Ένοχοι χωρίς ενοχές για τη Marfin - Ο τιτάνιος αγώνας των οικογενειών για τη δικαίωση
Δεκαπέντε χρόνια μετά
Εκκωφαντική σιωπή τυλίγει τον φονικό εμπρησμό της Marfin την 5η Μαΐου 2010, με τους δολοφόνους να κυκλοφορούν ελεύθεροι και τους συγγενείς των θυμάτων να ζητούν δικαίωση

Δεκαπέντε χρόνια μετά τον φονικό εμπρησμό με βόμβες Μολότοφ του υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου, με αποτέλεσμα τον θάνατο της εγκύου Αγγελικής Παπαθανασοπούλου και των δύο συναδέλφων της, Επαμεινώνδα Τσάκαλη και Παρασκευής Ζούλια, καθώς και τον τραυματισμό δεκάδων άλλων, οι δράστες παραμένουν ασύλληπτοι και οι οικογένειες των θυμάτων ζητούν δικαίωση.
Διαβάστε: Μητσοτάκης για επέτειο Marfin: Τα διδάγματα του χθες πρέπει να μετατραπούν σε δύναμη του σήμερα
Πρόκειται ενδεχομένως για ένα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα της τελευταίας 20ετίας στη χώρα, το οποίο στιγμάτισε και σόκαρε το πανελλήνιο. Τα όσα συνέβη- σαν εκείνη την ημέρα ήταν συνταρακτικά και χαράχτηκαν ανεξίτηλα στη συλλογική μνήμη. Όλα έγιναν στην οδό Σταδίου, μια ημέρα που οι κεντρικοί δρόμοι πλημμύριζαν από κόσμο, ο οποίος είχε κατέβει για να διαμαρτυρηθεί για το πρώτο μνημόνιο. Άγνωστοι, μέχρι σήμερα, δράστες έσπασαν το τζάμι του υποκαταστήματος. Οι εργαζόμενοι εγκλωβίστηκαν μέσα στο φλεγόμενο κτίριο. Οι κραυγές τους άφησαν ασυγκίνητους τους αδίστακτους εμπρηστές. Μεταξύ των θυμάτων και η Αγγελική Παπαθανασοπούλου, η έγκυος υπάλληλος που εκείνο το απόγευμα είχε ραντεβού με τον γυναικολόγο της, ωστόσο δεν κατάφερε να πάει ποτέ. Η οικογένειά της δίνει έναν τιτάνιο αγώνα για τη δικαίωσή της εδώ και 15 χρόνια. Η ελληνική Δικαιοσύνη έχει ασχοληθεί με πολλές πτυχές της υπόθεσης, που αφορούσαν τόσο τις ελλείψεις στην πυρασφάλεια, τις αποζημιώσεις των οικογενειών των θυμάτων αλλά και όσων βίωσαν στιγμές τρόμου στο υποκατάστημα όσο και με το καθαυτό σκέλος, που αφορούσε τον εμπρησμό και τις ανθρωποκτονίες στο κτίριο της Marfin.
Εμπρησμός Marfin: Λάθος κατηγορούμενοι
Το 2016, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών κλήθηκε να δικάσει δύο κατηγορουμένους. Ο ένας κατηγορήθηκε για τον εμπρησμό στην τράπεζα, που είχε ως αποτέλεσμα τις απώλειες των ανθρώπινων ζωών, και ο άλλος για την επίθεση στο βιβλιοπωλείο «Ιανός», χωρίς θύματα. Η δίκη, που είχε αναβληθεί αρκετές φορές πριν αρχίσει η εκδίκασή της, τελικά κατέληξε στην αθώωση των δύο κατηγορουμένων. Από τότε και μέχρι το 2021, οπότε η Αστυνομία ζήτησε τη διενέργεια νέας προκαταρκτικής εξέτασης για την υπόθεση, προσκομίζοντας νέα στοιχεία, δεν υπήρχε καμία εξέλιξη.
Ωστόσο, αυτή η νέα έρευνα δεν έχει οδηγήσει -τουλάχιστον μέχρι σήμερα- στην ποινική δίωξη των δραστών, παρά το γεγονός ότι ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι η τραγωδία της Marfin δεν ξεχνιέται.
«Οι έρευνες συνεχίζονται και θα συνεχιστούν, όσο χρειαστεί, για να απονεμηθεί δικαιοσύνη. Η Αστυνομία δεν έχει δικαίωμα να παραιτηθεί και δεν θα παραιτηθεί ποτέ από την υποχρέωσή της να βρει τους ενόχους και να τους στείλει στο δικαστήριο», δήλωσε πρόσφατα ο κ. Χρυσοχοΐδης με αφορμή την επέτειο των 15 ετών. Μέχρι σήμερα, οι μόνες καταδικαστικές αποφάσεις για την υπόθεση ήταν για έλλειψη μέσων πυρασφάλειας στο κατάστημα της τράπεζας, όταν καταδικάστηκαν ο διευθύνων σύμβουλος της Marfin, ο υπεύθυνος ασφαλείας του κτιρίου και η διευθύντρια του καταστήματος για φόνο εξ αμελείας των τριών υπαλλήλων, σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων, για παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού.
Αποζημειώσεις
Οι συγγενείς των θυμάτων και οι επιζώντες, ωστόσο, κινήθηκαν νομικά, διεκδικώντας αποζημιώσεις μέσω των αστικών και διοικητικών δικαστηρίων. Σχετικά πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου, το 2024, αναγνώρισε ευθύνες της τότε μισθώτριας τράπεζας Marfin και των μελών του Διοικητικού της Συμβουλίου για τη μη λήψη μέτρων ασφαλείας στο νεοκλασικό κτίριο. Το δικαστήριο αναίρεσε την αντίθετη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών και παρέπεμψε την υπόθεση για νέα κρίση.
Μεταξύ άλλων, ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι «το Εφετείο υπό τις προεκτεθείσες παραδοχές του στέρησε την προσβαλλόμενη απόφαση από νόμιμη βάση, καθ’ όσον διέλαβε ανεπαρκείς, ασαφείς και αντιφατικές αιτιολογίες ως προς το κρίσιμο ζήτημα της αδικοπρακτικής ευθύνης της πρώτης αναιρεσίβλητης μισθώτριας τράπεζας και των μελών του Δ.Σ. αυτής ως προς τις αποδιδόμενες σ’ αυτούς παραλείψεις, που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 914, 330, 300, 297 και 298 του Α.Κ., τις οποίες εσφαλμένα δεν εφάρμοσε κι έτσι παραβίασε αυτές εκ πλαγίου». Το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας ξεκαθάριζε επίσης στην απόφασή του ότι στην ένδικη περίπτωση επρόκειτο για χώρους εργασίας «που χρησιμοποιούνταν ήδη πριν από την 1η/1/1995, υπήρχε υποχρέωση “να μην κλειδώνονται” οι έξοδοι κινδύνου, “ούτως ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανεμπόδιστα ανά πάσα στιγμή”. Η υποχρέωση αυτή είχε ενσωματωθεί και στο άρθρο 10, παρ. 6 του “εγχειριδίου ασφαλείας προσωπικού, πελατείας και περιουσίας” της τράπεζας, που ήταν σε ισχύ κατά τον χρόνο του συμβάντος».
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά