Τζον Κυριάκου: “Μια ζωή µε µαφιόζους, πράκτορες και... καρφιά”
Ο Ελληνοαµερικανός πρώην πράκτορας αποκαλύπτει άγνωστες λεπτοµέρειες από όσα έζησε στις αµερικανικές φυλακές
Στον ∆ιονύση Θανάσουλα, εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Ο Ελληνοαµερικανός Τζον Κυριάκου είναι ο πρώτος πράκτορας της CIA που φυλακίστηκε για την αποκάλυψη απόρρητων στοιχείων των αµερικανικών µυστικών υπηρεσιών.
Συγκεκριµένα, είχε µιλήσει για βασανιστήρια σε τροµοκράτες και υπόπτους για τροµοκρατικές πράξεις, τα οποία λάµβαναν χώρα στο Γκουαντάναµο και σε µυστικές τοποθεσίες ανά τον κόσµο.
Η Υπηρεσία τον κατηγόρησε για κατασκοπεία και καταδικάστηκε σε τριάντα µήνες φυλάκισης στο σωφρονιστικό κατάστηµα του Λορέτο, έχοντας παραδεχθεί την ενοχή του, προκειµένου να εκτίσει µικρότερη ποινή.
Αποφυλακίστηκε τον Φεβρουάριο και στην πρώτη αποκλειστική συνέντευξή του σε ελληνική εφηµερίδα ως ελεύθερος άνθρωπος µίλησε για όλα. Αποκάλυψε άγνωστα περιστατικά από τη θητεία του στην Αθήνα ως πράκτορα της CIA (οπότε ήταν επιφορτισµένος µε την εξάρθρωση της «17Ν»), καθώς και τη σχέση του µε τον µέντορά του Γκαστ Αβρακώτο (έναν θρύλο της Υπηρεσίας, που υπηρέτησε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της χούντας). Ακόµα, µας περιέγραψε τις επιχειρήσεις στις οποίες έλαβε µέρος στην Αθήνα στις αρχές του 2000 (όταν υπηρετούσε στο κλιµάκιο της CIA στην πρεσβεία), το πώς βίωσε τη φυλακή και τη σχέση του µε τα αφεντικά της µαφίας, που τον προστάτευσαν, ενώ µας µίλησε και για το καινούργιο βιβλίο του. Ο πρώην πράκτορας µας αποκάλυψε, επίσης, πώς κατάφερε να στρατολογήσει τον τροµοκράτη που έβαλε βόµβα στα γραφεία της Citibank τον Αύγουστο του 1986, πέντε χρόνια µετά το συµβάν, θέλοντας να διαπιστώσει αν είχε σχέση µε τη «17Ν».
«Ηµουν ο πρώτος πράκτορας της CIA που φυλακίστηκε επειδή αποκάλυψε όνοµα πράκτορα και πληροφορίες σε δηµοσιογράφο», µας είπε ο Τζον Κυριάκου στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στα «Π». «Ολο αυτό έγινε επειδή µίλησα το 2007 για τα βασανιστήρια που έκανε η Υπηρεσία, όπως για τον εικονικό πνιγµό, κάτι για το οποίο δεν µε συγχώρησαν ποτέ».
