Κατακόρυφη αύξηση παρουσιάζουν τα τρία τελευταία χρόνια οι περιπτώσεις ανήλικων παιδιών που έχουν εθιστεί στα τυχερά παιχνίδια και πάση θυσία αναζητούν χρήµατα, προκειµένου να ικανοποιήσουν το «πάθος» τους.

Τα περιστατικά παρουσίασαν τεράστια άνοδο την περίοδο της καραντίνας και έκτοτε τα καταγγελθέντα κρούσµατα εµφανίζουν δραµατική αύξηση. Εκατοντάδες οικογένειες έχουν ζητήσει βοήθεια τον τελευταίο καιρό από εξειδικευµένους οργανισµούς για την αντιµετώπιση του εθισµού των παιδιών τους στον αποκαλούµενο ηλεκτρονικό τζόγο, µια κατάσταση σχετικά καινούργια για τα ελληνικά χρονικά.

Αυτό που προκύπτει από τις µελέτες των ειδικών είναι πως ανήλικοι από 13 ετών και άνω κατεβάζουν εφαρµογές στα κινητά τους τηλέφωνα ή τους υπολογιστές τους, χρησιµοποιούν ψεύτικα στοιχεία ή στοιχεία των γονιών τους και ποντάρουν καθηµερινά σε τυχερά παιχνίδια. Για να συµβεί όµως αυτό χρειάζονται χρήµατα και αυτά τα βρίσκουν είτε κλέβοντας από το... οικογενειακό πορτοφόλι είχε ληστεύοντας άλλους ανήλικους. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των νεαρών που για καιρό εκβίαζαν µε ξυλοδαρµούς και κακοποιήσεις έναν ανήλικο, ο οποίος για να γλιτώσει τα χειρότερα τους είχε πληρώσει συνολικά 500 ευρώ. Τα χρήµατα αυτά οι δράστες, όπως οµολόγησαν, τα έπαιξαν σε τυχερά παιχνίδια.

Εξαρση των επιθέσεων

Σύµφωνα µε τις µελέτες ειδικών στην Ελλάδα αναφορικά µε τον εθισµό των νέων στα τυχερά παιχνίδια, προκύπτει πως αγόρια κυρίως, κατά 80%, δαπανούν χρήµατα για στοιχήµατα σε αγώνες ποδοσφαίρου, µπάσκετ, σπανιότερα πετοσφαίρισης, σε διαδικτυακά καζίνα και χαρτοπαικτικές λέσχες, ακόµα και σε ιπποδροµίες.

Οπως αναφέρουν αξιωµατικοί του Τµήµατος Ανηλίκων της Ασφάλειας Αττικής, υπάρχει έξαρση στις επιθέσεις ανηλίκων σε συνοµήλικούς τους. Οι δράστες, όπως προκύπτει από τις καταθέσεις των ίδιων, ψάχνουν το εύκολο χρήµα για να ικανοποιήσουν τις «ακριβές» ορέξεις τους: νυχτερινές εξόδους σε µαγαζιά, αγορά κινητών τηλεφώνων και υπολογιστών, αλλά και στοιχήµατα σε τυχερά παιχνίδια. Τα κρούσµατα πέρυσι αλλά και το 2022 παρουσιάζουν σηµαντική άνοδο και παρά τις αυξηµένες περιπολίες των αστυνοµικών στους χώρους όπου καταγράφονται τα περισσότερα περιστατικά, οι δράστες απλώς αλλάζουν στέκια συνεχίζοντας το έργο τους.

Από πού ξεκινά

Αυτό που επισηµαίνουν οι αστυνοµικοί αλλά και ειδικοί της ψυχικής υγείας είναι πως οι γονείς δεν αντιλαµβάνονται έγκαιρα τα σηµάδια του εθισµού των παιδιών τους στα τυχερά παιχνίδια ή και την παραβατικότητα. Αυτό βέβαια συµβαίνει γιατί έχουν χαθεί οι σχέσεις ανάµεσα στα µέλη των οικογενειών. Οσο πιο σύντοµα αντιληφθούν οι γονείς το πρόβληµα τόσο πιο εύκολη θα είναι η αντιµετώπιση της κατάστασης.

