Δύο διαφορετικές όψεις προοιωνίζονται για τη θερινή σεζόν του 2024, όσον αφορά την τουριστική κίνηση. Με παρακαταθήκη τη χρονιάρεκόρ, αυτήν του 2023, είναι σαφές πως ο πήχης είναι υψηλότερος από ποτέ. Ωστόσο, µετά και τα πρώτα στοιχεία, έπειτα και από τα δείγµατα που έδωσε το α’ τρίµηνο, δεν είναι ουτοπικό να µιλάµε για µια σεζόν που ενδεχοµένως να ξεπεράσει σε έσοδα από τους τουρίστες του εξωτερικού ακόµα και την επιτυχηµένη περσινή χρονιά. Από την έρευνα των «Π», όµως, διακρίνεται και µια άλλη διάσταση, καθώς κάθε άλλο παρά χαρµόσυνα είναι τα µηνύµατα για τις κορωνίδες του ελληνικού τουρισµού: τη Μύκονο και τη Σαντορίνη.

Παράλληλα, το φαινόµενο της υπερπροσφοράς σε καταλύµατα σε συγκεκριµένους προορισµούς, όπως η Ρόδος, ενδεχοµένως να προκαλέσει ανωµαλίες στη διάχυση των συναλλαγµατικών πόρων και µεσοπρόθεσµα να επηρεάσει τόσο την ισότητα στον ανταγωνισµό όσο και εντέλει την ποιότητα των υπηρεσιών που θα παρέχονται στους επισκέπτες. 

«Το 2023 ήταν η καλύτερη χρονιά µέχρι τώρα», λέει ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου του Συνδέσµου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), Ηλίας Κικίλιας, στα «Π». «Το 2019 (σ.σ.: προηγούµενη χρονιά-ορόσηµο) τα έσοδα ανέρχονταν στα 18,2 δισ. ευρώ. Το 2023 φτάσαµε στα 20,4 δισ. ευρώ», συµπληρώνει και τονίζει: «Από τις ενδείξεις που έχουµε µέχρι σήµερα, άνευ απροόπτου, θα έχουµε µια εξίσου, αν όχι καλύτερη, χρονιά για τον τουρισµό από αυτήν που είχαµε πέρυσι. Αυτό φαίνεται µέχρι τώρα». Ο κ. Κικίλιας συνεχίζει εξειδικεύοντας τις εκτιµήσεις αναφερόµενος στα αριθµητικά στοιχεία που έχει συλλέξει η Τράπεζα της Ελλάδος:

«Μόνο για τον Ιανουάριο είχαµε µια αύξηση 16% στις αφίξεις και 27% στις εισπράξεις. Σηµειώνουµε, όµως, πως ο Ιανουάριος αποτελεί µόνο το 2%-2,5% επί του συνολικού τζίρου του έτους. Οσον αφορά τις προβλέψεις ενόψει της θερινής σεζόν, εκεί συνεκτιµούµε τις κρατήσεις που έχουν κάνει οι αερογραµµές. Σε σχέση µε πέρυσι έχουµε µια αύξηση της τάξεως περίπου του 10%. Τον Απρίλιο και τον Μάιο αυτή η αύξηση είναι από 13% έως 16%, µια σηµαντική εξέλιξη, διότι έχει να κάνει µε τη διεύρυνση της σεζόν, ενώ τον Σεπτέµβριο η αύξηση είναι γύρω στο 12%».

Καλώς ήρθε το δολάριο

Η µεγάλη ελπίδα, όµως, για την κατάρριψη του περσινού ρεκόρ φέρει τα χρώµατα της αστερόεσσας. Οι Αµερικανοί ετοιµάζονται για τουριστική απόβαση στη χώρα, καθώς η αύξηση στις κρατήσεις των αερογραµµών ξεπερνά το 27% σε σχέση µε πέρυσι: «Οπως γνωρίζουµε, οι εισερχόµενοι επισκέπτες από τις ΗΠΑ είναι high spenders, καθώς διαµένουν και µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα στη χώρα µας».

Πολύ σηµαντικές για την ανάπτυξη του τουρισµού στη Βόρεια Ελλάδα είναι οι οδικές αφίξεις, κυρίως από την Τουρκία και τα Βαλκάνια. Ο κ. Κικίλιας βλέπει ενισχυµένους τους σχετικούς δείκτες, χωρίς όµως να φτάνουµε ακόµη το ρεκόρ του 2019 στη συγκεκριµένη κατηγορία, δηλώνοντας: «Το πρώτο τρίµηνο, τη λεγόµενη χειµερινή σεζόν, είχαµε αύξηση αφίξεων που εκτιµάται από εµάς γύρω στο 12% σε σχέση µε το 2023 και είχαµε αύξηση στο πρώτο δίµηνο στις οδικές αφίξεις. Πέρυσι, παρ’ όλα τα ρεκόρ, οι οδικές αφίξεις δεν ανέκαµψαν στα επίπεδα του 2019». Πάντως, επιφυλάσσεται για καλύτερες ηµέρες για τους Βορειοελλαδίτες τουριστικούς παράγοντες, καθώς προσµένει την είσοδο της Βουλγαρίας και της Ρουµανίας στη Συµφωνία του Σένγκεν. «Αυτό είναι κάτι που σηµαίνει πως θα διευκολυνθεί η πρόσβασή τους τόσο οδικώς όσο και αεροπορικώς», συµπληρώνει.