ΟΙ ΜΑΦΙΟΖΟΙ
«Ηµουν δύο ώρες µέσα στη φυλακή όταν µε πλησίασαν δύο λευκοί, ξυρισµένοι κατάδικοι, γεµάτοι τατουάζ, και µε ρώτησαν διαδοχικά αν ήµουν παιδεραστής, οµοφυλόφιλος ή “καρφί”. Οταν απάντησα αρνητικά και στα τρία, µου είπαν να κάτσω µαζί τους, κάτι που έκανα, οπότε σκέφτηκα ότι θα ήµουν µε αυτούς». Μόνο που τα πράγµατα δεν εξελίχθηκαν µε αυτόν τον τρόπο. Ο Τζον Κυριάκου κατέληξε να κάνει κολλητή παρέα µε Ιταλούς µαφιόζους, αφεντικά από τις φαµίλιες Γκαµπίνο και Ντε Καβαλκάντε, όπως τον Νίκι Καρούζο, τον Νικ Μπούτσι και τον Πιτ Καλαµπρέζε από τη φαµίλια Μπονάνο. «Ο Πιτ ήρθε και µου είπε “γιατί κάθεσαι µε αυτούς τους ηλίθιους; Ελα να κάτσεις µαζί µας. Από σήµερα θα είσαι πάντα µε εµάς”. Σταδιακά έγιναν οι καλύτεροι φίλοι µου και το κατάλαβα τον περασµένο Αύγουστο, όταν µου είπαν ότι ένας καινούργιος τρόφιµος έλεγε παντού ότι ήµουν “καρφί”. Ηθελα να τον βρω αµέσως. Ηταν κάπου στην καφετέρια της φυλακής, αλλά ο Καλαµπρέζε µου είπε: “Τζον, µην ασχοληθείς καθόλου, θα το αναλάβουµε εµείς αργότερα”. Μετά το δείπνο πήγα στο δωµάτιο των Ιταλών, αλλά είχα τρελά νεύρα µε τον τύπο. Οι Ιταλοί µου είπαν να κάτσω να διαβάσω την εφηµερίδα και να χαλαρώσω. Εφυγαν, γύρισαν µετά από µισή ώρα και ο Καλαµπρέζε µου είπε µόνο µία φράση: “Το πρόβληµα τακτοποιήθηκε, δεν χρειάζεται να ανησυχείς πλέον”. Τους ευχαρίστησα, γύρισα στο κελί µου και µετά από λίγο ήρθε ο τύπος που έλεγε πριν από λίγες ώρες ότι ήµουν “καρφί”. Το πρόσωπό του ήταν παραµορφωµένο από τις µπουνιές και µου είπε µε φωνή που έτρεµε: “Σου ζητάω συγγνώµη για ό,τι είπα, δεν θα ξαναγίνει ποτέ”». Αυτά τα επεισόδια, µαζί µε πολλά άλλα, θα περιλαµβάνονται στο καινούργιο πόνηµα του πρώην κατασκόπου. «Αυτή την περίοδο ετοιµάζω το δεύτερο βιβλίο µου, µε τίτλο “Εκτίοντας την ποινή µου σαν κατάσκοπος: Πώς η CIA µου έµαθε να επιβιώνω στη φυλακή”», µας είπε χαρακτηριστικά.
ΕΚΡΗΚΤΙΚΟΣ
Οταν τον ρωτήσαµε για τη σχέση του µε τον Γκαστ Αβρακώτο, ο Τζον Κυριάκου χαµογέλασε πριν µιλήσει: «Κατά τη γνώµη µου, ήταν ο πιο απρόβλεπτος πράκτορας που έχει περάσει ποτέ από την Υπηρεσία και το στόµα του εκτόξευε τις πιο βαριές βρισιές που υπήρχαν. Θυµάµαι µια φορά που είχαµε ραντεβού µε έναν Ελληνοαµερικανό πληροφοριοδότη. Ηταν επιχειρησιακή συνάντηση σε ξενοδοχείο. Τον συναντήσαµε στο “Four Seasons” στην Georgetown και τον σύστησα στον Γκαστ, λέγοντάς του πόσο µας βοηθούσε, αλλά δεν πρόλαβα να πω τίποτε άλλο. Ο Αβρακώτος του επιτέθηκε αµέσως: “Ρε µαλ…α, µας κρύβεις πράγµατα. ∆εν µας λες τίποτε και αυτά που µας λες είναι σκατά. Ακούς τι σου λέω; Θέλουµε να µας πεις κάτι που να αξίζει και καλό είναι να µιλήσεις τώρα, γιατί θα σε σκοτώσω”».
