Πολιτική και Αρχαιολογία: Από τον Καραμανλή και τον Ανδρόνικο μέχρι τον Σαμαρά και την Περιστέρη
Από την Βεργίνα του 1977 στην Αμφίπολη του 2014
του Σταύρου Παπαντωνίου
Είναι δυνατόν η πολιτική και η αρχαιολογία να αποτελέσουν η μία συμπλήρωμα ή ακόμα και προέκταση της άλλης; Να λειτουργήσει η μία προς όφελος της άλλης; Τα ερωτήματα αυτά με αφορμή την πρόσφατη ανακάλυψη της Αμφίπολης έχουν έρθει με επιτακτικό τρόπο στην επικαιρότητα, αφού η πολιτική κατάσταση είναι ρευστή και η παρουσία του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, στις 12 του Αυγούστου στον εντυπωσιακό τύμβο, έγινε αφορμή για πολλές επικρίσεις, κατηγορώντας τον για προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης της ανασκαφής. Η ιστορία και το παρελθόν για μία ακόμη φορά μας βοηθά να βάλουμε κάποια πράγματα στην θέση τους. Αρκεί βέβαια να κάνουμε κάποιες γενικές παραδοχές. Ότι η Ιστορία και κατ επέκταση και η αρχαιολογία δεν μπορεί ποτέ να είναι εντελώς αντικειμενική και πάντα θα έχει μέσα υποκειμενικά στοιχεία, τα οποία οφείλει ο ιστορικός και ο αρχαιολόγος να μπορεί να απομονώσει και να βγάλει το πιο ψύχραιμα συμπεράσματα.
Ο Καραμανλής και ο Ανδρόνικος
Τα Χριστούγεννα του 1977 στην Ελλάδα γινόταν μία μικρή «επανάσταση». Χωρίς τα Μέσα Ενημέρωσης να είναι τόσα πολλά και χωρίς να υπάρχει το διαδίκτυο και τα social media, η Ελλάδα βρίσκεται για πολλές ημέρες στην πρώτη σελίδα των εφημερίδων όλου του κόσμου. Ο καθηγητής Μανόλης Ανδρόνικος κι η ομάδα του, στις 8 Νοεμβρίου, είχαν βρεθεί μπροστά σε ένα αρχαιολογικό εύρημα, που προκάλεσε παγκόσμια συγκίνηση και κινητοποίηση της επιστημονικής κοινότητας.
Τα νέα τις επόμενες εβδομάδες έκαναν τον γύρο του κόσμου. Ο Μανόλης Ανδρόνικος βρέθηκε μπροστά σε έναν ασύλητο μακεδονικό τάφο και μέσα υπήρχε μία ολόχρυση λάρνακα με τα οστά του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου, του πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πρωθυπουργός ο Κωνσταντίνος Καραμανλής , ο οποίος παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις.
Εκτός απ το γεγονός της προσωπικής φιλίας του Καραμανλή με τον σπουδαίο αρχαιολόγο, ο πρωθυπουργός όπως λένε τα ρεπορτάζ της εποχής ζητούσε καθημερινά ενημέρωση για την εξέλιξη της ανασκαφής. Όπως μάλιστα αποκαλύπτεται στο βιβλίο το «Χρονικό της Βεργίνας», Αθήνα 1977 σελ 172-173, αμέσως πριν από τη δημόσια ανακοίνωση της ανακάλυψης του ασύλητου «τάφου του Φιλίππου», ο αρχαιολόγος επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τσάτσο και τον πρωθυπουργό Καραμανλή, για να συζητήσει μαζί τους το περιεχόμενο των αποκαλύψεων. Μάλιστα οι πληροφορίες της εποχής λέει πως ο Ανδρόνικος την ημέρα της ανακάλυψης της χρυσής λάρνακας, τηλεφώνησε πρώτα στον Καραμανλή και ο ίδιος ο πρωθυπουργός του είπε «προχώρα τώρα», εννοώντας τις ανακοινώσεις.