Αλλωστε, η Βόρεια Ελλάδα το 2019 κέρδισε περί τα 3,6 δισ. ευρώ από αυτές τις αφίξεις, ποσό που αγγίζει το 10% των συνολικών εσόδων από τον εισερχόµενο τουρισµό. ∆εν δίστασε, όµως, να εκφράσει την απογοήτευσή του για την κατάσταση των τελωνειακών σταθµών: «Είναι σε πολύ άσχηµη κατάσταση. Είναι υποστελεχωµένοι, έχουν απαρχαιωµένη οργάνωση και υποδοµές.

Είναι ένα θέµα που επηρεάζει τον τουρισµό στη Βόρεια Ελλάδα. Μπορεί να πρόκειται για έναν τουρισµό χαµηλότερης δαπάνης, ωστόσο είναι κρίσιµος για τις εκεί περιοχές και πληθυσµούς».

Πτώση

Το 2023 συζητήθηκε εντόνως η πτωτική τάση της τουριστικής κίνησης σε Μύκονο και Σαντορίνη. Οι εξωφρενικά υψηλές τιµές, η αλλοίωση της ταυτότητας των νησιών, η απρόσωπη εξυπηρέτηση των επισκεπτών έχουν αποκόψει τα δύο πετράδια του τουριστικού στέµµατος της χώρας από την αναπτυξιακή πορεία σχεδόν όλων των υπόλοιπων περιοχών της Ελλάδας. Παράγοντες του ελληνικού τουρισµού σηµειώνουν στα «Π» πως, ενώ τα µηνύµατα που έρχονται από την Κρήτη, τα ∆ωδεκάνησα, τις υπόλοιπες Κυκλάδες και τη Χαλκιδική αφήνουν µια θετική αίσθηση, το ίδιο δεν ισχύει, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, για τη Μύκονο και τη Σαντορίνη.

Σε επίπεδο ζήτησης από τους επισκέπτες του εξωτερικού που επιθυµούν να επισκεφθούν απευθείας τα δύο νησιά, παρατηρείται πτώση της τάξεως του 9% και 3%, αντίστοιχα. Αυτά τα στοιχεία, πάντως, δεν αποκλείουν το ενδεχόµενο παρουσίας επισκεπτών στη Μύκονο και τη Σαντορίνη, µε τη βάση τους, όµως, να βρίσκεται σε άλλη τοποθεσία της χώρας.

Οι αφανείς κίνδυνοι, ο ανταγωνισµός και η αλλοίωση της ταυτότητας

Παρά τις αισιόδοξες εκτιµήσεις, η επανάπαυση καραδοκεί και οι κίνδυνοι µπορεί να µη διακρίνονται διά γυµνού οφθαλµού, ωστόσο κρύβονται πραγµατικά στην επόµενη γωνία. Ο ανταγωνισµός από άλλες χώρες της Μεσογείου, οι αναπτυσσόµενες χώρες των Βαλκανίων, οι αυξηµένες τιµές, η αλλοίωση της ταυτότητας, αλλά και το… Airbnb αποτελούν µόνο µερικά από τα ζητήµατα που θα πρέπει να τεθούν επί τάπητος. ∆εν είναι διόλου τυχαίο, πάντως, ότι αρκετοί παράγοντες του τουρισµού επισηµαίνουν στα «Π» πως εδώ και δεκαετίες η Ελλάδα αρνείται να σχηµατίσει µια ενιαία και µακροπρόθεσµη στρατηγική για την προάσπιση του ανεκτίµητου τουριστικού προϊόντος της.

Αυστηρή προϋπόθεση, προκειµένου να εξασφαλιστεί πως τα διαδοχικά τουριστικά ρεκόρ δεν αποτελούν µια εφήµερη κατάσταση, είναι η ανάγνωση του ανταγωνισµού: «Το άλλο θέµα στο οποίο πρέπει να δώσουµε έµφαση είναι πως, πέρα από την Κροατία, η οποία αποτελούσε σηµαντικό ανταγωνιστή, έχουµε ακόµα έναν, ο οποίος αναπτύσσεται σηµαντικά. Πρόκειται για την Αλβανία.

Εχουµε επίσης ανταγωνιστές που είναι δυνατοί, χώρες της Μεσογείου που είναι σαφώς πιο ανεπτυγµένες χώρες. ∆εν είµαστε µόνοι µας», σηµειώνει ο Ηλίας Κικίλιας. Το πιο σηµαντικό ζήτηµα, όµως, είναι η διατήρηση της ταυτότητάς µας. Της ελληνικής φιλοξενίας: «Είναι και το µεγάλο µας ανταγωνιστικό στοιχείο και φυσικά τα ζητήµατα της βιωσιµότητας, τα οποία είναι πιο µακροπρόθεσµα, ωστόσο αρχίζουν να παίζουν µεγαλύτερο ρόλο στη διαµόρφωση της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού προϊόντος».


