Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Η απόφαση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να θέσει τον Γιώργο Χουλιαράκη επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας στο Brussels Group σηματοδοτεί την καθ’ ολοκληρίαν αλλαγή πλεύσης της κυβέρνησης απέναντι στους «θεσμούς», σε πολιτικό και επικοινωνιακό επίπεδο. Από το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης αυτές τις ημέρες και την εξασφάλιση ή μη της τελευταίας μνημονιακής δόσης, των 7,2 δισ. ευρώ, θα εξαρτηθεί αν ο κ. Χουλιαράκης θα διαδεχθεί στο υπουργείο Οικονομικών τον Γιάνη Βαρουφάκη.

Ανθρωπος πολύ χαμηλών τόνων και αποδεκτός από το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας, ο κ. Χουλιαράκης επέστρεψε στην Ελλάδα από τη Μεγάλη Βρετανία λίγους μήνες πριν από τις εκλογές και αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ τέθηκε επικεφαλής του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ), με εισήγηση του Γιάννη Δραγασάκη.

Οι πρώτες επαφές του με τους τεχνοκράτες του Euroworking Group έδειξαν ότι υπάρχει πεδίο συνεννόησης, αρκεί να εφαρμόζονται αμέσως οι εναπομείνασες δράσεις του δανειακού προγράμματος. Μάλιστα, μετά την υπογραφή της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου, ο κ. Χουλιαράκης σε μία από τις συσκέψεις στο Μαξίμου είχε εισηγηθεί στην κυβέρνηση να λάβει μέρος των χρημάτων που προσφέρονταν από τους δανειστές, όμως ο κ. Βαρουφάκης, εμπνεόμενος από τη «θεωρία των παιγνίων», απέρριψε την πρόταση, στη λογική του «όλα ή τίποτα». Τον έθεσε, δε, στο περιθώριο βάζοντας δίπλα του τον καθηγητή Νίκο Θεοχαράκη, γενικό γραμματέα του υπουργείου Οικονομικών. Κάπου εκεί μπερδεύτηκαν οι αρμοδιότητες, το οικονομικό επιτελείο εμφανίστηκε με διαφορετικές θέσεις στο τραπέζι των συνομιλιών, οι εκπρόσωποι των «θεσμών» αντέδρασαν και το πάγωμα των διαπραγματεύσεων οδήγησε τη δημοσιονομική κατάσταση σε οριακό σημείο.

Εκ των υστέρων, ο Αλέξης Τσίπρας παραδέχτηκε ότι έπρεπε τότε να έχει αντληθεί μέρος της δόσης, αλλά είναι πλέον αργά. Τώρα, ο κ. Χουλιαράκης καλείται να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά και ο κ. Βαρουφάκης να υπογράψει στο Eurogroup της 11ης Μαΐου όχι έναν έντιμο, αλλά έναν πολύ επώδυνο συμβιβασμό, όπως προκύπτει από το πολυνομοσχέδιο των εξοντωτικών φορολογικών και ασφαλιστικών μέτρων.

ΑΛΛΑΓΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

Με μακρά πορεία στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ και κατόπιν του Εσεξ, ο καθηγητής Γιώργος Χουλιαράκης ανήκει στην οικονομική σχολή σκέψης των Εργατικών, που αντιμάχονται τους συντηρητικούς του London School of Economics και των αμερικανικών πανεπιστημίων. Οι απόψεις του ταυτίζονται περίπου με εκείνες των Γιάννη Δραγασάκη, Ευκλείδη Τσακαλώτου και Γιώργου Σταθάκη, ενώ η πανεπιστημιακή μελέτη του για τη μακροοικονομική πορεία των νομισματικών ενώσεων αποτρέπει οποιαδήποτε σκέψη για σύγκρουση και έξοδο από το ευρώ. Παντρεμένος με Ισπανίδα και αδελφός της γλωσσολόγου Λίλυς Χουλιαράκη, συζύγου του καθηγητή, πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ, Ηλία Μόσιαλου, ο Γ. Χουλιαράκης ανήκει στην «παρέα της Αγγλίας», στη δημιουργία της οποίας είχε δώσει μεγάλη έμφαση ο Ανδρέας Παπανδρέου τη δεκαετία του 1980 και κατόπιν ο Κώστας Σημίτης. Το σύνολο των τεχνοκρατών του «συστήματος Σημίτη» έχει περάσει «έστω και για ένα μεταπτυχιακό» από τα βρετανικά πανεπιστήμια με τη… χορηγία της Τραπέζης της Ελλάδος, στην οποία άπαντες υπηρετούσαν ως σύμβουλοι. Ο κ. Χουλιαράκης είχε «συναντηθεί» για μια περίοδο με τον νυν πολιτικό προϊστάμενό του, Γιάννη Βαρουφάκη (επίσης προερχόμενο από το ΠΑΣΟΚ) στο Πανεπιστήμιο του Εσεξ, χωρίς όμως να αναπτύξουν ιδιαίτερες σχέσεις. Διαφορετική αντίληψη σε όλα τα επίπεδα, από το προσωπικό έως το επιστημονικό. Αυτό φάνηκε άλλωστε από την πρώτη ημέρα στο υπουργείο Οικονομικών. Οι μεν Τσακαλώτος - Χουλιαράκης ζητούσαν να σβήσουν εντελώς τα φώτα της δημοσιότητας μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις, ο δε Βαρουφάκης έπραξε το εντελώς αντίθετο, συγκεντρώνοντας πάνω του τους πιο δυνατούς προβολείς της διεθνούς δημοσιότητας.

Η επαφή με Χαρδούβελη και το ΔΝΤ

Επισήμως, ο Γιώργος Χουλιαράκης εμφανίζεται ως ο βασικός διαπραγματευτής στο Brussels Group. Ενημερώνει τον πρωθυπουργό και τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης επί των προτεινόμενων εναλλακτικών λύσεων, ενώ τονίζει ότι «σε αυτό το σημείο δεν υπάρχουν περιθώρια αντικρουόμενων θέσεων, τουλάχιστον προς τα έξω». Κύριο προτέρημά του, η σχέση κατανόησης που αποκτά με τους εταίρους.

Διαθέτει πολιτική σκέψη κυρίως για την τακτική που πρέπει να ακολουθηθεί σε αυτή τη φάση, αδυνατεί όμως να απαντήσει στο καίριο ερώτημα: Πώς μπορούν να εφαρμοστούν όσα επιπλέον μέτρα θα ληφθούν; Κι επειδή οι εταίροι έχουν αποκλείσει το ενδεχόμενο εξεύρεσης «πολιτικής λύσης», ελλοχεύει ο κίνδυνος στα τέλη Ιουνίου ο κ. Χουλιαράκης, από όποια κυβερνητική θέση και αν βρίσκεται τότε, να φανεί αναξιόπιστος απέναντί τους. Κάτι που θα έθετε σε οικτρή δοκιμασία τη χώρα και φυσικά την επαγγελματική πορεία του.

Φημολογείται ότι ο κ. Χουλιαράκης ήλθε σε επαφή και με τους προκατόχους του στο ΣΟΕ και στο υπουργείο Οικονομικών, ιδίως με τον Γκίκα Χαρδούβελη, ο οποίος από τον περασμένο Νοέμβριο έλεγε πως «οι δανειστές είναι αμετακίνητοι και θέλουν να συνεχίσουμε με Μνημόνιο». Και δεν εννοούσε τους Ευρωπαίους (Ε.Ε. και ΕΚΤ), αλλά το ΔΝΤ. Με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και προσωπικώς με τον Πολ Τόμσεν ο κ. Βαρουφάκης διατηρεί ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας, ενώ ο κ. Χουλιαράκης κρατά αποστάσεις, έχοντας βιώσει την κοινωνική και παραγωγική μετάλλαξη της Μεγάλης Βρετανίας από τον «εναγκαλισμό» της στο παρελθόν με το Ταμείο. Βλέπει πλέον ότι είναι πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο να παραλείψει από την ατζέντα των συνομιλιών τα εργασιακά – ασφαλιστικά, που μετ’ επιτάσεως θέτει το ΔΝΤ. Ωστόσο, θα το επιχειρήσει με την επιβολή έμπρακτης φορολόγησης στον αδήλωτο πλούτο. Ουδείς μπορεί να προβλέψει αν θα τα καταφέρει, εκείνο όμως που φαίνεται είναι πως θα δώσει τη μάχη μέχρις εσχάτων χωρίς… τηλεοπτική κάλυψη.