Η δήλωση του Μανόλη Ανδρόνικου το πρωινό της 24ης Νοεμβρίου 1977, σφράγισε τη μοίρα αυτής της ανακάλυψης και άλλαξε τα δεδομένα της αρχαιολογικής έρευνας. Μετά από εκείνη την ημέρα τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο. Στις 24 Νοεμβρίου, ο Ανδρόνικος κάνει την ανακοίνωση της ανακάλυψης στην αίθουσα Τελετών του παλαιού κτιρίου της Φιλοσοφικής του ΑΠΘ. Μεταξύ των ακροατών είναι και δημοσιογράφοι. Δεν έχει προηγηθεί καμία ανακοίνωση στον Τύπο, καθώς οι αρχαιολόγοι κρατούν μέχρι εκείνη την ώρα σαν επτασφράγιστο μυστικό την παγκόσμιας σημασίας ανακάλυψη.
Αποκαλυπτικά για την σχέση του Καραμανλή με την αρχαιολογία είναι και τα όσα γράφει ο καθηγητής αρχαιολογίας Δημήτριος Παντερμαλής, για την «εμπλοκή» του μακεδόνα πολιτικού στις εν γένει ανασκαφές του βορειοελλαδικού χώρου:
«Μου είχε κάνει πάρα πολλή εντύπωση ο πραγματικά συστηματικός τρόπος με τον οποίο αντιμετώπιζε το θέμα. Οργάνωνε τακτικές συσκέψεις, ζητούσε να του παρουσιάζουμε με σαφή και σύντομο τρόπο την πορεία των εργασιών και τους επόμενους στόχους, και στη συνέχεια πραγματοποιούσε επιτόπια επίσκεψη. [.] Κι όχι μόνον αυτό. Θυμόταν πάντα όλα τα προβλήματα της προηγούμενης χρονιάς, πριν τα απαριθμήσουμε εμείς, ή εάν τα απαριθμούσαμε και αφήναμε κανένα απ' έξω, για να μην τον επιβαρύνουμε, έλεγε: «Τι έγινε μ' εκείνο, προχωρήσατε εκεί;»» («Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η Βόρεια Ελλάδα», Αθήνα 2006, σ. 147)
Η μυστική μεταφορά της Λάρνακας
Υπάρχει ωστόσο μία μεγάλη διαφορά στο τότε χρονικό με τα όσα συμβαίνουν σήμερα, η οποία δείχνει και τον διακριτικό τρόπο με τον οποίο έχει χειριστεί το θέμα ο πρωθυπουργός. Το υπουργείο Πολιτισμού τότε δεν εμπλεκόταν, όπως τώρα. Η ανασκαφή της Βεργίνας ήταν πανεπιστημιακή με χρηματοδότηση από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Στην ανασκαφή εμπλεκόταν και η αρμόδια ΙΣΤ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και η επικεφαλής, η αείμνηστη αρχαιολόγος Μαίρη Σιγανίδου. Η Σιγανίδου είναι παρούσα στις μεγάλες στιγμές. Στις 8 Νοεμβρίου, ημέρα κατά την οποία ο Ανδρόνικος και οι συνεργάτες εισέρχονται στον τάφο του Φιλίππου, η Μαίρη Σιγανίδου ήταν εκεί. Ακόμη και η στιγμή της μεταφοράς της λάρνακας στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης γίνεται ήσυχα. Κανείς δεν ήξερε ότι το μικρό κονβόι των τριών αυτοκινήτων που ξεκίνησε από τη Βεργίνα με προορισμό τη Θεσσαλονίκη, είχε μέσα τα οστά του Φιλίππου και μία ανεκτίμητης αξίας μακεδονική λάρνακα. Στο ένα είναι ο Ανδρόνικος που μεταφέρει τη λάρνακα με το αυτοκινητάκι του, στο δεύτερο η Μαίρη Σιγανίδου, στο τρίτο, συνεργάτες, μέλη της ομάδας του. Ο Ανδρόνικος σκέφτηκε να ενημερώσει τη Χωροφυλακή Βέροιας, αλλά τελικά, δεν το έκανε φοβούμενος «διαρροές», κάτι που αποτυπώνει την μυστικότητα των ιστορικών στιγμών του πρώτου ταξιδιού μετά από 23 αιώνες των οστών του Μακεδόνα βασιλιά.