Η άλλη όψη

Συµφωνούν όλοι πως η παράδοση των ηνίων του ελληνικού τουρισµού στις θηριώδεις ξενοδοχειακές µονάδες και στην εξάλειψη της προσωπικής επαφής µε τους εισερχόµενους επισκέπτες είναι η συνταγή που θα ρίξει µεσοπρόθεσµα το καράβι του τουρισµού στα βράχια. Ο πρόεδρος της Συνοµοσπονδίας Επιχειρηµατιών Τουριστικών Καταλυµάτων Ελλάδος (ΣΕΤΚΕ), Παναγιώτης Τοκούζης, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου µιλώντας στα «Π». Αφενός δεν αµφισβητεί τους δείκτες,
αφετέρου διαπιστώνει τη συρρίκνωση της τουριστικής περιόδου για τα ενοικιαζόµενα δωµάτια.

∆εν είναι τυχαίο πως για τον νευραλγικό κλάδο του η καλύτερη σεζόν ήταν αυτή του 2022: «Μπορεί οι δείκτες να δείχνουν αυξήσεις, ωστόσο στην πραγµατικότητα τα ενοικιαζόµενα καταλύµατα σε όλη τη χώρα δεν “εισέπραξαν” ουσιαστικά κάποιον θετικό αντίκτυπο. Και φέτος διαπιστώνεται από τις κρατήσεις πως δεν είναι η σεζόν που περιµένουµε. Τα µηνύµατα που έχουµε για τον Μάιο και τον Ιούνιο δεν είναι µηνύµατα µιας πολύ καλής σεζόν. Τουλάχιστον µέχρι αυτή τη στιγµή».

Ο Ροδίτης επιχειρηµατίας παρατηρεί πως η ανεξέλεγκτη προσφορά σε καταλύµατα (σ.σ.: αλόγιστες επεκτάσεις ξενοδοχειακών µονάδων) αλλά και η παντελής απουσία ελέγχων στα καταλύµατα βραχυχρόνιας µίσθωσης θέτουν σε κίνδυνο τους κανόνες ανταγωνισµού, την ποιότητα των παρεχόµενων υπηρεσιών, αλλά και αποπροσωποποιούν την εικόνα των Ελλήνων προς τους επισκέπτες: «Η TUI µάς λέει ότι περιµένει 10% αύξηση. ∆εν µας λέει, όµως, πόσο θα µείνουν οι επισκέπτες.

∆εν θα πρέπει να βλέπουµε µόνο τις αφίξεις. Να κοιτάµε και πόσες ηµέρες “κλείνονται” από κάθε επισκέπτη. Πρέπει να δούµε την πραγµατική εικόνα», τονίζει και συµπληρώνει: «Αυτή τη στιγµή οι κρατήσεις βρίσκονται περίπου στα ίδια επίπεδα µε πέρυσι», όπου, σηµειωτέον, τα ενοικιαζόµενα δωµάτια δούλεψαν µεσοσταθµικά καθ’ όλη τη διάρκεια της καλοκαιρινής σεζόν στα δύο πέµπτα της συνολικής τους δυναµικής. «Εχουµε πολλές κλίνες. Υπάρχει υπερπροσφορά σε συγκεκριµένες περιοχές. Υπάρχει κορεσµός εδώ και κάποια χρόνια. Μόνο στη Ρόδο, το 2001 είχαµε 90.000 κλίνες. Τώρα έχουµε πάνω από 200.000», λέει στα «Π », για να εισφέρει το εντυπωσιακό στατιστικό.


Airbnb

Επιπροσθέτως, ο κ. Τοκούζης εγείρει ζητήµατα υγιεινής και ασφάλειας, όπως αυτά απορρέουν από το πλαίσιο που διέπει τα καταλύµατα Airbnb: «Το 2016 ήµασταν ο µόνος φορέας που φώναζε για το Airbnb. Τώρα, όµως, που κατάλαβαν πως επλήγησαν όλοι οι πάροχοι καταλυµάτων, είναι αργά. Αντιµετωπιζόµαστε µε δύο µέτρα και δύο σταθµά. Και αυτό δεν αφορά µόνο τους ιδιοκτήτες των ενοικιαζόµενων δωµατίων, οι οποίοι καλούµαστε να περνάµε από δεκάδες ελέγχους, την ώρα που οι ιδιοκτήτες Airbnb δεν περνούν από κανέναν. Σε ένα ενοικιαζόµενο τουριστικό κατάλυµα όπου υπάρχει πισίνα, παραδείγµατος χάριν, ακόµα και βάθους ενός µέτρου, χρειάζονται συγκεκριµένες άδειες, όπως και ναυαγοσώστης, µε πολύ αυστηρά κριτήρια. Αντίθετα, στον ανταγωνιστή µας, ο οποίος είναι η βραχυχρόνια µίσθωση, δεν απαιτείται το παραµικρό. Ούτε καν ανάλυση νερού», καταλήγει






* Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 13/4