Ο Τζον Κυριάκου µας µίλησε για τον µέντορά του χωρίς να µασάει τα λόγια του για τον εκρηκτικό χαρακτήρα του. «Θυµάµαι µια φορά στο Λάνγκλεϊ που ήµασταν στο γραφείο και όρµησε πάνω µου όταν του είπα ότι ο Μάλλιος, ο αστυνοµικός που εκτελέστηκε από τη “17Ν”, ήταν βασανιστής. “Ο Μάλλιος ήταν φίλος µου, ρε µαλ...α. Φίλος µου, ακούς;”». Ο πρώην πράκτορας του είπε ψύχραιµα ότι µπορεί να ήταν φίλος του, αλλά ήταν αποδεδειγµένα βασανιστής.
«Οταν ήµουν αρχικά στην Αθήνα», συνέχισε ο Τζον Κυριάκου, «ανταλλάσσαµε µε τον Γκαστ e-mails τέσσερις µε πέντε φορές την ηµέρα. Κάποια στιγµή µου είπε ότι θα έπαιρνε λίγες ηµέρες άδεια και ότι δεν θα µπορούσαµε να επικοινωνήσουµε. Την επόµενη µέρα πήγα σε ένα ραντεβού και κάποια στιγµή έφτασα στη Γλυφάδα, όπου είδα σε µια γωνία τον Γκαστ. Λέω “µπα, δεν είναι αυτός” και φεύγω. Μετά από τέσσερις ηµέρες µου έστειλε e-mail και τον ρώτησα αν ήταν στη Γλυφάδα. Ξέρεις τι µου απάντησε; “Αν πεις σε κανέναν ότι µε είδες, θα σε σκοτώσω”. Οπως έµαθα, είχε πάει εκεί για να δει τον γιο ενός πρωταίτιου της χούντας, ο οποίος είχε µια ταβέρνα στην περιοχή».
Ο Λιβανέζος που πούλαγε εκδούλευση
Στην Αθήνα ο Τζον Κυριάκου ήρθε στο τέλος της δεκαετίας του ’90 και ρίχτηκε µε τα µούτρα στη δουλειά. Μια µέρα οδήγησε έναν υποτιθέµενο πληροφοριοδότη από αραβική χώρα σε ένα έρηµο πάρκο. «Στο αυτοκίνητο ήµουν εγώ, ο προϊστάµενός µου, ο Αραβας και άλλος ένας πράκτορας. Εκείνη την ηµέρα αντιληφθήκαµε ότι ένα αυτοκίνητο µε Ιρανούς πράκτορες µας παρακολουθούσε και κάναµε αρκετή ώρα να τους ξεφύγουµε. Ο Αραβας ήταν ένας Λιβανέζος και µας είχε φλοµώσει στις βλακείες, λέγοντας ότι είχε διάφορες πληροφορίες, µέχρι τη στιγµή που το αφεντικό µου έβγαλε το πιστόλι του και το κόλλησε στο κεφάλι του. Τότε µας είπε ότι δούλευε για τους Ιρανούς. Τον αφήσαµε εκεί και φύγαµε». ∆εν ήταν ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που πήγαινε να πουλήσει εκδούλευση στους Αµερικανούς. «Ο Λιβανέζος µας είπε ότι είχε έρθει να ανατινάξει την πρεσβεία των ΗΠΑ, την πρεσβεία της Βρετανίας, του Ισραήλ και της Βραζιλίας. Εµείς κάναµε αµέσως µια αναφορά στην ΕΥΠ και την Αστυνοµία για να ερευνήσουν πού έµενε στην Αθήνα, πότε είχε έρθει και ποιους συναντούσε».