Από την Βεργίνα και τον Καραμανλή στον Σαμαρά και την Αμφίπολη
Στις 12 Αυγούστου του 2014 ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς πάει στην Αμφίπολη και κάνει δηλώσεις με φόντο τις Σφίγγες. Από την ημέρα εκείνη ξεκινάει ένα πραγματικό μπαράζ δημοσιότητας για την Αμφίπολη, με πολλούς να κατηγορούν τον πρωθυπουργό ότι βιάστηκε και πήγε να δώσει πολιτικές προεκτάσεις μέσα στο κατακαλόκαιρο σε ένα αρχαιολογικό εύρημα. Ο Σαμαράς όμως δεν έκανε τίποτα άλλο, από όσα έκανε ο Καραμανλής με την Βεργίνα. Η σχέση του εξάλλου με την κυρία Περιστέρη ξεκινάει από την εποχή που ήταν υπουργός Πολιτισμού και είχε επισκεφτεί το μουσείο της Αμφίπολης. Το ενδιαφέρον δε, που έδειξε όταν το μνημείο άρχισε να αποκαλύπτεται ήταν μάλλον το αυτονόητο για τον πρωθυπουργό της χώρας. Οι δηλώσεις του λίγο καιρό αργότερα στη ΔΕΘ , περί οριστικής απόδειξης της ελληνικότητας της Μακεδονίας, φούντωσαν ξανά τις επιθέσεις εναντίον του, περί πολιτικής εκμετάλλευσης του θέματος και αρχίζουν οι συγκρίσεις με την εποχή Καραμανλή Ανδρόνικου, χωρίς αυτοί που κατηγορούν τον νυν πρωθυπουργό να γνωρίζουν τα παρασκήνια της εποχής και στην στενή σχέση του ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας με τον αρχαιολόγο.
Ο Σαμαράς όπως αποδεικνύεται από τα όσα έγιναν το όχι και τόσο μακρυνό 1977, δεν κάνει κάτι διαφορετικό από ότι έκανε ότι και Κωνσταντίνος Καραμανλής. Παρακολουθεί τις εξελίξεις, ενημερώνεται και κάνει πολύ προσεκτικά δημόσιες παρεμβάσεις όταν το κρίνει. Οι καλά γνωρίζοντες μάλιστα τον πρωθυπουργό λένε πως το ενδιαφέρον του για την Ιστορία δεν είναι παρά μία συνήθεια που έχει από τα νεανικά του χρόνια. Δεν είναι υποκριτικό. Και αν κάτι δεν μπορεί να του καταλογίσει κανείς είναι ότι δεν γνωρίζει από Ιστορία. Οι αναφορές του εξάλλου στην ιστορικότητα, είναι συχνές στους δημόσιους λόγους του. Ο Σαμαράς όλο το προηγούμενο διάστημα έχει κρατήσει μία πολύ προσεκτική και υπεύθυνη στάση στο θέμα της Αμφίπολης. Ασχολείται όσο πρέπει δημόσια, ενώ ζητά , όπως λένε οι πληροφορίες να μάθει όλες τις λεπτομέρειες από τα όσα συμβαίνουν στην μικρή μακεδονική κωμόπολη. Δεν συμβαίνει άλλωστε σε κάθε πρωθυπουργό επί των ημερών του να ξαναγράφεται η Ιστορία. Γιατί αυτό συμβαίνει στην Αμφίπολη. Παίρνουμε ξανά χαρτί και μολύβι. Και στο τέλος μπορεί να βρεθούμε μπροστά σε μία ανακάλυψη που ίσως όμοια της δεν έχει ξαναγίνει. Ο Σαμαράς είναι σε θέση να αντιληφθεί το μέγεθος, όπως ήταν και ο Καραμανλής. Αυτό δεν συνιστά πολιτική εκμετάλλευση. Συνιστά αντίληψη των μεγεθών της ιστορίας. Και όταν η αληθινή ιστορία χτυπά την πόρτα , ο πρωθυπουργός της χώρας έχει χρέος να την ανοίξει.