, στην οποία προσέφυγαν οι γονείς μαθητών και η Ένωση Αθέων κατά της απόφασης του Υπουργείου Παιδείας, έκρινε ότι η εν λόγω διαδικασία είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και τον Γενικό Κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Η Ολομέλεια του ΣτΕ (αποφάσεις 1534 και 1536/2023) έκρινε ότι η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση δεν αντίκειται στις διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ για τη θρησκευτική ελευθερία, «δεδομένου ότι η εν λόγω αίτηση γίνεται χάριν απαλλαγής από την επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα και τον νόμο υποχρέωση παρακολούθησης του μαθήματος των θρησκευτικών».

Επιπλέον, κρίθηκε ότι η συλλογή και φύλαξη των αιτήσεων απαλλαγής από την παρακολούθηση του μαθήματος των θρησκευτικών από τον διευθυντή του σχολείου και η καταστροφή τους τρεις μήνες μετά τη λήξη του σχολικού έτους συνιστούν μεν μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία «ειδικών» δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικών με θρησκευτικές πεποιθήσεις, η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΓΚΠΔ, αλλά η επεξεργασία όμως αυτή «δεν παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας/ελαχιστοποίησης των δεδομένων, διότι διασφαλίζει την απαλλαγή για λόγους θρησκευτικής συνείδησης σε εκείνους που προβάλλουν τη σχετική αξίωση (άρθρο 13 παρ. 1 Συντ., άρθρο 9 ΕΣΔΑ), στο πλαίσιο της υποχρέωσης του κράτους για παροχή θρησκευτικής εκπαίδευσης (16 παρ. 2 Συντ.) με σεβασμό στις θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις των γονέων (άρθρο 2 ΠΠΠ ΕΣΔΑ), περιορίζεται δε σε κατάλληλα, συναφή και αναγκαία για τους σκοπούς της επεξεργασίας δεδομένα, απαραίτητα για την οργάνωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της σχολικής ζωής».