Είναι δύσκολο για έναν παθιασµένο παίκτη, ειδικά σε νεαρή ηλικία, να κόψει µια τέτοια συνήθεια. ∆υστυχώς, ακόµη και όταν αντιληφθούν ότι υπάρχει πρόβληµα, οι γονείς δεν επιλέγουν τη βοήθεια ενός ειδικού, αλλά προσπαθούν χωρίς επιτυχία να αντιµετωπίσουν τον εθισµό του παιδιού τους. Τα τηλεφωνήµατα στα γραφεία της ΕΛ.ΑΣ. για εθισµένα παιδιά είναι σχεδόν καθηµερινά, πλην όµως η Αστυνοµία δεν είναι αρµόδια για την αντιµετώπιση αυτών των περιστατικών. Αντ’ αυτού, υπάρχουν υπηρεσίες και οργανισµοί οι οποίοι διαθέτουν εξειδικευµένες µονάδες απεξάρτησης, αποτελούµενες από ειδικά εκπαιδευµένους επιστήµονες.

Σύµφωνα µε τον κοινωνιολόγο του ΚΕΘΕΑ, δρα Γρηγόρη Γεράσιµο Παπαναστασάτο, το πρόβληµα είναι πολυσύνθετο: «Σαφώς αυξηµένα είναι τα περιστατικά που καλούµαστε να διαχειριστούµε τα τελευταία χρόνια στο ΚΕΘΕΑ από ανήλικους, που εµφανίζουν εξαρτήσεις από τυχερά παιχνίδια. Αποµονωµένοι όπως ήµασταν κατά την καραντίνα, αναζητήσαµε διεξόδους στο ∆ιαδίκτυο, πολλών ειδών δραστηριότητες, µεταξύ αυτών και τα τυχερά παιχνίδια. Τα τυχερά παιχνίδια δεν είναι καινούργια ιστορία, µετρά αρκετά χρόνια στη χώρα.

Ο τζόγος ευδοκιµεί σε περιόδους οικονοµικής κρίσης, διαµορφώνει φρούδες ελπίδες για κέρδος, φτιάχνει µια αντίληψη ότι εγώ θα κερδίσω, σε µια κοινωνία που θέλω πολλά, τα θέλω τώρα. Μια τέτοια αντίληψη φτιάχνει στάσεις και επιθυµίες, φτιάχνει ανθρώπους που εύκολα θα εθιστούν στα τυχερά παιχνίδια. Το ∆ιαδίκτυο βοηθά, διότι δεν χρειάζεται να πάω στο µαγαζί της γειτονιάς, δεν χρειάζεται να πάω στον λαχειοπώλη να αγοράσω. Τα παιδιά είναι απλώς µιµητές όσων κάνουν οι ενήλικοι. Ενα παιδί που έχει µεγαλώσει σε µια οικογένεια που δεν παίζει τζόγο είναι σπάνιο να αρχίσει τον τζόγο.

Στο ερώτηµα πού βρίσκει τα χρήµατα, η απάντηση είναι απλή. Πρώτ’ απ’ όλα θα παίξει το χαρτζιλίκι του αγοράζοντας προπληρωµένες κάρτες. Θα παίξει ίσως και µε την κάρτα του µπαµπά γιατί έµαθε πώς να τη χειρίζεται. Αυτό συµβαίνει αρκετά συχνά σε οικογένειες όπου είτε δεν υπάρχει επίπεδο µόρφωσης είτε είναι χαµηλό. Για να αντιµετωπιστεί το πρόβληµα, εµείς δεν παίρνουµε τον ανήλικο και συζητάµε µαζί του. Απαιτούµε και την παρουσία των γονιών. Το πρόβληµα ξεκινά από την οικογένεια και το πρόβληµα δεν είναι µόνο ο τζόγος, είναι ένα σύνολο δυσλειτουργιών που αποκαλύπτεται µέσω του τζόγου. Ο υποστηρικτικός µηχανισµός του προγράµµατος δεν απαιτεί µόνο τον πιτσιρικά. Αυτός είναι το µήνυµα ότι η οικογένεια έχει χάσει λίγο τη συνοχή».

* Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής