ΣτΕ : Στο "μικροσκόπιο" η ελληνική ιθαγένεια και το επώνυμο Ντε Γκρες για τα μέλη της πρώην βασιλικής οικογένειας
Τι αναφέρεται
Το ζήτημα για το επώνυμο «Ντε Γκρες» και για την ιθαγένεια έφτασε στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο μετά από αίτηση ακύρωσης που κατέθεσε ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Παναγιώτης Λαζαράτος

Επί τάπητος του Δ´ τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας τέθηκε το ζήτημα της συνταγματικότητας ή μη της αναγνώρισης του επιθέτου «Ντε Γκρες» και της ελληνικής ιθαγένειας, στα δέκα μέλη της πρώην βασιλικής οικογένειας. Το ζήτημα έφτασε στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο μετά από αίτηση ακύρωσης που κατέθεσε ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Παναγιώτης Λαζαράτος.
Με την προσφυγή ζητείται η ακύρωση της απόφασης του υπουργού Εσωτερικών, με τις οποίες αναγνωρίσθηκε η ελληνική ιθαγένεια στα μέλη της πρώην βασιλικής οικογένειας και τους δόθηκε το επώνυμο «Ντε Γκρες» ενώ παράλληλα στρέφεται και κατά της η εγγραφή τους στο δημοτολόγιο του Δήμου Αθηναίων.
Ο καθηγητής ενώπιον του ΣτΕ ανέπτυξε ιδιαίτερα το ζήτημα της θεωρίας των εντυπώσεων. Μεταξύ άλλων τόνισε πως το κρίσιμο είναι το εάν το επώνυμο «Ντε Γκρες», που δεν αντιστοιχεί στο συνήθη τύπο επιθέτου στη χώρα μας, θα μπορούσε να δημιουργήσει την εντύπωση στους πολίτες (αντικειμενική αντίληψη) ότι το πρόσωπο που το κατέχει, έχει προνόμια καταγωγής ή και κοινωνικής θέσεως.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, τα μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας, υπό τη συγκεκριμένη ιδιότητα, με τη συγκεκριμένη προέλευση, προσωπικότητα, δραστηριότητα και ιστορία, δημιουργούν αντικειμενικά την εντύπωση-αντίληψη στους Έλληνες πολίτες, ότι έχουν προνόμια, τα οποία οφείλονται στην καταγωγή και κοινωνική τους θέση, κατά τρόπο όμως, απαγορευμένο από το άρθρο 4 παρ. 7 του Συντάγματος.
Ο καθηγητής σε αυτό το πλαίσιο τόνισε ότι η χρήση του επιθέτου «Ντε Γκρες» αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 7 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει ότι «τίτλοι ευγενείας ή διάκρισης ούτε απονέμονται ούτε αναγνωρίζονται σε Έλληνες πολίτες».
Στη διαδικασία παρενέβησαν δέκα μέλη της πρώην βασιλικής οικογένειας δια του συνηγόρου τους Κωνσταντίνου Λιδωρίκη, τονίζοντας ότι η ευρωπαϊκή, κ.λπ. νομολογία που επικαλέστηκε ο κ. Λαζαράτος, δεν έχει καμία σχέση με τα τωρινά δεδομένα που εξετάζονται από το ΣτΕ.
Παράλληλα, τονίστηκε ότι δεν χρησιμοποιούν τίτλους ευγενείας και ότι η αναγνώριση της ελληνικής ιθαγένειας στα πρώην μέλη της βασιλικής οικογένειας, δεν απειλεί το δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας μας και το επώνυμο «Ντε Γκρες» το χρησιμοποιούσε από το 2004 ο θείος τους συγγραφέας Μιχαήλ Ντε Γκρες.
Ακόμη, ο δικηγόρος της πρώην βασιλικής οικογένειας υποστήριξε ότι ο κ. Λαζαράτος δεν στοιχειοθετεί το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για την αίτηση ακύρωσης που κατέθεσε στο ΣτΕ, καθώς σε αντίθετη περίπτωση η αίτηση ακύρωσης λαμβάνει τη μορφή λαϊκής αγωγής.
Το ίδιο επιχείρημα επικαλέστηκε και η συνήγορος του υπουργείου Εσωτερικών, Βασιλική Παπαλόη, τονίζοντας πως το έννομο συμφέρον του για να θεμελιωθεί πρέπει να είναι άμεσο, εδώ όμως το συμφέρον του δεν είναι ούτε άμεσο, ούτε προσωπικό, αλλά ούτε είναι σε ενεστώτα χρόνο. Κατά συνέπεια γίνεται λόγος για λαϊκή δίκη, τόνισε η κυρία Παπαλόη.
Παράλληλα, η συνήγορος του υπουργείου Εσωτερικών υποστήριξε ότι η αίτηση ακύρωσης του καθηγητή είναι εκπρόθεσμή και για το λόγο αυτό πρέπει να απορριφθεί.
Το δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του, η οποία αναμένεται μέχρι την εκπνοή του Ιουνίου.
Με την προσφυγή ζητείται η ακύρωση της απόφασης του υπουργού Εσωτερικών, με τις οποίες αναγνωρίσθηκε η ελληνική ιθαγένεια στα μέλη της πρώην βασιλικής οικογένειας και τους δόθηκε το επώνυμο «Ντε Γκρες» ενώ παράλληλα στρέφεται και κατά της η εγγραφή τους στο δημοτολόγιο του Δήμου Αθηναίων.
Ο καθηγητής ενώπιον του ΣτΕ ανέπτυξε ιδιαίτερα το ζήτημα της θεωρίας των εντυπώσεων. Μεταξύ άλλων τόνισε πως το κρίσιμο είναι το εάν το επώνυμο «Ντε Γκρες», που δεν αντιστοιχεί στο συνήθη τύπο επιθέτου στη χώρα μας, θα μπορούσε να δημιουργήσει την εντύπωση στους πολίτες (αντικειμενική αντίληψη) ότι το πρόσωπο που το κατέχει, έχει προνόμια καταγωγής ή και κοινωνικής θέσεως.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, τα μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας, υπό τη συγκεκριμένη ιδιότητα, με τη συγκεκριμένη προέλευση, προσωπικότητα, δραστηριότητα και ιστορία, δημιουργούν αντικειμενικά την εντύπωση-αντίληψη στους Έλληνες πολίτες, ότι έχουν προνόμια, τα οποία οφείλονται στην καταγωγή και κοινωνική τους θέση, κατά τρόπο όμως, απαγορευμένο από το άρθρο 4 παρ. 7 του Συντάγματος.
Ο καθηγητής σε αυτό το πλαίσιο τόνισε ότι η χρήση του επιθέτου «Ντε Γκρες» αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 7 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει ότι «τίτλοι ευγενείας ή διάκρισης ούτε απονέμονται ούτε αναγνωρίζονται σε Έλληνες πολίτες».
Στη διαδικασία παρενέβησαν δέκα μέλη της πρώην βασιλικής οικογένειας δια του συνηγόρου τους Κωνσταντίνου Λιδωρίκη, τονίζοντας ότι η ευρωπαϊκή, κ.λπ. νομολογία που επικαλέστηκε ο κ. Λαζαράτος, δεν έχει καμία σχέση με τα τωρινά δεδομένα που εξετάζονται από το ΣτΕ.
Παράλληλα, τονίστηκε ότι δεν χρησιμοποιούν τίτλους ευγενείας και ότι η αναγνώριση της ελληνικής ιθαγένειας στα πρώην μέλη της βασιλικής οικογένειας, δεν απειλεί το δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας μας και το επώνυμο «Ντε Γκρες» το χρησιμοποιούσε από το 2004 ο θείος τους συγγραφέας Μιχαήλ Ντε Γκρες.
Ακόμη, ο δικηγόρος της πρώην βασιλικής οικογένειας υποστήριξε ότι ο κ. Λαζαράτος δεν στοιχειοθετεί το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για την αίτηση ακύρωσης που κατέθεσε στο ΣτΕ, καθώς σε αντίθετη περίπτωση η αίτηση ακύρωσης λαμβάνει τη μορφή λαϊκής αγωγής.
Το ίδιο επιχείρημα επικαλέστηκε και η συνήγορος του υπουργείου Εσωτερικών, Βασιλική Παπαλόη, τονίζοντας πως το έννομο συμφέρον του για να θεμελιωθεί πρέπει να είναι άμεσο, εδώ όμως το συμφέρον του δεν είναι ούτε άμεσο, ούτε προσωπικό, αλλά ούτε είναι σε ενεστώτα χρόνο. Κατά συνέπεια γίνεται λόγος για λαϊκή δίκη, τόνισε η κυρία Παπαλόη.
Παράλληλα, η συνήγορος του υπουργείου Εσωτερικών υποστήριξε ότι η αίτηση ακύρωσης του καθηγητή είναι εκπρόθεσμή και για το λόγο αυτό πρέπει να απορριφθεί.
Το δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του, η οποία αναμένεται μέχρι την εκπνοή του Ιουνίου.