Τη ρητή και κατηγορηματική θέση της Εκκλησίας ότι δεν μπορεί να αποδεχθεί τον «ομοφυλοφιλικό γάμο» θα περιλαμβάνει η εγκύκλιος που θα διαβαστεί την Κυριακή στους ιερούς ναούς της χώρας, με βάση τις σχετικές αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου στον απόηχο του νομοσχεδίου για τα ομόφυλα ζευγάρια.

Στο κείμενο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι «η Θεολογία της Εκκλησίας για τον Γάμο απορρέει από την Αγία Γραφή, τη διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας και τη διάταξη του Μυστηρίου του Γάμου», επισημαίνεται ότι «η δυαδικότητα των δύο φύσεων και η συμπληρωματικότητά τους δεν αποτελούν κοινωνικές επινοήσεις, αλλά παρέχονται από τον Θεό», ενώ τονίζεται ότι με το εν λόγω νομοσχέδιο προωθείται η κατάργηση της πατρότητας και της μητρότητας και η μετατροπή τους σε ουδέτερη γονεϊκότητα.
«Η χριστιανική παραδοσιακή οικογένεια αποτελείται από πατέρα, μητέρα και παιδιά και σε αυτή την οικογένεια τα παιδιά αναπτύσσονται, γνωρίζοντας τη μητρότητα και την πατρότητα, που θα είναι απαραίτητα στοιχεία στη μετέπειτα εξέλιξή τους», υπογραμμίζεται.
Σημειώνεται δε ότι η Εκκλησία είναι υπέρ των δικαιωμάτων των ανθρώπων αλλά όχι της θεοποίησής τους, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Απόδεχόμαστε, βέβαια, τα δικαιώματα των ανθρώπων τα οποία κινούνται σε επιτρεπτά όρια, σε συνδυασμό με τις υποχρεώσεις τους, αλλά η νομιμοποίηση του απολύτου “δικαιωματισμού”, που είναι θεοποίηση των δικαιωμάτων, προκαλεί την ίδια την κοινωνία».

 
Εκκλησία: "Yιοθεσία παιδιών"

Ειδική αναφορά γίνεται και στην «υιοθεσία παιδιών», με τους ιεράρχες να επισημαίνουν στο κείμενό τους ότι η πρόβλεψη αυτή «καταδικάζει τα μελλοντικά παιδιά να μεγαλώνουν χωρίς πατέρα ή μητέρα σε ένα περιβάλλον σύγχυσης των γονεϊκών ρόλων, αφήνοντας δε ανοικτό παράθυρο για τη λεγόμενη «παρένθετη κύηση» που θα δώσει κίνητρα «για την εκμετάλλευση ευάλωτων γυναικών» και αλλοίωση του ιερού θεσμού της οικογενείας. Όλα αυτά η Εκκλησία, η οποία πρέπει να εκφράζει το θέλημα του Θεού και να καθοδηγεί ορθόδοξα τα μέλη της, δεν μπορεί να τα αποδεχθεί, διότι διαφορετικά θα προδώσει την αποστολή της. Και το κάνει αυτό όχι μόνο από αγάπη στα μέλη της, αλλά από αγάπη και στην ίδια την Πολιτεία και τους θεσμούς της, ώστε να προσφέρουν στην κοινωνία και να συντελούν στην ενότητά της».

Παράλληλα, αν και τα μέλη της Ιεράς Συνόδου ξεκαθαρίζουν στο κείμενο ότι «η Εκκλησία ούτε συμπολιτεύεται ούτε αντιπολιτεύεται», σημειώνουν ταυτόχρονα ότι «η Εκκλησία έχει ιδιαίτερο λόγο που πρέπει να γίνει σεβαστός». Η ανακοίνωση προσθέτει ότι «στο θέμα του λεγομένου “πολιτικού γάμου των ομοφυλοφίλων” η Ιερά Σύνοδος όχι μόνον δεν μπορεί να σιωπήσει, αλλά πρέπει να ομιλήσει, από αγάπη και φιλανθρωπία σε όλους» και καταλήγει: «Όχι μόνο ο λεγόμενος “γάμος των ομοφυλοφίλων” είναι ανατροπή του Χριστιανικού Γάμου και του θεσμού της πατροπαράδοτης ελληνικής οικογένειας, αλλάζοντας το πρότυπό της, αλλά και διότι η ομοφυλοφιλία έχει καταδικαστεί από τη σύνολη εκκλησιαστική παράδοση, αρχής γενομένης από τον Απόστολο Παύλο (Ρωμ. α', 2432), και αντιμετωπίζεται με τη μετάνοια, η οποία είναι αλλαγή τρόπου ζωής».