Οταν η κουβέντα πήγε στο πόσο «κοντά» ήταν ο σταθµός της CIA στην Αθήνα µε την ΕΥΠ η απάντηση του Τζον Κυριάκου ήταν απόλυτη: «Αν σου µιλήσω για αυτό, µπορεί να µπω στη φυλακή πάλι. Αυτό που µπορώ να πω είναι ότι είχαµε µια ζεστή και καλή συνεργασία στα θέµατα τροµοκρατίας, η οποία έγινε ακόµη καλύτερη όταν ανέλαβε υπουργός ∆ηµοσίας Τάξεως ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Πήγα να τον δω για πρώτη φορά µαζί µε τον Νίκολας Μπερνς, σε µια συνάντηση όπου ήταν παρόντες στρατηγοί της Αστυνοµίας και ανώτατα στελέχη της ΕΥΠ. Οταν φύγαµε είπα στον πρεσβευτή: “Πιστεύω ότι όλα όσα είπε ο Χρυσοχοΐδης ήταν σωστά. Hταν όσα έπρεπε να γίνουν».
«Προσωπικά δεν ήρθα ποτέ κοντά µε κανένα µέλος της “17Ν” την περίοδο που υπηρετούσα στην Αθήνα, αλλά όταν συνελήφθησαν είχαµε πετύχει κάποια ονόµατα. Αν υποθέσουµε ότι είχαµε φακέλους για πεντακόσια ονόµατα, πέσαµε µέσα για πέντε µέλη, τα ονόµατα των οποίων δεν µπορώ να αποκαλύψω» κατέληξε.
Η σχέση µε τον Τένετ και ο βοµβιστής
Στη CIA υπάρχουν πολλοί Ελληνοαµερικανοί πράκτορες. Ο πρώην διευθυντής της Υπηρεσίας, Τζ. Τένετ, συµπαθούσε περισσότερο αυτούς που κατάγονταν από την Ηπειρο, όπως και αυτός. «Με εµένα», µας είπε ο Τζον Κυριάκου, «τον Γκαστ και τους νησιώτες ήταν πιο τυπικός. Θυµάµαι, όµως, ότι σε µια συνάντηση που είχαµε του είπα για µια επιχείρηση που ήθελα να κάνω. ∆εν ρώτησε τίποτε για το κόστος, απλώς είπε “προχώρα” και αυτό λέει πολλά. Ηταν πολύ δηµοφιλής, είχε ανεβάσει το ηθικό στην Υπηρεσία και δεν φοβόταν να πάρει επιχειρησιακά ρίσκα. Λατρεύει την Ελλάδα, µισούσε τη “17Ν” και οι εντολές του ήταν να κάνουµε τα πάντα για να την εξαρθρώσουµε. Κάποτε είχα προσεγγίσει έναν τροµοκράτη που νοµίζαµε ότι συνδεόταν µε τη “17Ν”, έναν βοµβιστή που είχε βάλει βόµβα στη Citibank στην Αθήνα, αλλά δεν µε άφηναν να προχωρήσω στη στρατολόγησή του. Στο χριστουγεννιάτικο πάρτι της Υπηρεσίας στο Λάνγκλεϊ ένα µέλος από την οµάδα του κλιµακίου για τη “17Ν” πλησίασε τον Τένετ και του συστήθηκε. Μόλις εκείνος άκουσε ότι ήταν στην Τask Force για τη “17Ν”, του είπε: “Αν µπορώ να κάνω κάτι για να σας βοηθήσω, πες το µου”. Ο συνάδελφος του είπε ότι δεν µε άφηναν να πλησιάσω τον τροµοκράτη λόγω της βόµβας και ο Τένετ του έδωσε την ίδια στιγµή έγκριση να προχωρήσω. Ετσι, τον στρατολόγησα, αλλά τελικά δεν είχε κανέναν σύνδεσµο µε την οργάνωση. ∆εν µπορώ να σου πω το όνοµά του, αλλά µπορώ να σου αποκαλύψω ότι δεν ήταν Ελληνας. Ηταν Αραβας που ζούσε µόνιµα σε µια ανατολικοευρωπαϊκή χώρα».